Δυόμιση κόμματα, μια πολιτική Ματωμένα πλεονάσματα και ψίχουλα φιλανθρωπίας Του Δημήτρη Τζιαντζή


Δυόμιση κόμματα, μια πολιτική
Ματωμένα πλεονάσματα και ψίχουλα φιλανθρωπίας
Του Δημήτρη Τζιαντζή
Ο ΣΥΡΙΖΑ, πριν καν υποταχτεί άνευ όρων στις απαιτήσεις των δανειστών, επέ­μενε ότι η κρίση που βιώνουμε είναι πάνω από όλα ανθρω­πιστική και όχι κοινωνική. Με αυτόν τον τρόπο έδινε με το καλημέρα το στίγμα της πολιτικής του, σε κατεύθυν­ση «ανακούφισης» των επι­πτώσεων των μνημονιακών πολιτικών και όχι ανατροπής τους.
 Καθώς μπαίνουμε στην καρδιά της προεκλογικής πε­ριόδου, η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά και το κόμμα-μπαλαντέρ του συστήματος ΚΙΝΑΛ επικε­ντρώνονται σε εξαγγελίες-δωράκια καθώς ο πυρήνας -και τα όρια- της πολιτικής που θα ακολουθήσουν είναι προδια­γεγραμμένος — συνέχιση της παραγωγής πλεονασμάτων. Με δεδομένα όλα αυτά δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση που τα δύο κόμματα, με περίσ­σια υποκρισία, έχουν επιδοθεί σε μια κοκορομαχία γύρω από τα επιδόματα, με επικοινωνιακούς ακροβατισμούς για δημιουργία εντυπώσεων και από τις δύο πλευρές. Με την κυβέρνηση να προσπαθεί να δείξει τη διαφορά της από τον «κοινωνικό κανιβαλισμό» που εκφράζει ο Κ. Μητσοτάκης. Είναι όμως έτσι;
Οι όποιες προεκλογικές παροχές προέρχονται από τα πλεονάσματα, τα οποία όπως συμφωνούν και τα δύο κόμματα σημαίνουν σκληρή λιτότητα. Το 2015, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε και επίσημα στο μνημονιακό στρατόπεδο, η δικαιολογία ήταν «ναι αλλά τουλάχιστον καταφέραμε να μειώσουμε τους στόχους για τα υπερπλεονάσματα μαμούθ 4,5% που είχε υπογράψει ο Σα­μαράς». Ωστόσο, όπως έδειξε η τριετία 2016-2018, τα πρωτο­γενή πλεονάσματα του ΣΥΡΙ- ΖΑ ήταν διαδοχικά 4,2%, 4,2% και 4,4% — δηλαδή σαμαρικού επιπέδου και πολύ παραπάνω από τις μνημονιακές «υποχρε­ώσεις». Η μείωση των κοινω­νικών δαπανών και η υπερφορολόγηση οδήγησαν σε υπέρ­βαση των στόχων κατά
13 δισ. ευρώ την τριετία 2015-2018, με μόλις δύο δισ. από αυτά να «επιστρέφουν στην κοινωνία» με τη μορφή επιδομάτων. 
  Η ΝΔ με τη σειρά της υπό­σχεται ότι θα ξοδέψει αυτά τα πλεονάσματα για «μείω­ση φόρων» και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επι­χειρήσεων, με αντάλλαγμα τη δημιουργία νέων (ελαστικών) θέσεων εργασίας. Ωστόσο, η πρόσφατη εμπειρία έχει δεί­ξει ότι στην πράξη εργοδότες εκμεταλλεύονται τις φοροαπαλλαγές και την παραιτέρω ελαστικοποίηση της εργασίας χωρίς να αυξάνουν τον αριθμό των υπαλλήλων τους.
Την Τετάρτη, σε μια ακό­μα ρελάνς εντυπωσιασμού, το Μέγαρο Μαξίμου προανάγγει­λε μια σειρά «θετικών μέτρων» που θα ανακοινώσει επίσημα μετά το Πάσχα — δηλαδή τρεις βδομάδες πριν τις ευρωεκλο­γές. Στις διαρροές περιλαμβά­νεται το ενδεχόμενο επαναφο­ράς της έκπτωσης φόρου στην περίπτωση εφάπαξ καταβολής, προκειμένου να επιβρα­βεύονται οι συνεπείς φορολογούμενοι, ενώ θα «εξεταστεί» -υποτίθεται- το ενδεχόμενο μείωσης του εισαγωγικού συ­ντελεστή φορολογίας από το 22% στο 20% και κάποιες «δι­ορθωτικές κινήσεις» στον ΕΝΦΙΑ — που ο ΣΥΡΙΖΑ κάποτε έλεγε ότι θα καταργούσε. Στα «θετικά μέτρα» με ορίζοντα τις κάλπες περιλαμβάνεται και το νέο σχέδιο ρύθμισης ληξιπρό­θεσμων οφειλών στην εφορία με έως 120 δόσεις, το οποίο όμως περιλαμβάνει αυστηρές προϋποθέσεις και κόφτες.
Αυτό που ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ κρύβουν από τον λαό είναι ότι και τα δύο μοντέλα προϋποθέτουν την αέναη συνέχιση της «σκληρής δημοσιονομικής προσαρμογής» για να παρά­γουν πλεονάσματα. Και οι δύο αποκρύπτουν τα πραγματικά αρνητικά μέτρα που έρχονται, όπως αυτοματοποίηση και επιτάχυνση των τραπεζικών κατασχέσεων και πλειστηριασμών νέας κατοικίας, η με­γαλύτερη αυστηροποίηση του ήδη εξαιρετικά προβληματι­κού διαδόχου του νόμου Κατσέλη και πάνω από όλα η δρα­στική μείωση του φορολογικού ορίου — που ο ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι ψήφισε αλλά δεν σκοπεύει να εφαρμόσει. Μετά την απομά­κρυνση από την κάλπη βέβαια ουδέν λάθος -ή υπόσχεση- αναγνωρίζεται…
ΠΗΓΗ: Πριν


Σχόλια