Παιδιά στο νοσοκομείο για να μη λιμοκτονήσουν Της Χριστίνας Πάντζου

 Παιδιά στο νοσοκομείο για να μη λιμοκτονήσουν

Της Χριστίνας Πάντζου

Σομαλία: Πάνω από ένας χρόνος έχει περάσει από τότε που οι αποκρουστικές εικόνες των σκελετωμένων βρεφών, μαζί με τις μητέρες τους, «σόκαραν» -υποτίθεται- την παγκόσμια κοινή γνώμη και οδήγησαν σε δημόσιες εκκλήσεις για διεθνή βοήθεια • Το «σοκ» όμως πέρασε και οι Σομαλές μητέρες έμειναν ξανά στη μοίρα τους, που επιδεινώθηκε από την ξηρασία και την ακρίβεια

Τεράστια ανθρωπιστική κρίση αντιμετωπίζει η Σομαλία, που για ακόμη μια φορά απειλείται με λιμό. Η πείνα που πλήττει τις πιο ευάλωτες οικογένειες, ιδίως όσες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις εστίες τους λόγω των συρράξεων και της παρατεταμένης ξηρασίας, οδηγεί κάποιες από αυτές να «αρρωσταίνουν» σκόπιμα τα παιδιά τους, για να τα πηγαίνουν στα νοσοκομεία, όπου μαζί με την περίθαλψη θα τους προσφέρουν λίγο φαγητό και κάποια δυναμωτικά μπισκότα: αρκετά για να τα κρατήσουν στη ζωή για κάποιες ακόμη ημέρες…

Η κατάσταση δεν άλλαξε και πολύ από πέρυσι, όταν σήμανε συναγερμός από τις εικόνες νεογέννητων μωρών που πέθαιναν λίγο μετά αφότου ήρθαν στον κόσμο, στην αγκαλιά των λιπόσαρκων μητέρων τους. Η έκτη συνεχόμενη περίοδος βροχών, που τελικά δεν ήρθε, και η χειρότερη ξηρασία των τελευταίων 40 ετών έχουν αφήσει πολλούς κατοίκους με κατεστραμμένες σοδειές, ενώ προκάλεσαν τον χαμό 4 εκατομμυρίων βοοειδών. Στη χώρα, περισσότερο από το 50% του πληθυσμού ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας και ένα στα πέντε παιδιά απειλείται με θανάσιμες μορφές υποσιτισμού, αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα.

Ηδη από τον Δεκέμβριο, διεθνείς οργανώσεις έκαναν λόγο για πιθανότητα λιμού φέτος τον Απρίλιο – Ιούνιο, που μπορεί να πλήξει ώς και 7 εκατομμύρια ανθρώπους, ενώ Ηνωμένα Εθνη και ανθρωπιστικές οργανώσεις προειδοποιούσαν για τις πιθανές επιπτώσεις, συγκρίνοντας όσα εκτυλίσσονται σήμερα με τον λιμό του 2011, που στοίχισε τη ζωή σε περισσότερα από 260.000 άτομα –τα περισσότερα, παιδιά μικρότερα των 5 ετών.

Οι γυναίκες μιλούν για μια καταστροφική επισιτιστική κρίση. «Το κρέας είναι μια απρόσιτη πολυτέλεια και το στάρι προνόμιο, γιατί η τιμή ενός κιλού αλευριού τριπλασιάστηκε», έλεγε μια υπαίθρια πωλήτρια, η Φατούμα, στο τηλεοπτικό δίκτυο RTVE, ενώ η συνάδελφός της Φαρντίσα πρόσθετε πως «ζούμε από τα δημητριακά και τώρα δεν έχουμε αυτά που μια ζωή είχαμε για να τρεφόμαστε».

«Φοβόμαστε αλλά δεν έχουμε επιλογή»

Η μάχη για λίγα τρόφιμα είναι καθημερινή, ιδίως στους αυτοσχέδιους καταυλισμούς έξω από την πρωτεύουσα Μογκαντίσου, όπου έχουν καταφτάσει πολλοί από τους πάνω από ένα εκατομμύριο εκτοπισμένους -γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι οι εννέα στους δέκα- από την ξηρασία και τη σύρραξη που πλήττει τις νότιες και κεντρικές περιοχές της χώρας.

Σε έναν από αυτούς τους καταυλισμούς, τον Ταμπελάχ Σεΐχ Ιμπραχίμ, όπου έχουν καταφύγει 600 οικογένειες εκτοπισμένων, η Φατί Μοχαμέντ Αχμέντ έκανε ένα ρεπορτάζ, που δημοσιεύτηκε στην πλατφόρμα ανεξάρτητης δημοσιογραφίας The New Humanitarian και είναι πραγματικά μια γροθιά στο στομάχι.

Σε αυτόν τον καταυλισμό δεν υπάρχουν επίσημες δομές αρωγής: ούτε φαγητό ούτε νερό, πόσο μάλλον βασικές υπηρεσίες. Στοιβαγμένες σε ανθυγιεινές συνθήκες, χωρίς κανέναν πόρο, πολλές από αυτές τις μητέρες καταλήγουν σε όλο και πιο ακραίες πρωτοβουλίες για να εξασφαλίσουν λίγη τροφή και, παρότι κάποιες από αυτές τις πρακτικές θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των παιδιών τους, όπως λένε με απόγνωση στο ρεπορτάζ «δεν έχουμε άλλη επιλογή».

Όπως γράφει το καθηλωτικό κείμενο της Αχμέντ, στοιχειωμένες από τη βουή «του χειρότερου ήχου που μπορεί να ακούσει μια μάνα, εκείνου του κλάματος του παιδιού της που πεινά», κάποιες προκαλούν σκόπιμα αδιαθεσίες στα παιδιά τους, για να τα πάνε στα νοσοκομεία της πόλης, όπου οι υγειονομικοί θα τους δώσουν και ειδικές τροφές. «Δηλητηριάζω τα παιδιά μου, για να επιβιώσω», έλεγε η Μάσεϊ Σούτε στο ρεπορτάζ, αποκαλύπτοντας πως πολλές (όπως η ίδια) δίνουν στα παιδιά τους να πιουν αλατόνερο ή νερό με απολυμαντικά, προκαλώντας τους οξεία διάρροια. «Εχω έξι παιδιά και τούτος είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν. Αυτό που τους δίνω τους προκαλεί διάρροια και αδυναμία, αλλά τα φροντίζουν στο νοσοκομείο, όπου μας δίνουν και εμπλουτισμένα θρεπτικά μπισκότα να πάρουμε μαζί μας». Κάποια από αυτά τα μοιράζει και στα άλλα της παιδιά, ενώ μερικά τα πουλά για να αγοράσει λίγο αλεύρι... ώς την επόμενη φορά.

Άλλες πάλι, γράφει το ρεπορτάζ, φτάνουν να νοικιάζουν τα βρέφη τους σε ζητιάνες, και μοιράζονται τα όποια έσοδα, όπως κάνει η Σουμέι Αμπούκαρ, εκτοπισμένη από την περιοχή του Κάτω Σαμπέλ. Μητέρα τεσσάρων παιδιών, άνεργη όπως και ο σύζυγός της, και αναρρώνοντας από μια εξαιρετικά δύσκολη κύηση και γέννα που την έχει αφήσει χωρίς δυνάμεις, αναγκάζεται να «νοικιάζει» τα δυο μικρότερα παιδιά της σε μια γειτόνισσα που εμπιστεύεται. Η νεαρή μητέρα που νοικιάζει τα βρέφη της μιλά για τις φοβερές ενοχές που νιώθει, αλλά, όπως και πολλές ακόμη που μίλησαν σε αυτό το ρεπορτάζ, καταλήγει στην ίδια πρόταση: «Ναι, νιώθω ενοχές. Αλλά δεν έχω άλλη επιλογή προς το παρόν, για να μπορέσω να τους δώσω να φάνε».

Ο κόσμος είναι πιο γενναιόδωρος όταν ζητιανεύεις με ένα μωρό στα χέρια, έλεγε μια γυναίκα που νοικιάζει βρέφη ανήμπορων μητέρων: μάνα οκτώ παιδιών κι η ίδια (αλλά μεγαλύτερων πια, έτσι που δεν συγκινούν τόσο τους «φιλάνθρωπους»), βγάζει ένα τεράστιο ποσό για τη χώρα: 12 δολάρια την ημέρα, δίνοντας μέρος των εσόδων της στη μητέρα του βρέφους που «δανείζεται».

Κανένας εκπρόσωπος ανθρωπιστικής οργάνωσης δεν έχει καταφτάσει να προσφέρει οτιδήποτε σε αυτόν τον καταυλισμό. Άλλωστε, με τα σημερινά επίπεδα χρηματοδότησης, ώς τον Ιούνιο, η διεθνής βοήθεια θα έχει φτάσει μόλις στο 50% όσων τη χρειάζονται. Ο Μοχαμούντ Γιούσεφ, υπεύθυνος του προγράμματος Σώστε τις Σομαλές Γυναίκες και τα Παιδιά (Assist WC), απευθυνόμενος σε μια διεθνή κοινότητα που φαίνεται να περιορίζει το ενδιαφέρον της στην κρίση στην Ουκρανία, κάνει επείγουσα έκκληση, ελπίζοντας να εισακουστεί πριν είναι πολύ αργά: «Ζητάμε από τη διεθνή κοινότητα περισσότερη βοήθεια για αυτούς τους ανθρώπους. Βασικός μας στόχος είναι να κρατήσουμε αυτούς τους ανθρώπους στη ζωή».

ΠΗΓΗ: Εφσυν

Σχόλια