Οι "επικρατούσες ευρωπαϊκές πρακτικές" κατά της απεργίας που επιθυμεί ο κ. Μητσοτάκης, δανειστές και εργοδότες
Οι "επικρατούσες ευρωπαϊκές πρακτικές" κατά
της απεργίας που επιθυμεί ο κ. Μητσοτάκης, δανειστές και εργοδότες
Ασφυκτικές είναι οι πιέσεις των δανειστών
για αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη συνδικαλιστική δράση στην Ελλάδα…
Στο Παρίσι, ο υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης παρέδωσε στους
δανειστές μελέτη με την καταγραφή του τι ισχύει στην Ευρώπη…
Η
τρόικα επιμένει στην αλλαγή του τρόπου λήψης των αποφάσεων για απεργιακές
κινητοποιήσεις, ώστε να απαιτείται το 50%+ 1 των μελών του συνδικάτου. Δηλαδή η
κήρυξη απεργίας θα προϋποθέτει τη σύγκληση γενικής συνέλευσης και τη συμμετοχή
της πλειοψηφίας των εργαζομένων στη λήψη της απόφασης. Μάλιστα το 50%+1 ζητούν
να εφαρμοστεί και στην περίπτωση λήψης απεργιακής κινητοποίησης σε επίπεδο
επιχείρησης.
Η είδηση δεν είναι σημερινή, ούτε χτεσινή. Είναι από τον
Σεπτέμβρη 2014. Μπορεί ο δολοφόνος με το αλυσοπρίονο αναγκών και δικαιωμάτων να
ξανάγινε υπουργός όμως οι υποχρεώσεις παραμένουν ίδιες. Τουλάχιστον αυτές που
δεν εκπλήρωσε ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτή για το 50%+1. Όμως δεν τους αρέσουν οι
μισοτελειωμένες δουλειές. Έτσι όπως δήλωσε και ο κ. Μητσοτάκης: Εναρμονιζόμαστε, όμως, με τις επικρατούσες ευρωπαϊκές
πρακτικές, δίνοντας στους ίδιους τους κοινωνικούς εταίρους το δικαίωμα να
εξαιρούν από τις κλαδικές συμβάσεις επιχειρήσεις που βρίσκονται στο χείλος της
κατάρρευσης. Δημιουργούμε Μητρώο Συνδικαλιστικών Οργανώσεων Εργαζομένων και
Οργανώσεων Εργοδοτών και παρέχουμε τη δυνατότητα ηλεκτρονικής ψηφοφορίας στη
λήψη αποφάσεων, γιατί όλοι πρέπει να αποφασίζουν για όλους και όχι οι λίγοι για
τους πολλούς.
Ποιες είναι αυτές οι επικρατούσες ευρωπαϊκές πρακτικές που
λείπουν από εμάς και είναι απαραίτητες για να συμπληρωθεί η "φιλεργατική"
πολιτική της κυβέρνησης;
Το νομοθετικό πλέγμα
των ευρωπαϊκών αστικών κρατών για τη συνολική λειτουργία των συνδικάτων, σε
συνδυασμό με το ότι στην πλειοψηφία τους αυτά ελέγχονται από δυνάμεις του κυβερνητικού και εργοδοτικού συνδικαλισμού, έχει
μετατρέψει τα συνδικάτα σε γραφειοκρατικούς, διοικητικούς μηχανισμούς. Κύριο
μέλημα τους η αναπαραγωγή τους, η επιβολή της εργασιακής ειρήνης καθώς και η
ενίσχυση σοσιαλδημοκρατικών και άλλων καθεστωτικών κομμάτων. Μοναδικό «ενεργό»
κομμάτι τους είναι οι διοικήσεις τους, που αποκλειστικό στόχο έχουν τη
διαπραγμάτευση των όρων εργασίας στο πλαίσιο της ταξικής συνεργασίας και
συναίνεσης.
Πόσες φορές οι
συνδικαλιστές (των συνομοσπονδιών) της TUC στη Βρετανία,
AFL-CIO στις ΗΠΑ, LO-στη Σουηδία, LO-στη Δανία, στη Φινλανδία, στην Αυστραλία,
στην Αυστρία, στην Ελβετία, κλπ έχουν ακούσει από τις ηγεσίες των
συνομοσπονδιών ότι γενική απεργία -η υψηλότερη μορφή του ενωμένου αγώνα της
εργατικής τάξης- δεν πρόκειται ποτέ να οργανωθεί από αυτές, διότι είναι «πάρα
πολύ πολιτική»; Ας μην λησμονούμε ότι η τελευταία γενική απεργία στην Βρετανία
έλαβε χώρα το 1926, στις ΗΠΑ το 1936, στην Αυστραλία το 1976!
Οι εργαζόμενοι - μέλη των συνδικάτων δεν έχουν ουσιαστική
συμμετοχή σε αυτά, ενώ οι όποιες
συνδικαλιστικές δράσεις περιορίζονται από ένα ασφυκτικό πλαίσιο, που
διαπερνάται από το ίδιο κριτήριο: Τις ανάγκες των επιχειρήσεων και της
καπιταλιστικής οικονομίας.
Έτσι:
-- Σε
πολλές χώρες της ΕΕ η απεργία επιτρέπεται μόνο εφόσον
Εργασίας. Από την υπογραφή της ΣΣΕ και μετά, θεωρείται «ιερή» υποχρέωση η «εργασιακή ειρήνη».
-- Πολλές είναι οι χώρες όπου η εργοδοσία έχει το
δικαίωμα της ανταπεργίας: Γερμανία, Αυστρία, Κροατία, Δανία, Εσθονία,
Νορβηγία κ.α.
-- Σε πολλές χώρες το δικαίωμα της απεργίας δεν
είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο: Βέλγιο, Αυστρία, Δανία, Ιρλανδία,
Ολλανδία, Νορβηγία, Βρετανία κ.α.
-- Η πολιτική απεργία απαγορεύεται σε
πολλές χώρες (Βέλγιο, Νορβηγία, Ολλανδία, Πολωνία, Λετονία, Εσθονία) ή
επιτρέπεται αλλά τις περισσότερες φορές βγαίνει παράνομη (Φινλανδία, Γερμανία
κ.α.).
Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρονται σε κείμενο
του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας για το ζήτημα αυτό και ισχύουν σε μια
σειρά από χώρες, μεταξύ τους και αυτές που είναι μέλη της ΕΕ: «Σε
διάφορες χώρες οι συλλογικές συμβάσεις θεωρούνται συνθήκες κοινωνικής ειρήνης
για μια ορισμένη περίοδο, κατά την οποία απαγορεύονται οι απεργίες και τα λοκ
άουτ». Η συνδικαλιστική δράση «είναι παράνομη κατά την περίοδο
ισχύος της συλλογικής σύμβασης, εφόσον
στρέφεται κατά της συλλογικής σύμβασης στο σύνολό της ή κατά μέρους της. Οι
απεργίες είναι γενικά δυνατές μόνο ως μέσο πίεσης ενόψει της υιοθέτησης μιας
πρώτης συλλογικής σύμβασης ή της ανανέωσής της. Η υποχρέωση κοινωνικής ειρήνης
μπορεί να εκφραστεί (...) σε μια γενική συμφωνία μεταξύ των συνομοσπονδιών
εργαζομένων και εργοδοτών σε κεντρικό επίπεδο (π.χ. Δανία), με ρητή ρήτρα που
περιέχεται στις συλλογικές συμβάσεις που συνάπτουν τα μέρη, ή από τη νομολογία
(π.χ. Αυστρία, Γερμανία και Ελβετία) (...) Σε
πολλές άλλες χώρες, η απεργία για την επιβολή συλλογικής σύμβασης θεωρείται
παράνομη, διότι θεωρείται παραβίαση της ειρηνευτικής υποχρέωσης (σ.σ.
μεταξύ άλλων αναφέρονται η Τσεχία και η Φινλανδία). Στη Γερμανία, μια
απεργία είναι νόμιμη μόνο αν ο βασικός της στόχος είναι να επιτευχθεί μια
συλλογική συμφωνία διαπραγμάτευσης».
«Εργασιακή ειρήνη» και στραγγαλισμός του απεργιακού
δικαιώματος
Στη συνέχεια παρουσιάζονται ορισμένα ενδεικτικά αλλά
χαρακτηριστικά στοιχεία για το ασφυκτικό πλαίσιο με το οποίο αντιμετωπίζεται η
συνδικαλιστική δράση σε μια σειρά από χώρες της ΕΕ:
·
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το
δικαίωμα για απεργία αναγνωρίστηκε άμεσα το 1998, ενώ έως το 1999, ο εργοδότης
μπορούσε να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας των απεργών. Για να ληφθεί απόφαση
απεργίας, πρέπει να πραγματοποιηθεί μυστική ψηφοφορία των μελών της
συνδικαλιστικής οργάνωσης, ενώ 7 ημέρες νωρίτερα θα πρέπει να έχει ενημερωθεί
για την ψηφοφορία ο εργοδότης. Στο Δημόσιο, σε περίπτωση απεργίας, ο κρατικός
μηχανισμός παρέχει υπηρεσίες. Η ανταπεργία επιτρέπεται ως αμυντική μορφή
αντίδρασης των εργοδοτών.
Παρ' όλα αυτά το Μάη του 2016 ψηφίστηκε νόμος που βάζει
επιπλέον εμπόδια στη λήψη αποφάσεων για απεργία (και άλλες μορφές
συνδικαλιστικής δράσης), ενώ οι απεργιακές κινητοποιήσεις βρίσκονται υπό τον
διαρκή έλεγχο και την επιτήρηση των αστυνομικών δυνάμεων και της εργοδοσίας.
Στη βάση αυτού του νόμου διεξάγεται ένας «διάλογος» για τη δυνατότητα οι
αποφάσεις των συνδικάτων να λαμβάνονται με ηλεκτρονική ψηφοφορία. Να σημειωθεί
ότι η ηγεσία του Trade Unions Congress (TUC), του τριτοβάθμιου συνδικαλιστικού
οργάνου που ελέγχεται από τον εργοδοτικό και κυβερνητικό συνδικαλισμό, έχει
ταχθεί υπέρ της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας...
Σε ό,τι αφορά τους περιορισμούς στο απεργιακό δικαίωμα,
αναφέρουμε συνοπτικά τα εξής: Η ψηφοφορία για τη λήψη απεργιακής απόφασης είναι
έγκυρη αν σε αυτή συμμετέχει το 50% των μελών του συνδικάτου. Επιπλέον, σε
συνδικάτο που δραστηριοποιείται σε «σημαντική δημόσια υπηρεσία» (Υγεία,
Εκπαίδευση, Μεταφορές κ.α.) προστίθεται ο όρος ότι πρέπει να ψηφίσουν υπέρ της
κινητοποίησης το 40% του συνόλου των μελών. Οι εργοδότες στον ιδιωτικό τομέα θα
πρέπει να ενημερώνονται τουλάχιστον 14 μέρες πριν από την κήρυξη της απεργίας
(από 7 που ήταν πριν) και μπορούν να προσλαμβάνουν απεργοσπάστες για να
καλύψουν τα «κενά» που δημιουργούνται από τους απεργούς. Για να γίνει απεργία
πρέπει το συνδικάτο να υποδείξει στην αστυνομία ένα πρόσωπο ως επικεφαλής της
απεργιακής φρουράς. Τα στοιχεία για την κινητοποίηση κοινοποιούνται στην
αρμόδια κρατική υπηρεσία.
·
Στην Αυστρία, η συνδικαλιστική
δράση θεωρείται «συνειδητή διατάραξη της εργασιακής ειρήνης». Για να
διασφαλιστεί η σταθερότητα του συστήματος διαπραγμάτευσης, σχεδόν όλες οι
Συλλογικές Συμβάσεις περιέχουν ρήτρες «μη απεργίας». Οι απεργίες που στρέφονται
ενάντια σε όρους που περιλαμβάνει Συλλογική Σύμβαση Εργασίας ουσιαστικά
θεωρούνται παράνομες ενέργειες.
·
Στο Βέλγιο καλλιεργείται επίσης
η αντίληψη του «κοινωνικού διαλόγου», που διασφαλίζει την αναγκαία για το
κεφάλαιο «εργασιακή ειρήνη». Ετσι, στις ΣΣΕ οι «κοινωνικοί
εταίροι»
αναλαμβάνουν την υποχρέωση να υποστηρίξουν την «εργασιακή ειρήνη». Η
συνδικαλιστική δράση επιτρέπεται μόνο εφόσον έχουν εξαντληθεί οι δυνατότητες
συμβιβασμού... Απαγορεύεται η απεργία με καθαρά πολιτικό περιεχόμενο.
·
Στη Δανία είναι ισχυρή η
παράδοση του «κοινωνικού εταιρισμού». Το 2006 η τριτοβάθμια συνδικαλιστική
οργάνωση των εργαζομένων και η βασική εργοδοτική ένωση ανανέωσαν το «συμβόλαιο
εργασιακής ειρήνης», που ορίζει την αρχή ότι οι διαφορές πρέπει να επιλύονται
κατά κύριο λόγο με τη διαπραγμάτευση και τη διαμεσολάβηση. Η αντίληψη αυτή έχει
ενισχυθεί με νόμο το 2008. Οι απεργίες είναι κατά βάση νόμιμες όταν δεν είναι
δυνατή η σύναψη ΣΣΕ. Για να γίνει μια απεργία πρέπει πρώτα να έχουν εξαντληθεί
όλα τα περιθώρια διαπραγμάτευσης. Πριν από την κήρυξη της απεργίας το σωματείο
πρέπει να ενημερώσει τον αντίστοιχο φορέα Διαιτησίας και Μεσολάβησης, ο οποίος
θα προσπαθήσει να βρει «λύση» πριν από την απεργία. Στη συνέχεια το συνδικάτο
πρέπει να ειδοποιήσει εγγράφως την εργοδοσία δύο φορές. Η πρώτη ειδοποίηση να
γίνει δυο βδομάδες πριν από την απεργία και η δεύτερη μια βδομάδα πριν.
Διαπιστώνεται ότι ενώ δεν υπάρχει νόμος που να προστατεύει το δικαίωμα στην απεργία,
υπάρχουν πολύ δυνατοί θεσμοί για την αποτροπή της με κάθε μέσο...
·
Στη Φινλανδία υπάρχει η
υποχρέωση «εργασιακής ειρήνης» όσο διαρκεί η ΣΣΕ. Οποιεσδήποτε διαφορές
προκύπτουν κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από τη ΣΣΕ μπορούν να
επιλυθούν μόνο μέσω διαπραγματεύσεων ή ενώπιον δικαστηρίου. Ο εργοδότης και ο
εθνικός μεσολαβητής πρέπει να ενημερώνονται για την απεργία το αργότερο δυο
βδομάδες πριν από την έναρξή της. Η κοινοποίηση πρέπει να αναφέρει τους λόγους
της απεργίας, τη διάρκειά της και πότε θα ξεκινήσει. Κατά τη διάρκεια περιόδων
κατά τις οποίες δεν ισχύει η ΣΣΕ, ο εργοδότης μπορεί να πιέσει τους
εργαζομένους μέσω λοκ άουτ, προκειμένου να τους αποτρέψει από το να κλείσουν το
χώρο εργασίας.
·
Στην Ισπανία την Ισπανία, το δικαίωμα
προβλέπεται στο Σύνταγμα, η απεργία κηρύσσεται από τις συνδικαλιστικές
οργανώσεις ελεύθερα. Μπορεί να αποφασιστεί ακόμη και από αυτόνομες ομάδες. Στο
Δημόσιο, προϋπόθεση για την πραγματοποίηση απεργίας είναι η συνέχιση παροχής
βασικών υπηρεσιών στο κοινωνικό σύνολο.
Όμως οι κύριες
Συνομοσπονδίες (στμ UGT και CCOO), απασχολημένες να λαμβάνουν τα εκατομμύρια
της κρατικής χρηματοδότησης, εργάζονται από κοινού με την κυβέρνηση κατά των
εργασιακών και κοινωνικών δικαιώματων. Το 2011, η UGT και CCOO υπέγραψαν ένα
«κοινωνικό συμβόλαιο» με την κυβέρνηση και την ένωση των εργοδοτών, το οποίο
περιλάμβανε μια μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, που αύξησε την
ηλικία συνταξιοδότησης κατά δύο έτη, από 65 σε 67, ενώ επίσης συμφωνήθηκαν με
τους εργοδότες μισθολογικές περικοπές με κοινές συμφωνίες. Φυσικά δεν μπορούν
να οργανωθούν απεργίες από αυτές τις συνομοσπονδίες ενάντια σε μια πολιτική που
συν-αποφασίζουν, μαζί με τους «κοινωνικούς εταίρους» τους.
·
Στη Γερμανία επιτρέπεται η
απεργία αν αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις και η διαιτησία. Για να κηρυχθεί
απεργία πρέπει να γίνει μυστική ψηφοφορία, στην οποία πρέπει να υπερψηφίσουν το
75% των εργαζομένων! Είναι προφανές ότι και εδώ μια απεργία είναι νόμιμη εφόσον
δεν ξεπερνά τα όρια της διαπραγμάτευσης για τη ΣΣΕ. Οι απεργίες δεν μπορούν να
καλούνται μετά τη σύναψη ΣΣΕ, δεδομένου ότι οι Συλλογικές Συμβάσεις περιέχουν
«ρήτρες ειρήνης», που απαγορεύουν συνδικαλιστική δράση ενώ βρίσκονται σε ισχύ
και για μια μεταγενέστερη περίοδο.
Ένα παράδειγμα από τη Γερμανία: η συνομοσπονδία
DGB που επιτέθηκε ανοιχτά στην απεργία στον τομέα των μεταφορών το 2014 και
ανοιχτά υποστήριξε μαζί με τους εργοδότες νομοσχέδιο της κυβέρνησης να
απαγορεύσει το δικαίωμα της απεργίας σε μικρότερα συνδικάτα. Στην πράξη η DGB
της Γερμανίας είναι εναντίον της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι. Με τη
νομοθεσία αυτή θα της δοθεί το μονοπώλιο του ελέγχου των εργατικών αγώνων ώστε
να τους καταστέλλει.
·
Στη Λετονία, το δικαστήριο
περιόρισε τον ορισμό της απεργίας το 2006 ως την «τελευταία λύση για
μία διαπραγμάτευση, καθώς θέτει σε σοβαρό κίνδυνο και τα συμφέροντα του
εργοδότη και μπορεί να θεωρηθεί απειλή για τη δημόσια ασφάλεια». Εξαιτίας
της αύξησης των κινητοποιήσεων την περίοδο της οικονομικής κρίσης, το 2013 ο
απεργιακός νόμος έγινε πολύ πιο αυστηρός, περιορίζοντας κατά πολύ το δικαίωμα
στην απεργία.
·
Και στην Ολλανδία, στις ΣΣΕ
υπάρχει ρήτρα «εργασιακής ειρήνης», κατά την οποία το σωματείο δεν μπορεί να
κάνει απεργία και να σπάσει τη ΣΣΕ. Η νομοθεσία είναι πολύ αυστηρή και
εξετάζεται εξονυχιστικά όλη η διαδικασία διαπραγμάτευσης από το δικαστήριο,
πριν καταλήξει ένα σωματείο να καλέσει σε απεργία.
·
Η
νομοθεσία στη Σουηδία έχει πολλά περιοριστικά μέτρα,
μερικά από τα οποία είναι και στη δικαιοδοσία του εργοδότη. ο σουηδικό μοντέλο
βασίζεται στην τριμερή συμφωνία του Σαλτσομπάντεν (Saltjöbaden),
του 1938. Το Σαλτσομπάντεν είναι ένα προάστειο της Στοκχόλμης, όπου
συναντήθηκαν εκπρόσωποι των εργαζομένων, των εργοδοτών και του κράτους και
κατάρτισαν μιά συνθήκη για θέματα απεργίας και λοκάουτ,
με σκοπό να δώσουν τέρμα σε μιά παρατεταμένη περίοδο αστάθειας, διαμαρτυριών,
απεργιών και συγκρούσεων, που δεν διέφερε και πολύ από αυτά που ζούμε στην
Ελλάδα σήμερα.
Οι βασικές αρχές της συμφωνίας του Σαλτσομπάντεν είναι οι
εξής:
1) Η απεργία καθώς και το λοκάουτ απαγορεύονται, εκτός αν
γίνουν σε περίοδο διεξαγωγής διαπραγματεύσεων για νέα συλλογική σύμβαση.
2) Ακόμη και κατά τη διάρκεια τέτοιων διαπραγματεύσεων, η
απεργία και το λοκάουτ θεωρούνται σαν κήρυξη πολέμου, συνεπώς, πρέπει να είναι
το τελευταίο όπλο των εργαζομένων ή των εργοδοτών και όχι η πρώτη τους
ενέργεια, θα πρέπει δε να προηγηθούν προειδοποιήσεις.
3) Σε κάθε περίπτωση που κηρυχτεί απεργία ή λοκάουτ, ακόμη
και κατά τη διάρκεια συλλογικών διαπραγματεύσεων, μπορεί οποιοδήποτε μέρος να
καταφύγει στα εργατικά δικαστήρια για να εξετασθεί η νομιμότητα της ενέργειας
και να επιβληθούν κυρώσεις, εφ’ όσον η ενέργεια θεωρηθεί παράνομη.
Εννοείται, ότι εφ’ όσον υπογραφεί η συλλογική σύμβαση, στην
περίπτωση παραβίασής της τον λόγο έχουν και πάλι τα εργατικά δικαστήρια.
Κακές συνθήκες δουλειάς, το κάτι καλύτερο, συμπαράσταση, διώξεις
συναδέλφων, αθέτηση της Συλλογικής Σύνδεσης, γενικότερα πολιτικά η εθνικά
θέματα δεν
είναι λόγος απεργίας.
Οι αρχές αυτές της συμφωνίας του Σαλτσομπάντεν, που ξεκίνησε
ως μια ¨συμφωνία κυρίων¨ βασικά, ενσωματώθηκαν αργότερα στους νόμους της χώρας
και τώρα πιά ισχύουν υποχρεωτικά.
Παραδοσιακά στη
Σουηδία θεωρείται προνόμιο της εργοδοσίας να μπορεί να συμπεριλάβει στη ΣΣΕ δικαστικές
ποινές και περιορισμούς στο δικαίωμα στην απεργία.
·
Στην Ιταλία,
προβλέπεται από το Σύνταγμα, η απόφαση είναι ελεύθερη, σε αντίθεση με το
δημόσιο, όπου οι προϋποθέσεις καθορίζονται με νόμο. Δεν υπάρχει δικαίωμα
ανταπεργίας.
·
Στη Γαλλία, βάσει
συντάγματος αλλά και του γαλλικού δικαίου, η απεργία είναι κατ' αρχήν νόμιμη.
Αρκεί η απόφαση μιας άτυπης ομάδας, ενώ οι συμμετέχοντες δεν χρειάζεται να
είναι μέλη σωματείου. Δεν προβλέπονται αντιπροσωπευτικότητα ή πλειοψηφίες.
Απαιτείται όμως προειδοποίηση.
·
Στο Βέλγιο, είναι
επίσης συνταγματικά αναγνωρισμένο το δικαίωμα για απεργίες, χωρίς όμως να
καθορίζεται από νόμο. Απεργίες αποφασίζονται μετά από συλλογική διαπραγμάτευση,
χωρίς να απαιτείται η ύπαρξη αναγνωρισμένου σωματείου. Στο Δημόσιο, οι όροι
καθορίζονται μέσω Συλλογικής Σύμβασης, με στόχο τη διαφύλαξη του δημόσιου
συμφέροντος. Το δικαίωμα ανταπεργίας για τους εργοδότες αναγνωρίζεται υπό
προϋποθέσεις.
Ποιες είναι
λοιπόν οι επικρατούσες ευρωπαϊκές πρακτικές αν όχι εκείνες που εμποδίζουν τους
εργαζόμενους να ασκήσουν το μεγάλο τους όπλο που λέγεται απεργία;
Από άκρη σε άκρη της ΕΕ μία είναι η λογική τους.
Περιορισμός με προσκόμματα κάθε είδους στην εφαρμογή του δικαιώματος της
απεργίας. Εκεί όπου στα λόγια υπάρχει ανέπαφο αυτό, καλλιέργεια κλίματος, και
μέσα από τη στάση και δράση του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού που
ελέγχει την τεράστια πλειοψηφία των εργαζομένων αυτοί να μένουν στο περιθώριο,
κατάργησης στην πράξη της απεργίας και κάθε αγώνα των εργαζομένων, ειδικά από
τα κάτω, ειδικά αυτών που δεν ελέγχονται και που είτε θα κηρυχθούν παράνομες
είτε θα συκοφαντηθούν με κάθε μέσο.
Αφήστε
λοιπόν ήσυχα τα συνδικάτα να ρυθμίσουν τα του οίκου τους ελεύθερα κύριε
Μητσοτάκη. Εκτός και αν φοβάστε τόσο
πολύ ότι το επόμενο χρονικό διάστημα υπάρχει κίνδυνος ανάστασης τους με ανάταξη
της δράσης τους που θα επιβάλουν κατακτήσεις στους καπιταλιστές και προσκόμματα
στην "φιλεργατική" πολιτική που προτίθεστε να εφαρμόσετε.
Επιμέλεια: Νίκος
Πυλιώτης
ΠΗΓΗ: Ριζοσπάστης, iefimerida, Ναυτεμπορική, Euro2day,
Nomika
Epilekta, Transport
Workers Solidarity Committee
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου