Για τη νέα ακροδεξιά ριζοσπαστικοποίηση και την Αριστερά Tου Αλέκου Αναγνωστάκη

 Για τη νέα ακροδεξιά ριζοσπαστικοποίηση και την Αριστερά

Tου Αλέκου Αναγνωστάκη

Η Λεπέν κεφαλαιοποιεί πολιτικά;

«Ποιος στ’ αλήθεια είμαι ‘γώ και που πάω», σημείωνε ο (τότε) Σαββόπουλος στην «Ωδή για το Γεώργιο Καραϊσκάκη». Τι ακριβώς συμβαίνει;

«Εάν διεξάγονταν σήμερα προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, η Μαρίν Λεπέν θα επικρατούσε με ποσοστό 55%, αφήνοντας τον Μακρόν 10 μονάδες πίσω»! ανέφεραν όλες οι παρισινές δημοσκοπήσεις (π.χ. Elabe/BFM TV), καταμεσής της μεγαλειώδους κοινωνικής έκρηξης.

Τέτοιο κίνημα , τέτοια λαϊκή και νεανική έκρηξη και να την καρπώνεται η Λεπέν;


Υπενθυμίζεται ότι ο Μακρόν επανεξελέγη τον Απρίλη του 2022 με ποσοστό 58,55%, έναντι 41,45% της Μαρίν Λεπέν. Δώδεκα μήνες μετά οι τάσεις στη χώρα δείχνουν να έχουν αλλάξει παρά το νεανικό και εργατολαϊκό ξέσπασμα. Και μάλιστα την περίοδο αυτή που το λαϊκό κίνημα εμφανίζεται σαν «μεγάλο ποτάμι φουσκωμένο» από το Παρίσι ως την Αγγλία και τη Γερμανία.

Λοιπόν; 

Για τη ριζοσπαστικοποίηση γενικά

O άνθρωπος έχει ως βάση των ενστίκτων του την ζωική τάση αυτοσυντήρησης και αναπαραγωγής του.

Όλες οι υπόλοιπες εκφράσεις και πρακτικές του (πολιτισμός, πολιτική, κ.λπ.) είναι επίκτητες, γεννιούνται και αναπτύσσονται στη ροή του συγκεκριμένου ιστορικού χρόνου και στον κάθε κοινωνικό σχηματισμό.

Εκεί λοιπόν, στη ροή του συγκεκριμένου ιστορικού χρόνου, η ίδια η υλική πραγματικότητα, η ίδια η ζωή, η ίδια η σχετική και απόλυτη εξαθλίωση, το αίσθημα της κοινωνικής αδικίας, είναι που σπρώχνουν προς τους κοινωνικούς αγώνες.

Το «ταξικό ένστικτο», που υπάρχει στις μάζες, τις οδηγεί, από την αρχαιότητα ως σήμερα, στο να εξεγείρονται απέναντι σ’ αυτούς που με τον ένα ή τον άλλο (ταξικό) τρόπο τους καταπιέζουν και τους εκμεταλλεύονται. Κι αυτό ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη της ειδικής στρατηγικής πρωτοπορίας (πρωτοπόρου κόμματος).

Και εκεί, στις ημισυνειδητές και ημιαυθόρμητες κοινωνικές εκρήξεις, στον ένα ή άλλο βαθμό μπορεί να πείθονται αγωνιζόμενοι και μπορεί να αναζητούν την οργανωμένη, την ολοκληρωμένη, τη συντονισμένη, την έγκαιρη, την ώριμη δράση. Εκεί, στη ροή της πραγματικής ζωής και του αληθινού αγώνα, ριζοσπαστικοποιούνται οι άνθρωποι, εκεί εμφανίζονται τα ριζοσπαστικά ρεύματα.


Αλλά τι είδους ριζοσπαστικά ρεύματα; 

Ο όρος ριζοσπαστισμός υποδηλώνει αλλαγές μέχρι τη ρίζα, πολιτικές επικεντρωμένες στην εκ βάθρων αλλαγή κοινωνικών δομών και πολιτικών.

Επικρατεί η άποψη πως ο ριζοσπαστισμός αφορά μόνο ή κυρίως την Αριστερά. Δεν ισχύει!

Υπάρχουν ριζοσπαστικοποιήσεις αριστερές, προοδευτικές αλλά και αντιδραστικές.

Ο ριζοσπαστικός συντηρητισμός έχει βαθιές ιστορικές ρίζες.

Η γαλλική επανάσταση διεκδικούσε κοινωνικές ελευθερίες, δικαιοσύνη, ισότητα. Καθώς όμως η μεγάλη πλειοψηφία των επαναστατών είχε ως στόχο την απελευθέρωση της ανερχόμενης τάξης των εμπόρων, βιοτεχνών, τεχνιτών , παλαιοί ευγενείς, πρώην άρχοντες κατέκριναν την ανάπτυξη του εμπορίου ως ανήθικη, την κατάργηση της θρησκείας ως ασέβεια.

Πρότασσαν δε το αίτημα για επιστροφή στις παραδοσιακές αξίες, όπως η καταγωγή, το «αίμα» και η πίστη με τις αντίστοιχες ριζικές αλλαγές (ριζοσπαστικές αναστροφές) στους στόχους και στην πολιτική.

Αυτός ήταν και ο αρχικός πυρήνας της ριζοσπαστικότητας της Ακροδεξιάς, η αντίδραση απέναντι στην Επανάσταση και τις αξίες που αυτή πρέσβευε.

Αργότερα, στις πρώτες τέσσερις δεκαετίες του 20ου αιώνα, ο γερμανικός Ναζισμός επέβαλε ριζικές, (ριζοσπαστικές) ανατροπές στις διεθνείς σχέσεις της ηττημένης, στον πρώτο παγκόσμιο, Γερμανίας. «Έσκισε» τη συνθήκη των Βερσαλλιών, στρατιωτικοποίησε την οικονομία, δημιούργησε το αυτοκίνητο του λαού, άνοιξε θέσεις εργασίας, συγκρότησε ετοιμοπόλεμο στρατό.

Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, στην Ελλάδα του 1955-67, η δεξιά παράταξη αυτοπροσδιοριζόταν ως ριζοσπαστική στον ίδιο τον τίτλο της ( ΕΡΕ – Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση). Και μετά το 1974 η ίδια η Νέα Δημοκρατία αυτοπροσδιορίστηκε ως «κόμμα του ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού».

Ο τότε συντηρητικός ριζοσπαστισμός επικεντρώθηκε κυρίως στο νέο ρόλο του κράτους, αυτόν που ονομάστηκε ως «σοσιαλμανία» με τις κρατικοποιήσεις των τεσσάρων ελληνικών ζαχαρουργείων, της Ολυμπιακής, του Ηλεκτρικού, των βασικότερων ελληνικών τραπεζών κλπ.

Την ίδια περίοδο οι ιδέες του ναζισμού δεν εκφράστηκαν ανοιχτά από κάποιο σύνολο ανθρώπων. 

Ο νέος ακροδεξιός ριζοσπαστισμός

Αλλά εδώ και δυο - τρεις δεκαετίες περίπου δρα στην Ευρώπη και στον κόσμο πληθώρα ακροδεξιών οργανώσεων.

Στο πλαίσιο τους ο ακροδεξιός ριζοσπαστισμός, είτε ως «αντιπλουτοκρατικός» σωβινισμός είτε ως εθνοφυλετισμός, εμφανίζεται με νέα πρόσωπα υπογραμμίζει ο Enzo Traverso στο έργο του «Τα νέα πρόσωπα του Φασισμού».

Ορίζει ως ανώτατο δεινό τον «ξεριζωμό μέσα στην ίδια την πατρίδα», επενδύει στον «ξεριζωμένο» όχι στον εκμεταλλευόμενο ή ταξικά δυναστευόμενο άνθρωπο. Η αντιμεταναστευτική πολιτική του βασίζεται στην ιδέα ότι π.χ. ο Έλληνας έγινε ξένος στον ίδιο του τον τόπο καθώς η χώρα «έχει κατακτηθεί» από τους λαθρομετανάστες ξένους.


Κάτω από αυτό το φόντο προβάλλεται η αιωνιότητα και ανωτερότητα της ελληνικής φυλής που κινδυνεύει τόσο από όλα τα ρεύματα της Αριστεράς όσο και από τους «εθνομηδενιστές» της δεξιάς.

Ως απόδειξη της κατάληψης της χώρας και της κατάντιας της προβάλλουν την εικόνα του κέντρου της Αθήνας, νησιών και περιοχών κοντά στα σύνορα. Η εικόνα αυτών των περιοχών λειτουργεί πλέον ως συμβολικό ισοδύναμο κάθε υπαρξιακού ξεριζωμού και βιοτικού ξεπεσμού.

Στηρίζονται δηλαδή σε διάχυτες αγωνίες ταυτότητας και σε μια υπαρκτή δυσφορία εξαιτίας της θλιβερής μεταμόρφωσης των πλαισίων ζωής, του βιωματικού τοπίου των ανθρώπων.

Αλλά αυτός ο ξεπεσμός είναι σε πρώτο πλάνο πραγματικός. Γι’ αυτό κι εύκολα εσωτερικεύεται ως γενικευμένη απώλεια που όμως ως αιτία γένεσης δεν έχει την πολιτική των κυβερνήσεων, την πολύμορφη εκμετάλλευση και βία του κράτους των μονοπωλίων και ειδικά των σύγχρονων υπερμονοπωλίων, αλλά τους ίδιους τους ξένους, ειδικά τους ισλαμιστές (ισλαμοφοβία).

Φυσικά αυτό είναι ανορθολογικό.

Άραγε αρκεί να στιγματίζει κανείς αυτές τις ερμηνείες ως ανορθολογικές αφού σε πρώτη ανάγνωση αποτελούν έναν υπαρκτό παράγοντα της πρακτικής της ζωής σε μια εποχή όπου όλοι μας καταμετρούμε κάθε λογής απώλειες και όχι μόνο τα χαμένα μας εισοδήματα;

Μια τέτοια τοποθέτηση στην προέκταση της μπορεί να οδηγήσει και σε εγκληματικές πράξεις εις βάρος μεταναστών.

Αποτελεί το πρόσφορο έδαφος αναβίωσης των προπολεμικών ναζιστικών συμπεριφορών σε βάρος ορισμένων μειονοτήτων, ομοφυλόφιλων, αριστερών και αναρχικών. Έδαφος που καλλιεργείται και από τη σύμπραξη με τις αστυνομικές δυνάμεις καταστολής.

Κι έτσι η σύγχρονη ακροδεξιά, ρατσιστική και ξενοφοβική, ριζώνει, στρατολογεί και οργανώνει τόσο εργατικά στρώματα, όσο κυρίως μεσαία. Γοητεύει νέους που λόγω της πολύπλευρης σημερινής κρίσης αξιών, θεσμών, αγορών εργασίας, αναζητούν εύκολες διεξόδους κι ιδεολογικά άλλοθι για τις πράξεις τους. Με αποκορύφωμα τη συγκρότηση ακόμη και «ταγμάτων εφόδου».

Αυτή η φυσική παρουσία των ανθρώπων της πάει παράλληλα με τη διείσδυση των απόψεών της στα διαδικτυακά μπλογκς και στο δηλητήριο των social media.

Μια ολόκληρη γωνιά του ελληνικού «καφενείου» αναδίδει την ατμόσφαιρά της.

Το ίδιο συμβαίνει στις λαϊκές αγορές, ενίοτε στα λεωφορεία, όπου τα ακροδεξιά σχήματα ερμηνείας ατόφια ή πλευρές τους καταγράφουν αξιοσημείωτη παρουσία. 

Ριζοσπαστισμός, νεοφιλελευθερισμός και αριστερά

 Ο νεοφιλελευθερισμός σπεύδει να εντάξει την ακροδεξιά στη χώρα του «ανορθολογισμού» ή αλλιώς στην επικράτεια των λαϊκιστικών παρεκκλίσεων από τη νομιμότητα.


Ταυτόχρονα όμως ένα μέρος του κεφαλαίου, κυρίως αυτό που νοιώθει να απειλείται από τη δύναμη των υπερμονοπωλίων και ζητά κρατικά μέτρα προστασίας στο πλαίσιο του έθνους κράτους, υποστηρίζει ακροδεξιά και νεοφασιστικά σχήματα. Στο πλαίσιο αυτό ορισμένα ακροδεξιά ιδεολογήματα και πρακτικές τα εντάσσει στο καλαντάρι της.

Επιπλέον, ο νεοφιλελευθερισμός, συνηθίζοντας στις συνοπτικές αναγωγές, καλλιεργεί το επιχείρημα ότι η έξοδος από την κρίση μέσα από την ορθολογική καπιταλιστική αναμόρφωση μιας ιδιαίτερης περίπτωσης, της ελληνικής, θα γεννήσει μια πιο θετική κοινωνική ψυχολογία για τη μεσαία τάξη πρωτίστως και τη χώρα γενικότερα καθώς και μια νέα ιστορική ευκαιρία για την ηγεμονία του ορθού λόγου που κατά κανόνα εκπορεύεται από τα επιτελεία του..

Αλλά η ακροδεξιά, η νεοφασιστική ιδεολογία και πρακτική, μετά από μια πολυετή μεταπολεμική φιλολαϊκή άνθιση των πολιτικών δραστηριοτήτων, εδώ και μερικές δεκαετίες, δυναμώνει και επεκτείνεται διαρκώς και διηπειρωτικά σαν φαιά πανούκλα και παρά τις πολλαπλές διασπάσεις της.

Αυτή η διαρκής ενδυνάμωση και διηπειρωτική επέκταση αποκαλύπτουν την ανεπάρκεια αυτού του νεοφιλελεύθερου επιχειρήματος.

Η Αριστερά πιστεύει, κατά κανόνα, ότι η σκοπιά του κοινωνικού συμφέροντος, δηλαδή ένα είδος οικονομικού ορθολογισμού των λαϊκών στρωμάτων που πλήττονται, θα καταφέρει να διαλύσει το ζόφο που πλανιέται πάνω από τις χώρες.

Αυτό είναι γενικά σωστό, είναι το αναγκαίο αλλά όχι και το ικανό για την αντιμετώπιση του ακροδεξιού ζόφου.

 

Πολλές φορές κι άλλες αγωνίες, παράλληλες προς το κοινωνικό πρόβλημα, δυσεξήγητες για κάθε ανάλυση με όρους συμφερόντων και κατανομής πόρων, προσδιορίζουν τις κοινωνικές συμπεριφορές και την αυτοσυνείδηση των πολιτών.

Η διείσδυση π.χ. του εθνορατσισμού και η νομιμοποίηση της ακροδεξιάς «τιμωρητικής βίας» είναι φαινόμενα που μπορεί να έχουν μεγαλύτερο βάθος και συνέπειες .

Γι’ αυτό τον λόγο πρέπει να συμπληρωθεί η αντίληψη που θεωρεί ότι μια «ταξική» ορθολογική επιλογή αποτελεί την αρχή και το τέλος στην απάντηση. Τα ζητήματα της ελευθερίας, της ανεξιθρησκίας, της δημοκρατίας, της ιδιοκτησίας, της αλλοτρίωσης και της αποξένωσης πρέπει να τοποθετηθούν ψηλά στην ατζέντα δραστηριοτήτων, να θεωρηθούν αναπόσπαστο μέρος δράσης της εργατικής πολιτικής.

Ένα μέρος της μαχόμενης Αριστεράς, στο οποίο συμμετέχουμε πολλοί από εμάς, κολακεύουμε το κίνημα ως είναι και το αντιμετωπίζουμε ωσάν να είναι ο αποκλειστικός φορέας μετατοπίσεων προς τα Αριστερά.

Παίρνουμε τόσο αρχικά τα αιτήματα όσο και τις μορφές δράσεις που το ίδιο το κίνημα έχει προσδιορίσει, και τα επαναλαμβάνουμε αυτούσια, δίχως γενικεύσεις των αιτημάτων, δίχως διευρύνσεις των συμμαχιών.

Αλλά μια κοινωνική έκρηξη, (όπως αυτή των Τεμπών), ως αφορμή, ως πυροδότη έχει το συγκεκριμένο γεγονός, ως αιτία όμως έχει γενικότερα ζητήματα που απασχολούν το λαό και τη νεολαία.

Γι’ αυτό και μια σύγχρονη κομμουνιστική αριστερά και κάθε αγωνιστής του κομμουνιστικού κινήματος έχουν χιλιάδες λόγους να φωτίζουν τις αθέατες πλευρές των πραγμάτων, να δείχνουν τις ρίζες των προβλημάτων, να οδηγούν την ταξική πάλη στις εσχατιές της.

Έτσι που ο καθένας να ‘χει σαφή εικόνα της οικονομικής φύσης και της κοινωνικοπολιτικής φυσιογνωμίας του μεγαλοαστού, του ανώτερου αξιωματούχου και του μεγαλοαγρότη, της αστικής τάξης συνολικά, του κράτους και των αντιδραστικών μηχανισμών. Να ξέρει τις δυνατές και τις αδύνατες πλευρές τους, να μπορεί να καταλαβαίνει τις συνηθισμένες φράσεις και τα κάθε λογής σοφίσματα, με τα οποία κάθε τάξη και κάθε στρώμα συγκαλύπτουν τις εγωιστικές επιδιώξεις τους και τον αληθινό «εσωτερικό» τους «κόσμο». Να μπορεί να διεισδύει και να διακρίνει, να μην ισοπεδώνει. Επειδή η ισοπέδωση, και δη η πολιτική, (όλοι είναι ίδιοι), βολεύει αφάνταστα την πνευματική νωθρότητα και την φασιστική επιπεδοποίηση που θέλει το πνευματικό επίπεδο των μαζών να είναι χαμηλό, να είναι θολό, να είναι άκριτο.

Ναι «κάθε ανθρώπινο μας είναι οικείο» (Κ. Μαρξ) αλλά αυτό δε σημαίνει υποταγή της πολιτικής μας και υποστολή των σημαιών μας σ' ό,τι κινείται και όπως κινείται.

Η πολιτική της εργατικής χειραφέτησης και κοινωνικής απελευθέρωσης, η εργατική πολιτική είναι τέχνη και επιστήμη ταυτόχρονα.

ΠΗΓΗ: Kommon

Σχόλια