Βιάζονται να επιβάλουν τον απεργοκτόνο, αντισυνδικαλιστικό νόμο

  Βιάζονται να επιβάλουν τον απεργοκτόνο, αντισυνδικαλιστικό νόμο 


Οι αντιαπεργιακοί και γενικά οι αντεργατικοί νόμοι είναι μια πολύ παλιά ιστορία. Μια διεθνή ιστορία. Το κεφάλαιο, όπου γης, έβαζε τους εκπροσώπους του να ψηφίζουν νόμους-εμπόδια στην πάλη των εργατών για τη βελτίωση της θέσης τους άρα και της αδιατάρακτης κερδοφορίας του. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ταμένη σε αυτόν τον σκοπό, δεν αποτελεί εξαίρεση. Θα λέγαμε ότι αξιοποιώντας τις ιδιαίτερες συνθήκες της πανδημίας εμφανίζεται και πιο επιθετική από ότι θα την έπαιρνε υπό φυσιολογικές συνθήκες.

Τυπικά η απεργία θεωρείται η τελευταία γραμμή άμυνας των εργαζομένων όταν δεν τους έχει απομείνει κανένα άλλο όπλο είτε για να διεκδικήσουν είτε για να προασπίσουν τα δικαιώματά τους. Στην πραγματικότητα είναι το μοναδικό όπλο που έχουν, καθώς η εργοδοσία ουδέποτε υποχώρησε εύκολα και ποτέ δεν εμφανίστηκε πρόθυμη ακόμη και για την παραμικρή παραχώρηση.

Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο η απεργία ήταν πάντοτε στο στόχαστρο των εργοδοτών και των αντεργατικών κυβερνήσεων. Βασική, άλλωστε, αρχή του συστήματος της μισθωτής εργασίας ήταν -και παραμένει- η εργατική δύναμη να αντιμετωπίζεται ως μεμονωμένο και ατομικό και όχι ως συλλογικό εμπόρευμα. Αντίθετα, η απεργία αφορά μια συλλογική διαδικασία μέσω της οποίας επιχειρείται να διευθετηθούν συλλογικά -δηλαδή για μεγάλες κατηγορίες εργαζομένων- οι όροι και οι προϋποθέσεις πώλησης της εργατικής δύναμης.

  Το αντεργατικό έκτρωμα του νόμου 4808/2021, για το χτύπημα της απεργίας και το φακέλωμα των συνδικάτων, βάζει σε εφαρμογή η κυβέρνηση, κάνοντας σινιάλο στην εργοδοσία να ξεσαλώσει σε βάρος της συνδικαλιστικής δράσης, με την εγκύκλιο - Υπουργική Απόφαση που δημοσιοποιήθηκε χτες και «ερμηνεύει» άρθρα του νόμου.

Υπενθυμίζεται ότι στο σύνολό του ο νόμος αυτός διατηρεί και εξελίσσει προηγούμενους αντεργατικούς νόμους, εντείνει το ξεζούμισμα των εργαζομένων, επιφέροντας συντριπτικά χτυπήματα στον χρόνο εργασίας, διευκολύνοντας την εφαρμογή της 10ωρης και 12ωρης δουλειάς, τις απλήρωτες υπερωρίες και τις απολύσεις, χτυπώντας το δικαίωμα στη συνδικαλιστική δράση.



Η πρώτη Υπουργική Απόφαση για την υλοποίηση αυτού του νόμου αφορά τα άρθρα για το χτύπημα της συνδικαλιστικής δράσης κι αυτό δείχνει ποιες είναι οι προτεραιότητες κυβέρνησης και εργοδοσίας, ώστε στη συνέχεια πιο εύκολα να εφαρμοστούν και τα υπόλοιπα αντεργατικά μέτρα.

Η εγκύκλιος αναφέρεται στα άρθρα 91 - 95 του νόμου που διατηρούν και θέτουν επιπλέον φραγμούς στο δικαίωμα της απεργίας. Με το άρθρο 95 ουσιαστικά καταργείται το δικαίωμα της απεργίας, αφού προβλέπεται ότι στις επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας (περιλαμβάνει και ιδιωτικές επιχειρήσεις) για να γίνει απεργία πρέπει η συνδικαλιστική οργάνωση να έχει ορίσει προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας που θα επαρκεί για να παράγεται το 1/3 του παρεχόμενου έργου.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η επιχείρηση θα λειτουργεί σχεδόν σαν να μην απεργούν οι εργαζόμενοι, ιδιαίτερα σε ορισμένες περιπτώσεις, όπου η παροχή ακόμα και του 1/3 του έργου προϋποθέτει τη συμμετοχή σχεδόν του συνόλου των εργαζομένων.

Οι κλάδοι στους οποίος εφαρμόζεται αυτή η διάταξη είναι: Υγειονομικές υπηρεσίες, επιχειρήσεις ύδατος, ηλεκτρικού ρεύματος, καύσιμου αερίου, παραγωγής ή διύλισης ακάθαρτου πετρελαίου, μεταφοράς προσώπων και αγαθών, τηλεπικοινωνίες, ταχυδρομεία, αποχέτευσης και απαγωγής λυμάτων, αποκομιδής και εναποθέσεως απορριμμάτων, φορτοεκφόρτωσης στα λιμάνια, Τραπέζης Ελλάδος, Πολιτικής Αεροπορίας. Η ισχύς του άρθρου, αναφέρει η εγκύκλιος, είναι άμεση.

Δεύτερο απεργοκτόνο άρθρο είναι το 93, που υποχρεώνει τη συνδικαλιστική οργάνωση «που κηρύσσει απεργία (...) να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων, οι οποίοι δεν συμμετέχουν στην απεργία, ώστε να προσέρχονται και να αποχωρούν ελεύθερα και ανεμπόδιστα από την εργασία τους και να παρέχουν αυτήν χωρίς την άσκηση σωματικής ή ψυχολογικής βίας σε βάρος τους από οποιονδήποτε»!

Όχι μόνο απαγορεύει στην πράξη την περιφρούρηση της απεργίας από τις απεργοσπαστικές μεθοδεύσεις της εργοδοσίας, αλλά δίνει κάλυψη και σε προβοκάτσιες από την εργοδοσία και τους απεργοσπαστικούς μηχανισμούς της.

Με το άρθρο 94 υποχρεώνει τα συνδικάτα στο Δημόσιο, στους ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ να πάνε σε διάλογο μέσω ΟΜΕΔ με την εργοδοσία, επισημαίνοντας πως όσο διαρκεί ο διάλογος «η άσκηση του δικαιώματος της απεργίας αναστέλλεται στις επιχειρήσεις δημοσίου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας».

Με την Υπουργική Απόφαση καθορίζονται οι όροι φακελώματος των συνδικαλιστικών οργανώσεων που πλέον είναι υποχρεωμένες (πλην των ναυτεργατικών οργανώσεων) να εγγράφονται στο Γενικό Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων (ΓΕΜΗΣΟΕ), μέσω πλατφόρμας που θα διατηρείται στο σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», καταχωρώντας στοιχεία όπως έδρα οργάνωσης, νόμιμου εκπροσώπου, σύνθεση οργάνων διοίκησης, αριθμός ψηφισάντων, σειρά εκλογής εκλεγμένων μελών κ.ά.

Όπως και κάθε παλιότερη προσπάθεια είτε επρόκειτο για το νόμο 330/1976, τον οποίο υπέγραψε ο Κώστας Λάσκαρης ως υπουργός Εργασίας, και προέβλεπε ότι απεργίες μπορούν να γίνονται μόνο για μισθολογικά ζητήματα –μια απόλυση ή μια συμπαράσταση δεν συγκαταλέγονταν στα «νόμιμα» – και επιπλέον, οι απεργίες που κηρύσσονταν από «μη επίσημα-αναγνωρισμένα» σωματεία ήταν παράνομες - ίδιος ο Λάσκαρης, πάντως, έμεινε στην ιστορία ως ο υπουργός που αναγνώρισε επίσημα ότι η «Αγία Αθανασία του Αιγάλεω» συνομιλούσε όντως με την Παναγία…- είτε για τον νόμο 3239 του 1955 του υπουργού Εργασίας Ανδρέα Στράτου, που επέβαλλε την αναγκαστική διαιτησία για τις εργατικές διαφορές, φτιάχνοντας ουσιαστικά ένα ανάχωμα στην απεργία όλοι κατέληξαν με την πάλη των εργαζομένων στα αζήτητα της ιστορίας.
Η χούντα έφερε την τροποποίηση του νόμου 3239/55 με το διάταγμα 186/69, αφού έλυσε το πρόβλημά της με πιο δραστικό τρόπο: Διόριζε δικές της ηγεσίες στα σωματεία και τις ενώσεις…

Πολλά θα δούμε. Πολλά μας μένει να κάνουμε. Όπως έχουμε γράψει και στο παρελθόν: Τα πράγματα είναι απλά. Ή εμείς, η μεγάλη εργαζόμενη πλειοψηφία, ή αυτοί που ζουν από τον ιδρώτα μας και οι παρατρεχάμενοι τους.

Στο χέρι μας είναι να μείνει ο νόμος στα χαρτιά και να καταργηθεί.

 

Επιμέλεια: Α.Κ.

Σχόλια