Ποιος φοβάται τους νέους;
Του Κώστα Παλούκη Διδάκτορα Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Ιστορίας
Με то ξέσπασμα της πανδημίας η νεανική δραστηριότητα τέθηκε στο στόχαστρο από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, το συμβούλιο των ειδικών λοιμωξιολόγων και τα φιλοκυβερνητικά δημοσιογραφικά Μέσα.
Αρχικά οι συνάξεις σε πλατείες και δημόσιους χώρους, στη συνέχεια τα περίφημα πάρτι και τέλος ακόμη και η νεανική ερωτικήδραστηριότητα του καλοκαιριού παρουσιάζονται ως οι βασικότερες αιτίες της διάδοσης του κορονοϊού κατά το δεύτερο κύμα. Ο πρωθυπουργός απευθύνεται πατερναλιστικά και διδακτικά στους νέους, ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας προχωρά σε συστάσεις με αυστηρό ύφος και τα ειδησεογραφικά δελτία με μεγάλους τίτλους αποκαλύπτουν τα παράνομα μυστικά πάρτι. Ειδικοί αναλυτές περιγράφουν την ειδική νεανική ψυχοσύνθεση και σχολιάζουν αρνητικά τη νεανική κουλτούρα, τη δήθεν αίσθηση υπεροχής λόγω της μικρής επίπτωσης στην υγεία, την έλλειψη ατομικής ευθύνης, την αδιαφορία για το κοινωνικό σύνολο. Οι απλοί οπαδοί και φίλοι της κυβέρνησης, αλλά και όσοι ενστερνίζονται την κυβερνητική προπαγάνδα ή τουλάχιστον μέρος της, εμφανίζονται ακόμη πιο σκληροί και αποκαλύπτουν με ωμά λόγια το «αποκρυπτογραφημένο» μήνυμα: οι νέοι φταίνε.
Έχοντας πετύχει μέσω των ΜΜΕ -εξάλλου κόστισε αρκετά για να μη λειτουργεί αποτελεσματικά- την ιδεολογική συναίνεση στην κατεύθυνση της απόκρουσης της νεανικής δραστηριότητας, η κυβέρνηση με αιχμή του δόρατος το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη εφάρμοσε εξαρχής ένα γενικευμένο σχέδιο σκληρής καταστολής της νεανικής κουλτούρας: επέμβαση σε πλατεία Αγίας Παρασκευής, πλατεία Κυψέλης και πλατεία Καλλιθέας στη Θεσσαλονίκη, καθημερινή επέμβαση στην πλατεία Εξαρχείων και στους δρόμους πέριξ. Συχνά έρχονται στη δημοσιότητα βίντεο που καταδεικνύουν τον υπερβάλλοντα ζήλο των αστυνομικών δυνάμεων, όπως εκείνο που κατέγραψαν περίοικοι με τα κινητά τους τηλέφωνα και δείχνει την αναίτια επίθεση ομάδας αστυνομικών σε ζευγάρι εφήβων στην πλατεία Λάππα της Καρδίτσας. Μια σειρά από πρωτόγνωρα ακραία αυταρχικά μέτρα, όπως η νυχτερινή απαγόρευση κυκλοφορίας, αποσκοπούν, υποτίθεται, στην αντιμετώπιση αυτού του είδους νεανικής παραβατικότητας.
Πράγματι η διάδοση του κορονοϊού εντοπίζεται περισσότερο στις ηλικίες 17-30 χρόνων. Ωστόσο δεν προκύπτει ότι τα πάρτι είναι η αιτία, ιδιαίτερα σε δημόσιους χώρους. Εξάλλου αναφερόμαστε στις πιο παραγωγικές ηλικίες και μάλιστα στην αρχή της παραγωγικής ζωής του ανθρώπου. Οι νεανικές εργασίες είναι οι πιο εκτεθειμένες στον κορονοϊό, ενώ όταν η εργοδοσία παραβιάζει τους κανονισμούς υγιεινής και ασφάλειας οι νέοι γίνονται πιο εύκολα θύματα του εργοδοτικού αυταρχισμού. Ταυτόχρονα οι νέοι είναι μαθητές, σπουδαστές ή φοιτητές και άρα περισσότερο εκτεθειμένοι σε χώρους με αυξημένη συγκέντρωση, ειδικά οι μαθητές που μέχρι πρόσφατα παρακολουθούσαν μαθήματα σε σχολείο, φροντιστήριο και ιδιαίτερα, ενώ ήταν υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν το λεωφορείο. Επίσης οι νέοι συνήθως δεν διαθέτουν ατομικό μέσο μεταφοράς και χρησιμοποιούν τα ΜΜΜ ή μοιράζονται από κοινού τα διαθέσιμα κοινά μέσα. Όταν δεν μένουν με τους γονείς, συνήθως συγκατοικούν, ενώ ακόμη και όταν μένουν με τους γονείς συχνά δεν διαθέτουν ευρυχωρία. Χαρακτηρίζονται από την ημιαπασχόληση ή την παρατεταμένη ανεργία - είναι τα πρώτα θύματα αυτής της νέας κρίσης της πανδημίας. Ως εκ τούτου, προσπαθούν να αντιμετωπίσουν ως μονάδες τις συνέπειες, καταφεύγοντας στην αλληλεγγύη του φιλικού κύκλου και άρα στη συναναστροφή έξω από το στενό οικογενειακό περιβάλλον, π.χ. για να μαγειρέψουν ή γενικά να μοιραστούν κάποια έξοδα. Τέλος, για να αντιμετωπίσουν τις συνθήκες του εγκλεισμού οι νέοι εκ των πραγμάτων κινούνται με μεγαλύτερη ευκολία στον δημόσιο χώρο και σε πιο ρευστές πληθυσμιακά ζώνες.
Όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με μια νεανική κουλτούρα απειθαρχίας ούτε με μια ασυνείδητη συμπεριφορά των νέων που δήθεν δεν καταλαβαίνουν από ατομική ή κοινωνική ευθύνη και δεν σέβονται τους κινδύνους που εγκυμονεί ο κορονοϊός για τις μεγαλύτερες ηλικίες. Αντίθετα, οι εφαρμογές των πρωτοκόλλων υγιεινής και ασφάλειας εν μέσω πανδημίας και οικονομικής κρίσης καθιστούν τους νέους την πιο ευάλωτη κοινωνική ομάδα στη μόλυνση από τον κορονοϊό. Το πρόβλημα εδώ είναι διπλό: πρώτον είναι κοινωνικό - ταξικό και δεύτερον τα κυβερνητικά πρωτόκολλα υγιεινής και ασφάλειας απέναντι στον κορονοϊό είναι ταξικά φτιαγμένα. Στην πράξη οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί και συστάσεις δεν εφαρμόζουν ούτε προβλέπουν συνθήκες που ταιριάζουν στους νέους και στις φτωχές οικογένειες, ειδικά εάν είναι οικογένειες νέων. Αντίθετα, τα πρωτόκολλα ταιριάζουν σε μια ευκατάστατη πυρηνική οικογένεια με ευρυχωρία και σταθερό εισόδημα. Για παράδειγμα μια ιχνηλατημένη επαφή που θα πρέπει να τεθεί σε καραντίνα προϋποθέτει μια σειρά από καθημερινούς αποκλεισμούς που είναι αδύνατον να εφαρμοστούν από έναν νέο εργαζόμενο ή φοιτητή.
Συγκεκριμένα, η κοινωνική και πολιτισμική αυτή οπτική προκύπτει από μια ιδιαίτερη συντηρητική ιδεολογία του αστού νοικοκυραίου με πρότυπο τον επιτυχημένο άντρα επιχειρηματία, επιστήμονα ή και στρατιωτικό που είναι ταυτόχρονα επιτυχημένος οικογενειάρχης και πιστός χριστιανός ορθόδοξος. Η πρότυπη οικογένεια του νοικοκυραίου διασκεδάζει και καταναλώνει σε διαμεσολαβημένους από την αγορά χώρους όπως τα malls ή μεγάλες επιχειρήσεις εστίασης και διασκέδασης και όχι σε αυτο-οργανωμένους χώρους καθημερινής συνεύρεσης, όπως πλατείες κ.λπ. Σε συνθήκες lockdown είναι σε θέση να ανταποκριθεί σε όλα τα πρωτόκολλα υγιεινής και ασφάλειας χωρίς μεγάλο πρόβλημα. Σε αυτό το μοντέλο ζωής η νεανική δραστηριότητα οφείλει να αντιστοιχεί στο πρότυπο του «άριστου» νέου, ανταποκρινόμενη στις προσδοκίες του νοικοκυραίου οικογενειάρχη: είτε επιτυχημένη επαγγελματικά είτε πειθαρχημένη στην επιτυχημένη οικογένεια και εκ των κοινωνικών συνθηκών ικανή να ανταποκριθεί στα κυβερνητικά πρωτόκολλα. Γι' αυτό τον λόγο ακριβώς η αυτόνομη νεανική δραστηριότητα γίνεται αντιληπτή ως απόκλιση από τον κανόνα και άρα ως πολιτισμική απειθαρχία απέναντι στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς και στο υποτιθέμενο υπεύθυνο σύνολο της κοινωνίας. Στο σημείο αυτό μπορεί να εντοπίσει κανείς την οπτική του ακραίου κέντρου σύμφωνα με την οποία οι μορφωμένες και επιτυχημένες ελίτ είναι φορείς του ορθού λόγου και είναι σε θέση να αναλάβουν υπεύθυνες αποφάσεις, ενώ αντίθετα οι μάζες λειτουργούν ασυνείδητα και ανεύθυνα καθώς δεν είναι φορείς των διαφωτιστικών αξιών. Με άλλα λόγια, πρόκειται για μια μορφή «γεροντικής τύφλωσης», οι αιτίες της οποίας είναι σαφώς ιδεολογικές και ταξικές, με σοβαρές επιπτώσεις στην κοινωνία εν μέσω επιδημίας.
Στην πράξη βέβαια πρόκειται για μια διαφορετική πραγματικότητα η οποία απλώς διαφεύγει από τον κυβερνητικό ορισμό του προβλήματος, τον κοινωνικό ορίζοντα των δημοσιογράφων και άρα δεν λαμβάνεται υπόψη επιστημονικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Η ευθύνη λοιπόν της μεγάλης διάδοσης του κορονοϊού στη νεολαία βαραίνει την κυβέρνηση, τους ειδικούς επιστήμονες και τους παραγωγούς του δημόσιου λόγου. Αυτό συμβαίνει γιατί η Νέα Δημοκρατία εκπροσωπεί πολιτικά μια συντηρητική κοινωνική συμμαχία βασισμένη στην παραπάνω ιδεολογία των νοικοκυραίων και στον ταξικό κοινωνικό πανικό απέναντι σε κάθε μη κανονικότητα: μετανάστες, πρόσφυγες, Ρομά, θρησκευτικές μειονότητες, περιθώριο και αυτόνομη κοινωνικά νεολαία. Μάλιστα σε συνθήκες πανδημίας αυτός ο κοινωνικός φόβος αποκτά έντονη υγειονομική διάσταση: οι μη κανονικοί είναι υγειονομικές βόμβες, δηλαδή κοινωνική και κατ' επέκταση πολιτική απειλή. Το είδαμε στην περίπτωση της προσφυγικής κρίσης. Η πολιτική απόληξη της γεροντικής τύφλωσης είναι η μετάθεση των κυβερνητικών ευθυνών στην κοινωνικά αυτόνομη νεολαία η οποία συνήθως δεν ψηφίζει Νέα Δημοκρατία καθώς εκ των πραγμάτων έρχεται σε σύγκρουση με τον πολιτισμικό και κοινωνικό συντηρητισμό και ταυτίζεται πολιτισμικά με την Αριστερά. Την ίδια στιγμή αποσιωπώνται πρωτίστως οι ευθύνες της κυβέρνησης τόσο απέναντι στους νέους όσο και γενικά απέναντι στην κοινωνία με την ανεύθυνη πολιτική σχετικά με την πανδημία: χωρίς σχέδιο ανοίγματος του τουρισμού, με αύξηση των μαθητών ανά τάξη, μη στήριξη των ΜΜΜ, μη στήριξη των ευάλωτων κοινωνικών ομάδων, ανεργία, έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας κ.λπ. Επίσης αποσιωπώνται οι ευθύνες των συντηρητικών νοικοκυραίων και ιδιαίτερα της εκκλησίας και της εργοδοσίας. Είναι ξεκάθαρο ότι ο εορτασμός του Αγίου Δημητρίου συνέβαλε καταλυτικά στη διάδοση του κορονοϊού στη Θεσσαλονίκη.
Τέλος, η επιλογή του γενικευμένου αυταρχισμού απέναντι στη νεολαία και κατ' επέκταση την κοινωνία συνοδεύει αυτονόητα την έλλειψη σχεδίου για την πανδημία. Επιδεικνύει εύκολα επιχειρησιακό έργο και δυναμισμό, ικανοποιώντας το συντηρητικό κοινό χωρίς να λύνει κανένα πρόβλημα. Η πρωτόγνωρα αντισυνταγματική τετραήμερη απαγόρευση των συναθροίσεων κατά την επέτειο του Πολυτεχνείου αποτυπώνει σε συμβολικό επίπεδο αυτό τον φόβο απέναντι στο πνεύμα της νεανικής εξέγερσης. Σωστά η Αριστερά έσπασε την απαγόρευση, δείχνοντας στη νεολαία ότι ο εξεγερτικός δρόμος του Νοέμβρη είναι η μόνη απάντηση στον σύγχρονο ολοκληρωτικό καπιταλισμό και στη δυστοπία της πανδημίας.
ΠΗΓΗ: Documento
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου