Φορολογική ρελάνς από τις ΗΠΑ Παγκόσμιος φόρος ενιαίος για τις πολυεθνικές
Του Μπάμπη Μιχάλη
Αλλάζει τα δεδομένα η πρόταση της κυβέρνησης Μπάιντεν για νέο καθεστώς φορολόγησης των μεγάλων πολυεθνικών και 21% παγκόσμιο ελάχιστο φορολογικό συντελεστή ● Επιχειρεί να εξαλείψει το πλεονέκτημα μεταφοράς κερδών σε φορολογικούς παραδείσους ● Επιφυλακτική αντίδραση στην Ε.Ε.
Τη φορολόγηση των πολυεθνικών επιχειρήσεων βάσει των πωλήσεών τους ανά χώρα προτείνει η κυβέρνηση Μπάιντεν στο πλαίσιο της πρότασής της για την υιοθέτηση ενός νέου πλαισίου εταιρικής φορολόγησης παγκοσμίως.
Σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα των Financial Times -το οποίο επικαλείται σχετικά έγγραφα που εστάλησαν προς τις 135 χώρες που συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ για την αλλαγή των διεθνών φορολογικών κανόνων- το σχέδιο που προτείνει το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών θα ισχύει για τα παγκόσμια κέρδη των μεγαλύτερων εταιρειών του κόσμου, συμπεριλαμβανομένων και των τεχνολογικών κολοσσών των ΗΠΑ, ανεξάρτητα από τη φυσική τους παρουσία σε μια χώρα.
Οι μεγαλύτερες
επιχειρήσεις του κόσμου θα καταβάλλουν φόρους στις εθνικές κυβερνήσεις βάσει
των πωλήσεών τους στην εκάστοτε χώρα.
Στόχος του σχεδίου, να μπει ένα τέλος στη «μηχανή» μεταφοράς εταιρικών κερδών σε φορολογικούς παραδείσους και την εκτεταμένη φοροαποφυγή των πολυεθνικών που διαβρώνει τη φορολογική βάση. Παράλληλα να σταματήσει η κλιμακούμενη μονομερής υιοθέτηση εθνικών ψηφιακών φόρων.
Η πρόταση αντικατοπτρίζει τον ευρύτερο στόχο του Τζο Μπάιντεν να μπει φραγμός στον «αγώνα δρόμου προς τα κάτω» που πραγματοποιείται τα τελευταία 30 χρόνια μεταξύ των χωρών της υφηλίου στους συντελεστές φορολόγησης των επιχειρήσεων με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων που στερεί από τα αναγκαία έσοδα για τη χρηματοδότηση βασικών υπηρεσιών και επενδύσεων του κράτους.
Οι διαπραγματεύσεις για την υιοθέτηση νέου διεθνούς φορολογικού καθεστώτος για τις επιχειρήσεις υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ είχαν καθηλωθεί εδώ και χρόνια κυρίως εξαιτίας των ΗΠΑ, οι οποίες επικαλούνταν ενδεχόμενες διακρίσεις σε βάρος των πολυεθνικών τους. Έπειτα από περίπου μία δεκαετία οι διαπραγματεύσεις διαιρέθηκαν τελικά σε δύο πυλώνες. Ο πρώτος αφορά τη δημιουργία ενός νέου καθεστώτος φορολόγησης των μεγάλων πολυεθνικών και την υιοθέτηση κανόνων για τη φορολόγηση των διακρατικών ψηφιακών υπηρεσιών που επιχειρεί μεταξύ άλλων να ορίσει πού πληρώνονται οι φόροι και ποιες εταιρείες θα υπόκεινται σε αυτούς. Ο δεύτερος πυλώνας επικεντρώνεται στη διάβρωση της φορολογικής βάσης και τη θεραπεία της με τη δημιουργία ενός παγκόσμιου ελάχιστου φορολογικού συντελεστή, τον οποίο τώρα η κυβέρνηση Μπάιντεν προσδιορίζει στο 21%.
Όσον αφορά τον πρώτο πυλώνα, η νέα πρόταση των ΗΠΑ εστιάζει μόνο στις πολύ μεγάλες και κερδοφόρες εταιρείες του κόσμου, οι οποίες θα υπόκεινται σε νέους κανόνες ανεξάρτητα από τον τομέα τους και θα φορολογούνται με βάση το επίπεδο των εσόδων και των περιθωρίων κέρδους. Ο αριθμός τους εκτιμάται σε περίπου 100 και μεταξύ αυτών θα είναι και οι τεχνολογικοί κολοσσοί των ΗΠΑ.
Η αμερικανική πρόταση χαιρετίστηκε από τον επικεφαλής της διεύθυνσης φορολογικών ζητημάτων του ΟΟΣΑ, Pascal Saint-Amans, ο οποίος υπογράμμισε ότι αυτή είναι σοβαρή, θετική και επανεκκινεί τις διαπραγματεύσεις. Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς δήλωσε ότι ταυτίζεται με την αμερικανική πρωτοβουλία. Υπογράμμισε ακόμη ότι η Γερμανία θα έχει υψηλότερα φορολογικά έσοδα.
Ο Γάλλος ομόλογός του Μπρούνο Λε Μερ συμφώνησε ότι μια παγκόσμια συμφωνία για τη διεθνή φορολόγηση των εταιρειών είναι πλέον εφικτή, προσθέτοντας ότι «οφείλουμε να αδράξουμε αυτή την ιστορική ευκαιρία». Και οι δύο συμμετείχαν στις virtual συναντήσεις των υπουργών Οικονομικών του G20 την περασμένη Τετάρτη όπου και συζητήθηκε η αμερικανική πρόταση. Οι συζητήσεις υπό την αιγίδα του ΟΟΣΑ θα συνεχιστούν με στόχο την επίτευξη συμφωνίας στη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών του G20 τον επόμενο Ιούλιο.
Αντίθετος απέναντι στις αμερικανικές προτάσεις στάθηκε, όπως αναμενόταν, ο Ιρλανδός υπουργός Οικονομικών Πασκάλ Ντόναχιου και επικεφαλής του Eurogroup, εκφράζοντας επιφυλάξεις, ενώ προειδοποίησε για τις επιπτώσεις που θα έχει στην ανταγωνιστικότητα των μικρών και μεσαίων οικονομιών που εφαρμόζουν χαμηλότερους συντελεστές εταιρικής φορολόγησης.
Ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι αν υπάρξει τελική συμφωνία, τα έσοδα των κυβερνήσεων από τη φορολόγηση των πολυεθνικών θα αυξηθούν κατά 50-80 δισ. δολάρια ετησίως.
Οι κυβερνήσεις θα μπορούν μετά την καθιέρωση αυτού να επιβάλουν οποιονδήποτε εταιρικό φορολογικό συντελεστή θέλουν στο εσωτερικό τους. Ωστόσο αν οι πολυεθνικές φορολογούνται με μικρότερο από τον παγκόσμιο ελάχιστο φορολογικό συντελεστή σε μια χώρα, τότε οι κυβερνήσεις των χωρών όπου αυτές έχουν την έδρα τους θα μπορούν να τους προσθέσουν φόρους έως ότου καλυφθεί το ποσοστό του ελάχιστου παγκόσμιου, εξαλείφοντας έτσι από αυτές το πλεονέκτημα μεταφοράς των κερδών τους σε φορολογικό παράδεισο.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, οι χώρες έχουν συμφωνήσει σε γενικές γραμμές για τον παγκόσμιο ελάχιστο φόρο, αλλά δεν τα βρίσκουν στο ύψος του συντελεστή αυτού. Ο επικεφαλής της Παγκόσμιας Τράπεζας, Ντέιβιντ Μαλπάς, υποστήριξε χθες ότι ένας συντελεστής της τάξης του 21% είναι πολύ υψηλός και θα εμποδίζει την προσέλκυση επενδύσεων από τις φτωχές χώρες.
Καυτό ζήτημα των διαπραγματεύσεων αποτελεί, τέλος, και το αν κάποιες οντότητες όπως τα επενδυτικά funds ή τα επενδυτικά καταπιστεύματα ακινήτων, στα οποία ακουμπούν αυξανόμενα οι λεφτάδες τα χρήματα που έβγαλαν στη διάρκεια κρίσης, θα καλύπτονται από τους νέους κανόνες.
ΠΗΓΗ: Εφσυν
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου