Η άνοδος της Κίνας αλλάζει όλες τις παγκόσμιες «ισορροπίες» Εκτιμήσεις της Μέρκελ και η στρατηγική του γερμανικού κεφαλαίου
Η άνοδος της Κίνας αλλάζει όλες τις παγκόσμιες
«ισορροπίες» Εκτιμήσεις της Μέρκελ και η στρατηγική του γερμανικού κεφαλαίου
Οι απόψεις της
Γερμανίδας καγκελαρίου για τις σχέσεις ΕΕ - ΗΠΑ και ΕΕ - Κίνας καθώς και για τη
στρατηγική της Γερμανίας, σε μια εφ' όλης της ύλης συνέντευξη σε βρετανική εφημερίδα[1]
«Είμαστε μάρτυρες μιας τεράστιας μετατόπισης στον κόσμο:
Το 1990 το μερίδιο της Κίνας στην παγκόσμια οικονομική παραγωγή ήταν 1,7%, το
6,8% ανήκε στη Γερμανία και το 25,4% στις ΗΠΑ. Σήμερα οι ΗΠΑ έχουν το 24,8% -
διατηρούν περίπου το μερίδιό τους - η Γερμανία έχει το 4,5% και η Κίνα έχει
16,3%. Οπως βλέπετε, το κινεζικό ποσοστό αυξήθηκε από 1,7% σε 16,3% σε 30
χρόνια. Η Κίνα ξεπέρασε τη Γερμανία στην παγκόσμια οικονομική παραγωγή το 2007».
Δίνοντας μεταξύ άλλων τα παραπάνω στοιχεία, η Γερμανίδα
καγκελάριος, Αγκελα Μέρκελ, σε πρόσφατη συνέντευξή της στους
«Financial Times» στάθηκε ιδιαίτερα - αναμενόμενα και αναπόφευκτα - στο ζήτημα
της ραγδαίας ανόδου της Κίνας στην παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα και τις
συνέπειές της συνολικά στις σχέσεις ΕΕ - Κίνας, ΕΕ - ΗΠΑ, αλλά και στη
στρατηγική επιλογή της ΕΕ για ενίσχυση του λεγόμενου «ευρωπαϊκού σκέλους του
ΝΑΤΟ».
"Από την πλευρά μας, σχεδιάζουμε να
αντιμετωπίσουμε δύο τομείς εξωτερικής πολιτικής. Η μία είναι η πρώτη σύνοδος
κορυφής μεταξύ όλων των κρατών μελών της ΕΕ και της Κίνας που θα λάβει χώρα στη
Λειψία, ενώ η άλλη είναι μια σύνοδος κορυφής στις Βρυξέλλες με τα μέλη της
Αφρικανικής Ένωσης. Ουσιαστικά, αυτές οι δύο συνόδους κορυφής αντικατοπτρίζουν
τις προτεραιότητες στις παγκόσμιες μας σχέσεις. Εξάλλου, η νέα πρόεδρος της
επιτροπής Ursula von der Leyen δήλωσε ότι η επιτροπή της πρέπει να είναι
γεωπολιτική. Συμφωνώ απόλυτα με αυτό."
" Εκτός αυτού, τα
πάντα που προκύπτουν από τις επαναστατικές αλλαγές που προκύπτουν από την
ψηφιοποίηση είναι φυσικά της μεγαλύτερης σημασίας για εμάς, καθώς αυτό θα
καθορίσει την ανταγωνιστικότητα και την οικονομική ισχύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πρέπει να βελτιώσουμε αυτόν τον τομέα ή, τουλάχιστον, να διασφαλίσουμε ότι δεν
θα παραμείνουμε πιο πίσω, δεδομένων των πολύ δυναμικών εξελίξεων σε πολλά μέρη
του κόσμου."
Η απομόνωση της
Κίνας δεν είναι η απάντηση
Η καγκελάριος, απαντώντας στο ερώτημα αν η Ευρώπη και η
Γερμανία κινδυνεύουν να «συντριβούν» από τον ανταγωνισμό Κίνας και ΗΠΑ,
υπογράμμισε την πάγια θέση του γερμανικού κεφαλαίου, ότι η ΕΕ
είναι «ασφάλεια ζωής μας». Η Γερμανία, εξήγησε, «είναι πολύ μικρή για να
αναπτύξει μόνη της γεωπολιτική εξουσία, γι' αυτό πρέπει να επωφεληθούμε από την
ενιαία εσωτερική αγορά» της ΕΕ. Από αυτήν τη σκοπιά, η ΕΕ μπορεί να
προσπαθήσει να αποφύγει την πίεση που προκύπτει από την Αμερική και την Κίνα
στον παγκόσμιο ανταγωνισμό και γι' αυτό παρουσίασε την ΕΕ ως μονόδρομο για τα
ευρωπαϊκά κεφάλαια.
Υπενθυμίζουμε την πάγια στρατηγική του γερμανικού κεφαλαίου όπως
κορυφαίοι εκπρόσωποι[2]
του έχουν παραθέσει για την περίοδο. Στρατηγική που εξειδικεύτηκε και παγιώθηκε
μετά και την εμπειρία της πρόσφατης διεθνούς κρίσης: "Κάθε βήμα προς τα πίσω από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση θα σήμαινε
ανυπολόγιστους κινδύνους για την οικονομική και πολιτική σταθερότητα. Τα
διδάγματα από την κρίση δείχνουν ότι η ΕΕ θα πρέπει να συνεχίσει να αναπτύσσεται
προς μια πολιτική ένωση… Ενώ το μερίδιο της Γερμανίας το 2011, αντιπροσώπευε
μόνο περίπου τέσσερα τοις εκατό, το μερίδιο της ζώνης του ευρώ ήταν περίπου
14,5 τοις εκατό. Στην ήπειρό μας, μόνο η ΕΕ είναι ένας πραγματικός
παγκόσμιος παίκτης, με σχεδόν μισό δισεκατομμύριο ανθρώπους που παράγει το ένα
τέταρτο της παγκόσμιας παραγωγής."[3]
Υποστήριξε ότι φυσικά η Κίνα πρέπει να τηρεί κανόνες
«δίκαιου εμπορίου», να προστατεύει την πνευματική ιδιοκτησία των επιχειρήσεων
κ.λπ., ωστόσο απάντησε σε όσους σοκάρονται από την οικονομική άνοδο του
καπιταλισμού στην Κίνα, ότι αυτή σχετίζεται πολύ με την καινοτομία, με τις
ιδέες, τις τεχνικές δυνατότητες, την εργατικότητα κ.ά. που έχει αναπτύξει η
Κίνα.
Ακόμη έδωσε μια εικόνα για το πώς βλέπει η Κίνα την άνοδό
της: «Πρέπει επίσης να καταλάβουμε ότι η Κίνα βλέπει τον κόσμο από μια
εντελώς διαφορετική σκοπιά και προοπτική από ό,τι εμείς. Η Κίνα βλέπει
τον εαυτό της ως τον παγκόσμιο ηγέτη επί 2.000 χρόνια και έχει υποχωρήσει μόνο
για 200 χρόνια. Αυτά τα 200 χρόνια κοιτάμε και αναρωτιόμαστε πώς τα
καταφέρνει η Κίνα. Η Κίνα, από την άλλη πλευρά, έχει μια εντελώς διαφορετική
αυτοεκτίμηση. Για την Κίνα, τα 200 χρόνια που δεν ήταν τόσο ισχυρή, είναι μια
εξαίρεση. Από
τη σκοπιά της, η χώρα επιστρέφει τώρα στον κανόνα, στην παραδοσιακή θέση της
στον κόσμο. Αυτόν τον ανταγωνισμό πρέπει να τον αποδεχτούμε».
Εξέφρασε την άποψη ότι «πρέπει να ανταγωνιστούμε
εποικοδομητικά με την επιτυχία της Κίνας» και πως «η πλήρης απομόνωση της Κίνας
δεν μπορεί να είναι η απάντηση», υπενθυμίζοντας ότι οι ΗΠΑ «ασχολούνται» με την
Κίνα - που έχει γίνει ένας σημαντικός ανταγωνιστής - εδώ και περίπου δέκα
χρόνια.
«Το ερώτημα είναι: Θέλουμε - Γερμανοί και Ευρωπαίοι -
λόγω αυτού του οικονομικού ανταγωνισμού, να αποσυνδέσουμε όλες τις παγκόσμιες
αλυσίδες αξίας που είναι συνδεδεμένες μεταξύ τους, για παράδειγμα ότι συσκευές
της "Apple" κατασκευάζονται και στην Κίνα; Να πούμε ότι δεν θέλουμε
πλέον παγκόσμιες αλυσίδες αξίας στις οποίες εμπλέκεται η Κίνα; `Η είμαστε
αρκετά ισχυροί για να καθορίσουμε κανόνες βάσει των οποίων μπορούμε να
συνεχίσουμε να διατηρούμε τέτοιες παγκόσμιες αλυσίδες αξίας; Γι' αυτό, οι
εμπορικές συνομιλίες μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ είναι τόσο σημαντικές. Γι' αυτό,
είναι σημαντικό να προωθηθεί η μεταρρύθμιση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου»,
επισήμανε η Αγκ. Μέρκελ.
Η «ένταση» με τις
ΗΠΑ έχει «διαρθρωτικές αιτίες»
Όπως επισημάνθηκε και στη συνέντευξη, η σχέση της Γερμανίας
και της ΕΕ με τις ΗΠΑ «χαρακτηρίζεται επί του παρόντος από σημαντικές εντάσεις»
και οι υπαρκτές αντιθέσεις όλο και πιο δύσκολα συμβιβάζονται.
Για τη γερμανική κυβέρνηση η «ένταση» αυτή έχει «διαρθρωτικούς
λόγους» και δεν έχει να κάνει με τα πολιτικά πρόσωπα (κυβέρνηση Τραμπ). «Εδώ
και αρκετό καιρό παρατηρείται πως ο πρώην ρόλος των ΗΠΑ ως υπερδύναμης ίσως δεν
αντιστοιχεί με την αυτοεκτίμηση των ΗΠΑ, δηλαδή έχει υπάρξει αλλαγή. Ηδη ο
Πρόεδρος (των ΗΠΑ Μπαράκ) Ομπάμα είχε μιλήσει - από αμερικανική σκοπιά - για
τον ασιατικό αιώνα».
Αυτό σημαίνει, για τη γερμανική κυβέρνηση, ότι «η Ευρώπη
- γίνεται όλο και πιο εμφανές - δεν είναι όπως πριν, στο επίκεντρο των
παγκόσμιων υποθέσεων» και έτσι, «η Ευρώπη πρέπει να ανακτήσει τον δικό
της γεωπολιτικό ρόλο, καθώς η επικέντρωση των ΗΠΑ στην Ευρώπη μειώνεται. Αυτό
θα ισχύει με κάθε (Αμερικανό) Πρόεδρο».
Σε αυτό αναφέρεται «ο Πρόεδρος Τραμπ - που το τονίζει
ιδιαίτερα αλλά έχει ειπωθεί και πριν από αυτόν - ότι η Ευρώπη και ιδίως η
Γερμανία πρέπει να αναλάβουμε μεγαλύτερη ευθύνη. Αυτό συχνά εκφράζεται με την
απαίτηση για υψηλότερες αμυντικές δαπάνες», σημείωσε η καγκελάριος,
προσθέτοντας ότι από το 2015 η Γερμανία έχει αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες κατά
40%.
Η ίδια πάντως εκτίμησε ότι «οι διατλαντικές σχέσεις
παραμένουν αποφασιστικής σημασίας» για τη Γερμανία, λέγοντας το εξής
χαρακτηριστικό: «Η συνειδητοποίηση του συμφέροντος της Γερμανίας και της
Ευρώπης για καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ έχει αυξηθεί. Αντίθετα, η ανάγκη των ΗΠΑ
να είναι με την Ευρώπη έχει μειωθεί».
Για να γίνει πιο «κυρίαρχη» και «πιο ισχυρή γεωπολιτικά» η
Ευρώπη στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό, η Μέρκελ προτάσσει την οικονομική ισχύ
των ευρωπαϊκών μονοπωλίων με ταχύτερη πρόοδο στην ψηφιοποίηση, στις νέες
τεχνολογίες, στη δημιουργία εργοστασίου παραγωγής μπαταριών για ηλεκτρικά
οχήματα, στην παραγωγή «τσιπς», στην αποθήκευση δεδομένων κ.ά.
"Κατά τη γνώμη μου, η προτεραιότητα είναι η οικονομική
ισχύς της Ευρώπης. Η Ευρώπη πρέπει να έχει τις βασικές τεχνολογικές δυνατότητες
και να αναπτύξει τους απαραίτητους μηχανισμούς, εάν αυτή τη στιγμή δεν διαθέτει
τέτοιες δυνατότητες σε ορισμένους τομείς. Αυτό συνεπάγεται επίσης το θέμα της
κυριαρχίας. Πιστεύω ότι τα τσιπ θα πρέπει να κατασκευάζονται στην Ευρωπαϊκή
Ένωση, ότι η Ευρώπη θα πρέπει να διαθέτει δικούς της υπερσυμπιεστές και ότι θα
πρέπει να είναι δυνατή η παραγωγή κυψελίδων μπαταριών. Πρέπει να συγκεντρώσουμε
τα δυνατά μας σημεία όπου έχουμε χτυπηθεί ή πεθάνουμε για να βρούμε τις σωστές
απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις. Δεύτερον, είπα νωρίτερα ότι ο ψηφιακός
μετασχηματισμός απαιτεί από εμάς να προσαρμόσουμε τις κοινωνίες μας. Υπάρχουν
πολύ συγκεκριμένες απαντήσεις σε ευρωπαϊκές ερωτήσεις σχετικά με το τι
συμβαίνει με τα δεδομένα και τον ρόλο που διαδραματίζει το άτομο. Πιστεύω ότι
υπάρχει σίγουρη υποστήριξη για αυτές τις ιδέες στον κόσμο. Για παράδειγμα,
λάβετε τον Κανονισμό Γενικής Προστασίας Δεδομένων ή το ζήτημα της ηθικής
δεοντολογίας. Πιστεύω ακράδαντα ότι τα προσωπικά δεδομένα δεν ανήκουν στο
κράτος ή στις εταιρείες. Αντίθετα, πρέπει να διασφαλιστεί ότι το άτομο έχει
κυριαρχία στα δικά του δεδομένα και μπορεί να αποφασίσει με ποιον και για ποιο
σκοπό το μοιράζονται."
Ταυτόχρονα, τονίζει πως «έχουμε αναπτύξει τις αμυντικές μας
δυνατότητες εδώ και 70 χρόνια στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ», επομένως «ο ισχυρισμός ότι
η Ευρώπη πρέπει να γίνει στρατιωτικά ανεξάρτητη σε όλους τους τομείς» δεν είναι
ορθός.
«Είναι όμως καλό και σωστό ότι η ΕΕ άρχισε πριν μερικά
χρόνια να δημιουργεί μια ευρωπαϊκή δομή στρατιωτικής συνεργασίας, και μάλιστα
ως σημαντικός πυλώνας του ΝΑΤΟ», υπογράμμισε και εξήγησε ότι υπάρχουν
περιοχές του κόσμου, όπου η ΕΕ θέλει να ενισχύσει τη στρατιωτική της παρουσία,
π.χ. στην Αφρική, «όπου το ΝΑΤΟ δεν θα διαδραματίσει σημαντικό
ρόλο».
Επίσης, αναφέρθηκε στην ομάδα εργασίας του ΝΑΤΟ, όπου θα
αποφασίζεται «πού αλλού θέλουμε να εμπλακούμε στον κόσμο - π.χ. όπως σε
Αφγανιστάν, Ιράκ. Τα μέρη του κόσμου μπορεί να αλλάξουν τις επόμενες δεκαετίες».
Για το "γερμανικό οικονομικό μοντέλο"
"Σε αντίθεση με
πολλά άλλα κράτη μέλη της ΕΕ, έχουμε μια μεγάλη δύναμη, η οποία θα μπορούσε
βέβαια να γίνει πρόβλημα στο πλαίσιο του ψηφιακού μετασχηματισμού, αν και αυτό
δεν ισχύει απαραιτήτως. Η μεταποίηση
αποτελεί ένα μεγάλο μέρος της προστιθέμενης αξίας μας. Εξακολουθεί να
αντιπροσωπεύει πάνω από το 20 τοις εκατό της. Πολλές χώρες έχουν περίπου
10%. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είχε αυτό το υψηλό ποσοστό παραγωγής εδώ και πολλά
χρόνια. Και δεν κάνουμε μόνο αυτοκίνητα. Διαθέτουμε επίσης τον τομέα των
μηχανημάτων, τη χημική βιομηχανία και τα φαρμακευτικά προϊόντα. Όλες αυτές οι βιομηχανίες αντιμετωπίζουν
φυσικά δραματική αλλαγή από την ψηφιοποίηση. Και ο τομέας των αυτοκινήτων
αντιμετωπίζει πρόσθετο μετασχηματισμό, καθώς η κλιματική αλλαγή απαιτεί
διαφορετικές τεχνολογίες κίνησης. Αυτό σημαίνει ότι τώρα πρέπει να μεταμορφώσουμε αυτό που μας έκανε να είμαστε ισχυροί."
Η Άνγκελα Μέρκελ έχει
επίγνωση για την κύρια παραγωγική δύναμη που είναι οι εργαζόμενοι και το
αναφέρει ευθέως:
"Ίσως το κύριο πρόβλημα που αντιμετωπίζει
σήμερα η Γερμανία είναι η έλλειψη
ειδικευμένων εργαζομένων. Όταν έγινα ομοσπονδιακός καγκελάριος, πάνω από 5
εκατομμύρια άνθρωποι ήταν άνεργοι. Ευτυχώς, η ανεργία δεν αποτελεί πλέον το
βασικό πρόβλημα της χώρας μας σήμερα. Ελπίζω ότι τα πράγματα θα μείνουν έτσι.
Οπουδήποτε κοιτάζετε τώρα, έχουμε πολύ λίγους ειδικευμένους εργαζόμενους, πολύ
λίγους μηχανικούς λογισμικού, πολύ λίγους μηχανικούς, πολύ λίγους τεχνικούς,
λίγους καθηγητές τεχνητής νοημοσύνης - όχι λόγω έλλειψης χρημάτων, αν και
μερικές χώρες προσφέρουν υψηλότερους μισθούς, κάτι που είναι κάτι πρέπει να
αντιμετωπίσουμε. Όχι, ο κύριος λόγος είναι ότι η χώρα μας έχει δημογραφικό
πρόβλημα."
Τελειώνοντας ίσως την πολιτική της καριέρα η Άνγκελα
Μέρκελ αφήνει την πολιτική της παρακαταθήκη:
"Στο πολιτικό
μου έργο, συνεχώς λέω ότι ο φόβος δεν είναι ένας καλός οδηγός. Αντ 'αυτού,
πρέπει να ρωτήσουμε τι είναι καλό για εμάς και πώς μπορούμε να τροποποιήσουμε
μια συγκεκριμένη κατάσταση προς όφελός μας."
ΠΗΓΗ: FT
[1] Συζήτηση
μεταξύ της Angela Merkel,
του Γερμανικού καγκελαρίου, του Lionel Barber,
του συντάκτη Financial Times και του Guy Chazan,
επικεφαλής του γραφείου του Βερολίνου, που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη 9 Ιανουαρίου
στο Βερολίνο.
[2] Ο
πρόεδρος του συνδέσμου γερμανικών βιομηχανιών BDI Χανς Πέτερ Κάιτελ με δήλωση του για
την νομισματική ένωση. Ιστοσελίδα των γερμανικών αποστολών στην Ελλάδα 7/8-2012
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου