Πρόσωπα που δεν ζητούν συγγραφέα Του Κίμωνα Ρηγόπουλου


Πρόσωπα που δεν ζητούν συγγραφέα

Του Κίμωνα Ρηγόπουλου
Συνηθίσαμε να καταναλώνουμε δράματα, δικά μας και των άλλων. Δράματα που δεν κινητοποιούν ούτε τους ίδιους τους πάσχοντες αφού «έτσι είναι η ζωή και ποιος να την αλλάξει». Μια λήθη κακοήθης απλώνεται, συνώνυμη της αδιαφορίας.
Στο θεατρικό έργο του Λουίτζι Πιραντέλλο: Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα, έξι άνθρωποι, δαρμένοι απ' τη ζωή, εισβάλλουν σε μια θεατρική σκηνή την ώρα της πρόβας. Ζητούν, απαιτούν και εκλιπαρούν να γραφτεί ένα έργο γι' αυτούς. Να βρουν μια γόνιμη μήτρα που θα τους κυοφορή­σει στοργικά χωρίς να καταφύγει στην έκτρωση. «Πρέπει να μας ακούσετε», «το κείμενό μας βρίσκεται μέσα μας», «εμείς σας φέρνουμε ένα πολύ πονεμένο δρά­μα», «πιστέψτε μας, εμείς οι έξι είμαστε πολύ ενδιαφέροντα πρόσωπα», είναι κά­ποια από τα επιχειρήματά τους. Αν δού­με αυτή την εισβολή έξω απ' την ορι­ακή θεατρική ισορροπία ψευδαίσθησης και πραγματικότητας που απασχολούσε τον Πιραντέλλο, έχουμε μια κραυγή των προσώπων τα οποία πασχίζουν να γίνει λόγος. Έχουμε ακόμα την πεποίθηση αυ­τών των αφανών προσώπων ότι η πολύπαθη ζωή τους είναι αξιομνημόνευτη. Αξίζει να παρασταθεί γιατί είναι ικανή να συγκινήσει. Οι άνθρωποί μας πιστεύ­ουν ότι συναρμολογώντας η γραφή τα θρύψαλα του άγονου βίου τους, θα λάμψει επιτέλους η αλήθεια τους και θα δι­καιωθούν. Θα αρχίσουν να υπάρχουν μο­χλεύοντας την υποφωτισμένη ζωή τους ώστε το σχεδόν τίποτα να γίνει κάτι. Θέλουν από αόριστα κάποιοι, να συστηθούν στην κοινωνία των ανθρώπων ως οριστικά αυτοί.
Εκατό χρόνια μετά τη συγγραφή αυ­τού του έργου, πόσα πρόσωπα ασφυκτιούν στο στενόχωρο «κάποιοι» και θέλουν να μετακομίσουν στο «αυτοί»; Φέροντας το προσωπικό τους δράμα όχι ως ανεπανόρθωτο στοιχείο της μοίρας τους, αλλά ως σημείο εκκίνησης για την ανατροπή του κοινωνικού ζυγού που μοιράζει χωρίς φειδώ «ατομικά» δράματα; Επιμένοντας στο αυτονόητο, που είναι κλειδί θαμμένο μετά από τόσες κατεδαφίσεις και επιχωματώσεις; Επιχωματώσεις που μοιάζουν με τη φροντίδα της γάτας να κρύψει τις ακαθαρσίες της.
Δεν ακούγονται αυτά τα πρόσωπα. Και αν ακόμα επιμένουν να υπάρχουν, δεν αφορούν. Συνηθίσαμε να καταναλώ­νουμε δράματα, δικά μας και των άλλων. Δράματα που δεν κινητοποιούν ούτε τους ίδιους τους πάσχοντες αφού «έτσι είναι η ζωή και ποιος να την αλλάξει». Μια λήθη κακοήθης απλώνεται, συνώνυμη της αδιαφορίας. Και οι κραυγές ξεθυμαίνουν πριν μας αγγίξουν, λες και όλα τα ηχεία του κόσμου είναι επενδυμένα με σιγα­στήρα. Μιλάω για την κραυγή της από­γνωσης που δεν την αφήνει ξεκρέμαστη και ορφανή η ταξική φιλοτιμία. Μιλάω για την αλήθεια της καθεμιάς και του καθενός που εκβάλλει σ' ένα αποφασιστικό θαρσείν χρη. Θάρρος εμπνευσμένο και «ανθρωπόσταλτο» και όχι μια θεόσταλτη ντιρεκτίβα της θεάς Αθηνάς.
Έχουμε την ανάγκη ανθρώπων που «μπαίνουν στον κόπο», γιατί η απροθυ­μία εμπλοκής μεγεθύνει και αποθρασύνει τους μικρούς εντολοδόχους της λαϊκής απελπισίας. Η προετοιμασία της «εισβολής» στην κεντρική σκηνή είναι το έργο του δικού μας πολιτισμού. Μια εισβολή ατάκτων που στην ανάβασή τους συνειδητοποιούν την ευεργεσία του συντεταγ­μένου αγώνα και της συλλογικής έκφρα­σης. Άτομα που γίνονται θίασος όχι με τη φιλοδοξία ενός sold out, αλλά της λυτρω­τικής ΕΞΟΔΟΥ. Όχι για να πουληθούν και να πουλήσουν, αλλά για να διασώσουν τα εκτός συναλλαγής. Πρόσωπα που δεν αισθάνονται ότι το συνανήκειν τα πολτο­ποιεί ούτε τους υπενθυμίζει το αδιέξοδο της φτώχειας τους, αλλά αναδεικνύει τον ανεκδήλωτο πλούτο τους.
Και τότε ο συγγραφέας θα βρεθεί. Ούτε και χρειάζεται κάποια μικρή αγγε­λία: Ζητείται συγγραφέας με ταλέντο για να εκφράσει τον πόνο μας. Όταν το υλικό της γραφής περισσεύει, πάντα προκύ­πτει και ο συγγραφέας. Όταν τα πρόσω­πα αποκτούν συνείδηση της κατάστασής τους, μπορούν να υπαγορεύσουν και την ποιότητα της γραφής. Έτσι γράφεται η ιστορία και οι σπασμοί γίνονται λόγος. Με αυτόν τον τρόπο ακυρώνεται και η ανά­θεση, χωρίς να ακυρωθεί ο συγγραφέας. Μαζί ωριμάζουν ή δεν ωριμάζουν, σε ίδιο χρόνο και τόπο, οι φορείς του δράματος και οι εκφραστές του. Μαζί τούς βρίσκουν οι συνθήκες και μαζί συνθηκολογούν ή τις ανατρέπουν. Μαζί καταλύουν το καθεστώς της κοινωνικής ερημίας και κάνουν την άρση του προσωπικού δράματος δη­μόσιο έργο. Μαζί. Αν όχι, καταλήγουμε στην κατά μόνας προσευχή: Την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθημι...
ΠΗΓΗ: Πριν


Σχόλια