Γιάννης Στάνκογλου: «Ήθελα να μιλήσω πάρα πολύ για το τι φέρνει η φτώχεια» Συνέντευξη στη Νόρα Ράλλη

 Γιάννης Στάνκογλου: «Ήθελα να μιλήσω πάρα πολύ για το τι φέρνει η φτώχεια»

Συνέντευξη στη Νόρα Ράλλη

Τον ξέρουμε ως καλό και δημοφιλή ηθοποιό, με τη δουλειά του στο έργο του Τρέισι Λετς τον μαθαίνουμε και ως σκηνοθέτη με άποψη και με τον... Μαρξ διαρκώς άγρυπνο μέσα του.

Θα μπορούσε να επιλέξει ένα έργο κλασικού ρεπερτορίου ή ίσως κάποιο γνωστό, ωστόσο επέλεξε το «Killer Joe». Το έργο παρουσιάζεται πρώτη φορά στην Ελλάδα, είναι σύγχρονο και έχει ήδη μεταφερθεί στον κινηματογράφο με τον Μάθιου ΜακΚόναχι στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ωστόσο, θα τολμήσουμε να πούμε πως ο ρόλος πάει περισσότερο στον Γιάννη Στάνκογλου, ο οποίος, επίσης πρώτη φορά, σκηνοθετεί και την παράσταση.

«Σκεφτόμουν πολλά έργα. Μια φίλη μού έδωσε το “Killer Joe” του Τρέισι Λετς. Το διάβασα στα αγγλικά απνευστί. Από το 1993 έχει ανέβει πολλές φορές στο θέατρο στο εξωτερικό και πάντα μετασχηματίζεται. Γι’ αυτό κι εγώ αποφάσισα να το αλλάξω κάπως: το δικό μας φινάλε είναι κάπως πιο... φεμινιστικό, αν θες.

Πρόκειται για ένα ωμά βίαιο έργο, που παρουσιάζει την κατάρρευση του “αμερικανικού ονείρου”, τις παθογένειες του καπιταλισμού και τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες που αυτός δημιουργεί. Μπορεί να αναφέρεται στις ΗΠΑ και στους ανθρώπους που μένουν μια ζωή σε μη κινούμενα τροχόσπιτα (trailertrash, “σκουπίδια των τροχόσπιτων” τους ονομάζουν υποτιμητικά), αλλά είναι τρομερό το πόσες αναφορές μπορεί να βρει κάποιος στην ελληνική πραγματικότητα. Οταν η ζωή και η εργασιακή/οικονομική πραγματικότητα δεν σου επιτρέπει να ζήσεις αξιοπρεπώς, ούτε καν με “καπιταλιστικούς όρους”, τότε όλα διευρύνονται: οι παθογένειες της οικογένειας, οι προβληματικές διαπροσωπικές σχέσεις, η ανάγκη να υπάρξεις ως πρόσωπο με “πρόσωπο”», εξηγεί ο Γ. Στάνκογλου.

Πράγματι το έργο περιέχει «σκληρές σκηνές» έρωτα και βίας και μάλιστα ο ίδιος αποφάσισε να επικρατήσει το ρεαλιστικό στοιχείο (ακόμη και οι πυροβολισμού ακούγονται ως αληθινοί), αλλά με έναν ιδιαίτερο τρόπο, ώστε να μην προσβάλλει την υψηλή θεατρική αισθητική και ταυτόχρονα να εντάσσει τον θεατή σε μια δυστοπική ατμόσφαιρα που απορρέει κι από το σκηνικό ακόμα, πέρα από τις ερμηνευτικές ικανότητες των ηθοποιών.

Πληρωμένοι δολοφόνοι, έμποροι ναρκωτικών, απαθείς ήρωες, διεφθαρμένοι αστυνομικοί, σύγχρονοι «καουμπόις», ξεπεσμένα ήθη, ανεκπλήρωτα όνειρα... Τελικά, όλα λύνονται με έναν, δύο, τρεις πυροβολισμούς; «Τον τρόπο που αποφάσισα να τελειώσει το έργο δεν τον περιμένει ο θεατής. Πρώτη φορά παρουσιάζεται έτσι. Γενικά, πάντως, κράτησα την ατμόσφαιρα του έργου, δεν το “εξελλήνισα”.

Και γιατί δεν χρειάζεται (οι αντιστοιχίσεις γίνονται άμεσα, δίχως να έχουν ανάγκη εμάς, σκηνοθέτη και ηθοποιούς) και γιατί δεν μ’ αρέσει γενικώς να φέρνουμε στο εδώ και τώρα ιστορίες που έχουν γραφτεί για κάπου αλλού. Από κει και πέρα, ήθελα να μιλήσω πάρα πολύ για το τι φέρνει η φτώχεια. Πόσο και πώς μπορεί μέσα από το χάσιμο της αξιοπρέπειάς μας, και τον τρόπο λήψης αποφάσεων σε κρίσιμες στιγμές, είτε επειδή είμαστε σε δύσκολη είτε σε επικίνδυνη θέση, όλο αυτό να μας κατρακυλήσει σε ένα βούρκο, σε ένα βάλτο από το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει πισωγύρισμα».

«Αρα είναι ταξική η προσέγγισή σου; Ξύπνησε ο Μαρξ μέσα σου;» τον ρωτάμε. «Δε λέει να πάει για ύπνο, όχι ξύπνησε! Ο Μαρξ είναι μέσα μου χρόνια... Απλώς ο τρόπος με τον οποίο ζούμε, κακά τα ψέματα, και τα πράγματα που μας συμβαίνουν, πολύ συχνά μας πετάνε στη γωνία του ρινγκ και είναι δύσκολο να αντιδράσουμε, την κατάλληλη στιγμή, με τον κατάλληλο τρόπο. Παρ’ όλα αυτά, πάντα με απασχολεί το πώς θα γίνουμε μια άλλη κοινωνία, που λέει και ο Μαρξ». «Και έρχεται ένα αμερικανικό έργο να ξανανοίξει την κουβέντα περί ταξικών ανισοτήτων;» ρωτάμε.

«Μπορεί να μη μιλάμε πολύ για “τάξεις” πλέον, αλλά ό,τι συμβαίνει στο κοινωνικο-οικονομικο-πολιτικό γίγνεσθαι αυτή τη στιγμή παγκοσμίως έχει τη βάση του σε ένα νέο είδος καπιταλισμού. Οι περισσότεροι κυνηγάμε έναν τρόπο ζωής που εξαρτάται άμεσα από το χρήμα! Θες να λύσεις το θέμα της επιβίωσής σου, αλλά ν’ αφήσεις και κάτι στα παιδιά σου κ.λπ. Ετσι, χάνεις το πραγματικό τώρα και τις αξίες της ζωής. Δεν αρκούμαστε στα λίγα. Θέλουμε πάντα κι άλλο, κι άλλο... Αυτό βέβαια προέρχεται και από τον τρόπο με τον οποίο όλοι μας, λίγο-πολύ, έχουμε μεγαλώσει: μάθαμε πως η ζωή η ίδια δεν μας αφήνει να σκεφτούμε τον κοινωνικό ιστό, ούτε πως μπορούμε όλοι να είμαστε ίσοι.

Προσωπικά το ξέρω καλά αυτό. Δουλεύω από τα 14: οικοδομή, promotion σε προφυλακτικά, μονώσεις, ντελίβερι, μπάρμαν... ούτε θυμάμαι πια! Με απλά λόγια, έχω μάθει να δουλεύω. Και στο θέατρο το ίδιο κάνω. Γι’ αυτό θέλησα να περάσω και στη σκηνοθεσία, κι ας ήξερα πως θα κριθώ αυστηρά από κοινό και κριτικούς. Πριν από δέκα χρόνια ίσως να μην ήμουν έτοιμος. Αλλά ήθελα να έρθω σε επαφή με το σύνολο της θεατρικής πράξης. Θα το ξανακάνω, αλλά όχι με μένα να παίζω ταυτόχρονα».

Στο έργο διαφαίνεται ξεκάθαρα μια τραγικότητα: θύτης και θύμα φέρουν εξίσου ευθύνη. «Η ευθύνη είναι κοινή σχεδόν πάντα», λέει ο Γ. Στάνκογλου. «Οταν ψηφίζει μόνο το 50% του εκλογικού σώματος και οι περισσότεροι μένουν απαθείς, αυτό τι είναι; Τι να το κάνω εγώ αν αλλάζει μόνο η επιφάνεια και όχι η ουσία; Ισως γι’ αυτό και να έχω αφιερώσει στη 12χρονη κόρη μου την παράσταση. Γιατί με επαναφέρει στην υπευθυνότητα. Και στις αξίες. Αυτό χαίρομαι σ’ αυτό το έργο. Οπως και στο σίριαλ “Ο όρκος” που συμμετέχω στην ΕΡΤ – θα παιχτεί από Γενάρη κα έχει να κάνει με τους γιατρούς του δρόμου... Σπουδαίο σχολείο ο δρόμος τελικά. Αρκεί να μην καταλήγει σε “αδιέξοδο”!»

📌 INFO: Στο θέατρο «Εμπορικόν» (Σαρρή 11, Ψυρρή, 210-3211750), κάθε Τετ. 20.00, Πέμ., Παρ. 21.00, Σάββ. 18.00, 21.00, Κυρ. 20.00. Με τους Γιάννη Στάνκογλου, Κώστα Νικούλι, Κωνσταντίνο Σειραδάκη, Δήμητρα Λημνιού, Ναταλία Σουίφτ.

ΠΗΓΗ: Εφσυν

Σχόλια