Viva Κάστρο! Viva Μίκη! Του Δημήτρη Γκιώνη

 Viva Κάστρο! Viva Μίκη!

Κάστρο και Θεοδωράκης κόβουν την πίτα των γενεθλίων. Πίσω από τον Κάστρο η Μαρία Φαραντούρη 

Του Δημήτρη Γκιώνη

Μια μοναδική μουσική –και όχι μόνο– εμπειρία στην Κούβα το 1981 

Ήταν Αύγουστος του 1981, όταν είχα την τύχη ενός μοναδικού ταξιδιού στην Κούβα, για σειρά συναυλιών του Μίκη Θεοδωράκη με το «Κάντο Χενεράλ», σε ποίηση Πάμπλο Νερούδα. 

Μια εμπειρία, η πιο σημαντική στη δημοσιογραφική μου διαδρομή, που κράτησε περί τον ένα μήνα, καθώς περιλάμβανε και τρεις συναυλίες –προσφορά του Κάστρο– με το ίδιο έργο στη Νικαράγουα. 

Το «Κάντο» είχε προετοιμάσει κουβανέζικη ορχήστρα και χορωδία και θα διηύθυνε ο συνθέτης, με σολίστ τη Μαρία Φαραντούρη, τον Πέτρο Πανδή και τον Λάκη Καρνέζη στο μπουζούκι. Σε άλλα τραγούδια ο Γιώργος Νταλάρας. 

Εκεί ο ενθουσιασμός και η έξαρση, με αποκορύφωμα την τελευταία συναυλία στην κεντρική πλατεία της Αβάνας, που παρακολούθησε και ο Φιντέλ Κάστρο, με το κοινό να τον υποδέχεται μ’ ενθουσιασμό. Πρόσθετο δώρο της αξέχαστης εκείνης βραδιάς, η συνάντησή μας αργότερα, σ’ ένα σπίτι με θαυμάσιο κήπο, με τον ηγέτη της κουβανικής επανάστασης και ολιγομελή συντροφιά, κάτω από ισχυρά μέτρα ασφαλείας, καθώς μέχρι τότε είχαν μετρηθεί περί τις πενήντα απόπειρες δολοφονίας του Κάστρο. 

Έλληνες παντού…

Είχε προηγηθεί, μετά το τέλος της συναυλίας, η σύστασή μας στον Κάστρο από τον Θεοδωράκη, με τον οποίο είχε θερμό χαιρετισμό, καθώς είχαν συναντηθεί και άλλες φορές. 

– Από εδώ οι Ελληνες δημοσιογράφοι… 

Ηταν ακόμα, πλην της αφεντιάς μου (από την «Ελευθεροτυπία»), ο Κώστας Ρεσβάνης (από τα «Νέα»), ο Αρης Παπάνθιμος (από τον «Ριζοσπάστη») και η φωτογράφος Νίκη Τυπάλδου. 

– Κι εσείς Ελληνες; Μα παντού βλέπω Ελληνες! Ακόμα και δυο υπουργοί μου είναι Ελληνες! λέει με κέφι ο Κάστρο. 

Η εικόνα του από κοντά δεν διέφερε από εκείνες που ξέραμε από τις φωτογραφίες. Ψηλός (στο ύψος του Θεοδωράκη), γένια, η πράσινη στρατιωτική στολή, το παντελόνι χωμένο στις μπότες, το κασκέτο, το περίστροφο και οι σφαίρες που σφίγγονταν στη μέση του. Ηταν ν’ απορεί κανείς πώς άντεχε αυτό το ντύσιμο στην τροπική άπνοια που κυριαρχούσε ολόγυρα. Τον είχαμε δει από μακριά, πριν λίγες ημέρες, στον γιορτασμό της 28ης επετείου από την αποτυχημένη επιδρομή του ίδιου και των συντρόφων του στο στρατόπεδο της Μονκάδα, που σήμανε όμως και την αρχή της νικηφόρας επανάστασης. Ενα τεράστιο πλήθος τον αποθέωνε καθώς μιλούσε από στήθους σε ανοιχτό χώρο. 

Στη νυχτερινή μας συνάντηση είχε τα κέφια του. Καμιά σχέση με τον άτεγκτο επαναστάτη και τον αδέκαστο πολέμιο των Αμερικανών, που δεν ήξεραν τι να κάνουν μ’ αυτό το «μίασμα» που ξετρύπωσε στα πόδια τους και δεν έλεγε να γονατίσει παρά το εμπάργκο. Ηταν, όμως, πλην της παραγωγής των πούρων και του ζαχαροκάλαμου, που εξασφάλιζαν ως ένα βαθμό μια οικονομική αυτάρκεια, και η συμπαράσταση από την τότε κραταιά Σοβιετική Ενωση.

Καλλιτέχνες-επαναστάτες

Στο ένα χέρι το πούρο, στο άλλο ένα ποτηράκι ρούμι, που ανανέωνε ένας φρουρός του. Εκφράζει τον θαυμασμό του για τον Μίκη Θεοδωράκη: – Είναι ευκολότερο να είσαι επαναστάτης, παρά συνθέτης όπως εσύ! 

Και ο Θεοδωράκης: – Εγώ είμαι επαναστάτης τουρίστας! 

Και λίγο πιο μετά ο Κάστρο:  – Ξέρω πολλούς πολιτικούς που δεν είναι επαναστάτες και πολλούς καλλιτέχνες που είναι επαναστάτες. Δεν υπάρχει μεγάλος καλλιτέχνης που να μην είναι προοδευτικό το έργο του. Η φτώχεια του φασισμού φάνηκε στη ναζιστική περίοδο, όταν χρησιμοποιούσε τη μουσική του Μπετόβεν, που δεν έχει καμιά σχέση με τον φασισμό. 

Οι φρουροί που τον περιβάλλουν μας λένε συνέχεια «Νο ιντερβιού» («Οχι συνέντευξη»). Ο Θεοδωράκης είναι ο μόνος που δεν εμποδίζεται. 

– Τι γνώμη έχεις για τον Μιτεράν; τον ρωτάει.
– Τον προτιμώ από τον Ρίγκαν και τη Θάτσερ. 
– Ποιο νομίζεις ότι είναι το μεγαλύτερο παγκόσμιο πρόβλημα; 
– Να διαφυλάξουμε όσο μπορούμε την ειρήνη. 
– Γιατί δεν έχεις έρθει ποτέ στην Ελλάδα; 
– Δεν με κάλεσε κανείς! 
– Θα σε καλέσω εγώ, στο Βραχάτι. Θα καλέσω και τον Μιτεράν. Θα έρθεις; 
– Θα έρθω! 

Γενέθλια

Οι ερωτήσεις γίνονται στα αγγλικά ή γαλλικά. Ο Κάστρο απαντάει στα ισπανικά, που μεταφράζει μια όμορφη κοπέλα, ενώ κάποιος με στρατιωτικά μαγνητοφωνεί όσα λέγονται. 

Ο Θεοδωράκης έχει τα γενέθλιά του και του έχει ετοιμαστεί μια μεγάλη τούρτα μ’ ένα κερί, που το σβήνουν εναλλάξ Κάστρο (γιατί κάπου εκεί κοντά ήταν και τα δικά του γενέθλια) και Θεοδωράκης, και μετά και οι δυο μαζί, κάτω από χειροκροτήματα. Από τα κομμάτια που κόβονται υπάρχει και ένα για τον Μαρξ. 

Ο Κάστρο είναι ιδιαίτερα περιποιητικός με τις γυναίκες, που συνωστίζονται ποια να τον πρωτοπλησιάσει. Τους λέει αστεία, κομπλιμέντα. Πειράζει έναν κοντό πενηντάρη, διευθυντή μουσείου και την όμορφη σύζυγό του: 

– Μα τι είν’ αυτά; Κάθε φορά σε βλέπω με νέα γυναίκα. Πόσες φορές έχεις παντρευτεί; 
– Τρεις. 
– Να μη σε δω με τέταρτη! Και γυρνώντας σ’ εκείνη: Μα τι του βρήκες; 

Γελάνε. 

Βλέπει την Αννα Ραγκούση (μνηστή τότε και κατοπινή σύζυγο του Γιώργου Νταλάρα). 

– Πού είναι ο άντρας σου; 
– Εκεί· και τον δείχνει. 

Τον φωνάζει. 

– Γιατί αφήνεις τη γυναίκα σου μόνη; 

Ο Νταλάρας βρίσκει την ευκαιρία να πει δυο λόγια που δεν έχουν σχέση με την ερώτηση: 

– Θα ’θελα να σας ευχηθώ να είστε πάντα, έτσι όπως σας βλέπω απόψε, και να μην πάψετε να αγωνίζεστε… 
– Ευχαριστώ, αλλά μην αφήνεις τη γυναίκα σου μόνη! 

Ο Κάστρο ζητάει από τον Νταλάρα να πει ένα τραγούδι, κι εκείνος λέει το «Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι» του Καλδάρα, ενώ ο Λάκης Καρνέζης που τον συνοδεύει, παίζει στη συνέχεια με το μπουζούκι του τον «Ζορμπά». 

Η νυχτερινή αυτή συνάντηση κράτησε πάνω από τρεις ώρες (και τι καλά να ήταν και ο Τσε!). Αποχωρήσαμε γύρω στις τέσσερις το πρωί και ο μόνος που δεν έδειχνε κουρασμένος ήταν ο Κάστρο. «Δεν κοιμάται πάνω από τέσσερις ώρες», μας είπαν. Και δεν κάθισε ούτε στιγμή. Διαρκώς περιφερόμενος μ’ ένα ποτηράκι στο χέρι, χωρίς να φαίνεται ζαλισμένος. 

«Δεν έχει καιρό για διασκέδαση», μας είπαν. Μια συνάντηση με τον φίλο του συγγραφέα Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες και η συναυλία του Μίκη Θεοδωράκη ήταν από τις σπάνιες απολαύσεις του τον τελευταίο καιρό. Οσο για εμένα, ο μύθος του Κάστρο πήρε μια πιο ολοκληρωμένη διάσταση μ’ αυτή την επικοινωνία μαζί του. 

Στη Νικαράγουα

Αμέσως μετά την Αβάνα ακολούθησαν οι συναυλίες στη Μανάγκουα, την πρωτεύουσα της Νικαράγουας. Αν η Κούβα με ενθουσίασε, η Νικαράγουα με ενθουσίασε και με συγκίνησε. Δυο χρόνια μετά τη νικηφόρα επανάσταση των Σαντινίστας, ο βασανισμένος λαός της, με την ηγεσία του (όλοι νέοι άνθρωποι), είχε ριχτεί σε μια προσπάθεια να επουλώσει τις πληγές που είχε επιφέρει η δυναστεία του δικτάτορα Αναστάσιο Σομόζα, οι σεισμοί (που είχαν ισοπεδώσει τη Μανάγκουα) και ο πόλεμος. 

Κατάμεστο και στις τρεις συναυλίες στο τριών χιλιάδων θέσεων «Θέατρο του Λαού» από ένα πλήθος, νεανικό κυρίως, Σαντινίστας οι περισσότεροι, που προσήλθαν οπλισμένοι με αυτόματα και περίστροφα. 

«Τούτη είναι του Σαντίνο η ιστορία/ του καπετάνιου της Νικαράγουα», τραγουδούσε η χορωδία (στα ισπανικά βέβαια) – εδώ στη μετάφραση του «Κάντο Χενεράλ» από τη Δανάη Στρατηγοπούλου. Κι από κάτω να φωνάζουν: 

– Σαντίνο για πάντα! 
– Θα νικήσουμε! 
– Πατρίδα ή θάνατος! 

Μεταξύ των θεατών και οι ηγέτες της επανάστασης, με επικεφαλής τον πρόεδρο-κομαντάντε Ντανιέλ Ορτέγκα, που συναντήσαμε αργότερα – πάντα με τον Μίκη Θεοδωράκη, του οποίου δήλωσαν φίλοι και θαυμαστές. Εκεί να μιλάνε για τα σχέδιά τους, αλλά και για τους εχθρούς της επανάστασης, που δεν εξόντωσαν, ούτε καν κυνήγησαν (πλην της οικογένειας Σομόζα), οι οποίοι είχαν την υποστήριξη των ΗΠΑ – πράγμα που λίγο αργότερα οδήγησε στη διάβρωση της επανάστασης. Η Αμερική δεν είχε καμιά διάθεση να ανεχτεί ένα δεύτερο «μίασμα» στην καρδιά της… 

 

ΠΗΓΗ: Εφσυν

Σχόλια