Τα χρονικά των τοίχων
Του ΚΙΜΠΙ
Τα παρατηρώ εδώ και τουλάχιστον οκτώ χρόνια. Κι έχω μείνει με την απορία για το τι είναι και τι δηλώνουν. Είναι γραμμένα σε όλη την Αθήνα, στις γειτονιές και στο κέντρο, σε τοίχους, μάντρες, πλατείες και σχολεία. Τα βλέπεις γραμμένα χαμηλά ή ψηλά, αλλά πάντα τραβάνε το βλέμμα, χωρίς να το απορροφούν. Είναι τέσσερις χαρακτήρες όλοι κι όλοι, γραμμένοι συνήθως με μαύρη μπογιά, σπανιότερα με κόκκινη. «ΥΟ13!», «ΥΟ14!» «ΥΟ15»…
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι το «ΥΟ…» είναι τα αρχικά γράμματα των λέξεων «year of…» (η χρονιά τού…», αν και υπάρχει το ενδεχόμενο το «Ο» να μη είναι το γράμμα, αλλά το αριθμητικό «0» (μηδέν). Οπότε ο μυστηριώδης γκραφιτάς απλώς μετρά τις χρονιές παραλείποντας το «2»: η χρονιά του 2013, του 2014, του 2015 κ.ο.κ. Η άλλη εκδοχή είναι να μετρά την ηλικία του. Και η τρίτη να είναι ένας/μία γεννημένος/η το 2000, οπότε μετρά και τα δύο. Κι επειδή από το 2013 που πρωτοεμφανίστηκαν κάθε χρόνο ανανεώνονταν σταθερά μέχρι και το 2019 -«ΥΟ19!»-, ήταν αδύνατο να μην παρατηρήσω ότι το για το 2020 δεν υπήρξε καμιά υπογραφή/επιγραφή/διακήρυξη της αποφράδος χρονιάς, ένα «ΥΟ20!».
Δύο τινά μπορεί να συμβαίνουν: Ή ο νεαρός (υποθέτω) επίδοξος γκραφιτάς βαρέθηκε να φυλλομετρά τη χαμένη μνημονιακή δεκαετία, τη μια κατεστραμμένη χρονιά μετά την άλλη, με την προσδοκία ότι κάθε καινούργια θα ήταν λιγότερο χαμένη από την προηγούμενη. Ή θεώρησε το 2020 της πανδημίας τόσο χαμένο για τον ίδιο και τη γενιά του που αποφάσισε ότι δεν του αξίζει ούτε καν ένα ελάχιστο ίχνος σ’ αυτό το αυτοσχέδιο χρονικό τοίχου. Ακόμη μια χαμένη χρονιά, για μια γενιά που μετρά κιόλας μια πλήρη χαμένη δεκαετία (δωδεκαετία πλέον, αν μετρήσουμε από το 2010), διεκδικώντας για την ίδια τη ρετσινιά της χαμένης γενιάς.
Και πέρα από τα σχήματα (λόγου) και τα δημοσιογραφικά προσχήματα, μία χαμένη χρονιά, και δύο με την τρέχουσα, για μια χαμένη γενιά εξελίσσεται σε επικίνδυνη κυριολεξία για τους εφήβους και τους νέους που υποβάλλονται σε πολύμηνο εγκλεισμό. Που έχουν χάσει ήδη δύο εκπαιδευτικές χρονιές μακριά από σχολικές τάξεις και αμφιθέατρα, που τους επιβάλλεται η τηλεκπαίδευση ως επαρκές υποκατάστατο της ζωντανής και αμφίδρομης διδασκαλίας, που η μοναδική αίσθηση κρατικής μέριμνας που αποκτούν είναι οι απαγορεύσεις και οι περιορισμοί μετακίνησης. Που η μόνη υλική επαφή τους με κρατική δομή είναι η αστυνομική επιτήρηση και βία, που η εμπειρία διακυβέρνησης που τους παρέχεται είναι οι τηλεοπτικές εξαγγελίες υπουργών και οι τεχνοπολιτικές τηλεδιαλέξεις του Σκέρτσου με τα ακατάληπτα γραφήματα, που εκπαιδεύονται στην επιβίωση με τα 534 του επιδόματος αναστολής, τα 550 μισθού για πλήρη απασχόληση, τα 350 για μερική και τα 399 για ανεργία, που μαθαίνουν ότι είτε θα εξαντληθούν μέχρι τα 35 χρόνια τους στο κυνήγι των τίτλων σπουδών είτε θα περιοριστούν στα προσόντα ανειδίκευτου αποφοίτου Λυκείου – έτσι κι αλλιώς μέχρι να γεράσουν θα χρειαστεί να αλλάξουν πολλές δεξιότητες, πολλά επαγγέλματα, πολλούς χώρους, πολλές χώρες. Που αγνοούν τι σημαίνει σωματείο, συλλογική διαπραγμάτευση, κοινωνική τάξη, συναδελφική αλληλεγγύη, που δυσφορούν με την έννοια του εργαζόμενου και προτιμούν την ιδιότητα του συνεργάτη, που αγνοούν την παγκόσμια αλυσίδα παραγωγής, εφοδιασμού και υπηρεσιών και αρκούνται σε όσα πρέπει να διεκπεραιώνουν οι ίδιοι στο 10ωρο μπροστά στην οθόνη των PC τους, που δεν έχουν ιστορική μνήμη και συλλογική ταυτότητα, αλλά αλγοριθμικό διαβατήριο και ψηφιακά μεταδεδομένα, που δεν είναι πολίτες, αλλά πελάτες.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
ΠΗΓΗ: kibi-blog.blogspot.com
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου