Τα δάνεια της "ανεξαρτησίας" ως πολιτικό όπλο εξόντωσης των αγωνιστών του 1821


Τα δάνεια της "ανεξαρτησίας" ως πολιτικό όπλο εξόντωσης των αγωνιστών του 1821

Δεν είναι αμελητέος αλλά αντίθετα κρισιμότατος ο παράγοντας οικονομικής παρέμβασης προς όφελος των πιο αντιδραστικών δυνάμεων που γίνεται με τη χορήγηση των «δανείων της ανεξαρτησίας» βάζοντας, έτσι, έναν ισχυρότατο μοχλό για την ανατροπή των συσχετισμών δύναμης και για την προώθηση των επιδιώξεών τους.

 Η ιστορία των δύο αυτών δανείων είναι αποκαλυπτική και επιβεβαιώνει απόλυτα τον παραπάνω ισχυρισμό.
  Με διάταγμα του εκτελεστικού, με πρόεδρο τον Μαυροκορδάτο, στις 2-6-1823, αποφασίζεται να συναφθεί δάνειο από 4.000.000 ισπανικά τάληρα. Όρισαν πληρεξούσιο τον Ορλάνδο, κουνιάδο του Κουντουριώτη, το Γ. Ζαΐμη, της γνωστής οικογένειας και τον Λουριώτη, παλιό φίλο του Μαυροκορδάτου. Είναι κατανοητό ότι, από τη μια μεριά, η ανάγκη κεφαλαίων για την αγορά πολεμικού, και όχι μόνο, υλικού είναι κρίσιμος παράγοντας για την επιτυχή έκβαση ενός εθνικοαπελευθερωτικού και όχι μόνο αγώνα. Από την άλλη, είναι σαφές ότι μόνο τυχοδιωκτικά και τοκογλυφικά κεφάλαια μπορούν να βρεθούν, ακόμη και αν υπάρχει ισχυρή υποστήριξη από φιλελληνικούς κύκλους. Αυτό συνεπάγεται απόλυτα τοκογλυφικούς όρους και εγγυήσεις εμπράγματες που, ναι μεν είναι παρακινδυνευμένες σε περίπτωση αποτυχίας, αλλά ταυτόχρονα είναι τόσες μεγάλες που δελεάζουν κάθε τυχοδιωκτικό κεφάλαιο. Και από τέτοια, μετά τη λήξη των Ναπολεόντειων πολέμων βρωμούσε όλη η Ευρώπη, και ιδιαίτερα οι νικητές. Έτσι, οι πληρεξούσιοι είχαν στην πραγματικότητα το ελεύθερο να αποδεχθούν σχεδόν τα πάντα, και φυσικά το έκαναν. Ας τους αναγνωρίσουμε και μια «εθνική» υστεροβουλία. Αν χαθεί ο αγώνας, πάνε στα κομμάτια και οι υποχρεώσεις, και γιʼ αυτό το λόγο «αναγκάζεται» και οικονομικά η αγγλική κυβέρνηση να μας υποστηρίξει, και σε περίπτωση νίκης, θα κληθούν αυτοί στο όνομα των οποίων βγήκε το δάνειο, ο λαός δηλαδή, να πληρώσουν αυτά που άλλοι ξεκοκκάλισαν ή, για να το πούμε κομψότερα, χρησιμοποίησαν για τους δικούς τους σκοπούς!
  Έτσι, συνάπτεται δάνειο από τους τραπεζίτες Longman, OBrien, Ellice με ονομαστική τιμή 800.000 λιρών και πραγματική 59% ή 472.000 λίρες. Οι τοκογλύφοι κράτησαν επιπλέον 3% για προμήθεια και μεσιτεία, 1,5% για ασφάλιστρα, κράτησαν τους τόκους για δύο χρόνια μπροστά 80.000 λίρες, τα χρεόλυτρα δύο χρόνων από 1% 16.000λίρες και για προμήθεια πληρωμής τόκων 3.200 λίρες. Σύνολο 43,5% πραγματικό δάνειο που και αυτό δεν πάρθηκε όλο και θα δινόταν σε δόσεις. Η είδηση σύναψης του δανείου πυροδότησε αμέσως τις συγκρούσεις, γιατί όλοι καταλάβαιναν ότι ο διαχειριστής του είχε την οικονομική δυνατότητα να συντρίψει τους αντιπάλους. Ο Οδυσσέας προσπαθεί να έρθει σε συνεννόηση με τον Κολοκοτρώνη και τους οπλαρχηγούς για να περάσουν λεπίδι τους κοτζαμπάσηδες αλλά η σύσκεψη αποτυγχάνει. Ενώ η πρώτη δόση δεν εκταμιεύεται, γιατί δεν πληρούνται οι όροι του αγγλικού φιλελληνικού κομιτάτου, καπάκι έρχεται και η δεύτερη δόση. «Η αναγγελία της αλληλοδιαδόχου αφίξεως των δόσεων γράφει ο Παπαρηγόπουλος ηύξησε τον περί κατοχής της εξουσίας πόθον» που «απέληξεν βαθμηδόν εις δεύτερο εμφύλιο πόλεμο». Μετά από παρέμβαση της Αγγλίας, παραδίδονται τα χρήματα στην τριανδρία Κουντουριώτη, Κωλέττη, Μαυροκορδάτου, η οποία είχε εξουδετερώσει τον Κολοκοτρώνη και αγοράζοντας με λεφτά του δανείου τον Γκούρα, βγάζει από τη μέση το μόνο σοβαρό αντίπαλο από το λαϊκό στρατόπεδο, τον Ο. Ανδρούτσο. Από το δάνειο αυτό η κυβέρνηση πήρε τελικά 310.000, χρεώνοντας τον ελληνικό λαό με 800.000 και έχοντας βάλει ως υποθήκη όλες(!) τις εθνικές γαίες και τα έσοδα από τις αλυκές και τα διβάρια. Με αυτούς τους όρους έπεσε χοντρός ανταγωνισμός γαλλικών και αγγλικών κεφαλαίων για το ποιος να μας δανείσει για δεύτερη φορά... Αυτή τη φορά προτιμήθηκαν οι Ιάκωβος και Σαμψών Ρικάρδο του Λονδίνου για ένα δάνειο με ονομαστική τιμή 2.000.000 λιρών και 5% τόκο και πραγματική 55%, που μετά από τις απαραίτητες ευφάνταστες αφαιμάξεις, έφτασε να απομείνει 816.000 λίρες ή το 40.08%. Ένα τεράστιο ποσό για τα δεδομένα της επαναστατημένης Ελλάδας που η με σύνεση διαχείρισή του θα είχε ορίσει αλλιώς την ιστορία της. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να σωθεί το Μεσολόγγι με μόνο 100.000 τάληρα που ήταν αρκετά για αυτό το σκοπό και που, όπως γράφει ο Παπαρηγόπουλος, «η ελληνική κυβέρνηση λαβούσα εις τας χείρας αυτής κατά το προλαβόν δωδεκάμηνον εκατομμύρια περίπου ταλήρων, δεν ηδυνήθη να οικονομήση εξ αυτών τας 100 εκείνας χιλιάδας από των οποίων εξηρτήθη η τύχη της Ελλάδας.» Άφησαν, λοιπόν, το Μεσολόγγι νηστικό και άοπλο να πέσει. Αλλά και το υπόλοιπο πήγε άπατο, δήθεν στην προσπάθεια να ναυπηγήσουν σύγχρονο στόλο που δεν έφθασε ποτέ εκτός από ένα ατμοκίνητο, το οποίο δεν μπορούσε να κινηθεί και μια φρεγάτα από τις ΗΠΑ, που αφού κόστισε δεκαπλάσια, μετά από ξεσηκωμό των φιλελλήνων της Αμερικής, κατάφερε να φτάσει πολύ αργά.
Έτσι, από όλο το δάνειο έφτασαν στην Ελλάδα 232.500 λίρες, που χρησιμοποιήθηκαν για την ενίσχυση των οικονομικών των πρωταγωνιστών της εποχής, όπως ο Κουντουριώτης και άλλοι υδραίοι εφοπλιστές οι οποίοι πήραν αποζημιώσεις για όσα προσέφεραν στον αγώνα. Για αυτούς ήταν κανονική επιχείρηση, όπως και οι λεηλασίες και οι πειρατείες που τους γέμιζαν τις κάσες. Μερίδιο πήραν όλα τα στηρίγματα του καθεστώτος, ενώ το υπόλοιπο σπαταλήθηκε στην εξαγορά αντιπάλων…
…«Καὶ τέλος πάντων, πατρίδα, αὐτεῖνοι κατατρέχονται ἀπὸ τοὺς Ἐκλαμπρότατους, ἀπὸ τοὺς Ἐξοχώτατους, ἀπὸ τὸν Κυβερνήτη σου κι᾿ ἀδελφούς του. Ὁ Ἀγουστίνος κι᾿ ὁ Βιάρος αὐτείνων τῶν σκοτωμένων τὶς γυναῖκες καὶ κορίτζα κυνηγοῦν. Αὐτοὺς τοὺς ἀγωνιστᾶς κατατρέχουν καὶ τοὺς λένε νὰ πᾶνε νὰ διακονέψουν: ‟Ποιός σας εἶπε, τοὺς λένε, νὰ σηκώσετε ἄρματα νὰ δυστυχήσετε;” Ἔχουνε δίκαιον, ὅτι ὁ Ζαΐμης χρώσταγε τῶν Τούρκων ἕνα μιλιούνι γρόσια, καὶ οἱ Ντεληγιανναῖγοι καὶ οἱ Λονταῖγοι καὶ οἱ ἄλλοι, κι᾿ ὁ Μεταξάς, κόντες τῆς πιάτζας, χωρὶς παρά, κι᾿ ὁ Κωλέτης ἕνας γιατρός, ὁ Μαυροκορδάτος τζιράκι τῆς Κωσταντινοπόλεως. Τοὺς φκειάσαν αὐτεῖνοι οἱ διακονιαραῖγοι, οἱ ἀγωνισταί, Ἐκλαμπρότατους, τοὺς λευτέρωσαν ἀπὸ τοὺς Τούρκους κι᾿ ἀπὸ τὰ χρέη, ὁποῦ χρώσταγαν τῶν Τούρκων, κ᾿ ἔγιναν τώρα μεγάλοι καὶ τρανοί. Γύμνωσαν καὶ τοὺς Τούρκους, παίρνοντας τὸ βίον τους, καὶ τὸ ἔθνος τὸ γύμνωσαν καὶ τὸ ἀφάνισαν, γιόμωσαν φατρίες καὶ κακίες τοὺς ἀνθρώπους τοῦ ἀγῶνος.»[1]
ΠΗΓΗ: "Το ελληνικό πρόβλημα" του Αλέξανδρου Καπακτσή



[1] Από τα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη. 

Σχόλια