Η εκκεντρική ζωή του Βίκτωρ Ουγκώ. Ο συγγραφέας υπήρξε
λάτρης των γυναικών.
Ο Βίκτωρ Ουγκώ σωστά μνημονεύεται για την καταπληκτική λογοτεχνική παραγωγή του,
για το φιλανθρωπικό του έργο ως μέλος της Εθνικής Συνέλευσης της Γαλλίας, που
αγωνίζεται για τον τερματισμό της φτώχειας, την δωρεάν εκπαίδευση για όλα τα
παιδιά και την κατάργηση της θανατικής ποινής.
Γεννήθηκε στις 25
Φεβρουαρίου 1802 στην πόλη Μπεζανσόν του Νομού Φρανς-Κοντέ (Franche-Comté) της
ανατολικής Γαλλίας και ήταν ο νεότερος γιος του Ιωσήφ Ουγκώ και της Σοφί
Τρεμπισέ. Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός (έγινε στρατηγός της Αυτοκρατορίας το
1809) του Ναπολέοντα και ιδεολογικά τοποθετημένος στους δημοκρατικούς ενώ
θρησκευτικά δήλωνε αθεϊστής. Στο άλλο άκρο η μητέρα του, προερχόμενη από παλιά
αριστοκρατική οικογένεια, ήταν φιλομοναρχική και ευσεβής ρωμαιοκαθολική.
Στα 1845 ο Λουδοβίκος Φίλιππος τον ονόμασε Pair de France,
μέλος δηλαδή της Άνω Βουλής. Εκεί εκφώνησε λόγους ενάντια στη θανατική καταδίκη
και την κοινωνική αδικία ενώ υποστήριξε την ελευθερία του Τύπου και την
αυτοδιάθεση της Πολωνίας. Μετά την Επανάσταση του 1848 και την ανακήρυξη της Β’
Γαλλικής Δημοκρατία εκλέγεται, με τη βοήθεια του Λέοντος Γαμβέτα, βουλευτής
Παρισίων στη Συντακτική και ακόλουθα στη Νομοθετική Συνέλευση. Τότε
αναδεικνύεται σε θερμό υποστηρικτή του Ναπολέοντα Γ', ανιψιού του Ναπολέοντα Α΄
Βοναπάρτη, συντασσόμενος ενεργά με την προώθηση της υποψηφιότητάς του για την
Προεδρία της Δημοκρατίας.
Η πραξικοπηματική κατάλυση της δημοκρατίας από τον
Ναπολέοντα Γ΄ το 1851 και η ανάδειξή του σε Αυτοκράτορα κάνει τον Ουγκώ να
αλλάξει τις φιλοβοναπαρτικές του αντιλήψεις και να στραφεί με μένος εναντίον
του. Η επικείμενη δίωξή του, μετά από αυτό, τον αναγκάζει να διαφύγει στις
Βρυξέλλες. Έτσι εγκαινίασε τη μακρά περίοδο αυτοεξορίας του, που θα διαρκέσει
περίπου 20 χρόνια.
Όπως ο ίδιος έλεγε στο ποίημά του Lettre à une femme (Γράμμα
σε μία γυναίκα) «Je ne sais plus mon nom, je m’appelle Patrie!» (Δε γνωρίζω
πλέον το όνομά μου, ονομάζομαι Πατρίς). Το έθνος τον ταύτισε με την ίδια τη
Γαλλία και εν πολλοίς, συνεχίζει ακόμη.
Όμως, ο Βίκτωρ Ουγκώ (1802 - 1885), ο
συγγραφέας της Παναγίας των Παρισίων (1831) και των Αθλίων (1862),
ο ποιητής, ο φιλόσοφος, ο φιλομοναρχικός που μεταλλάχθηκε σε ριζοσπάστη
δημοκρατικό, ο άνθρωπος που υπερασπίστηκε τη δημόσια εκπαίδευση, στάθηκε στο
πλευρό των οικονομικά ασθενέστερων και ζήτησε την κατάργηση της θανατικής
ποινής, ήταν, εκτός των άλλων, λάτρης των γυναικών.
Με αφορμή τη νέα σειρά του BBC «Les Misérables» (Οι
Άθλιοι), ο Guardian καταγράφει γνωστές και λιγότερο γνωστές πλευρές
της εκκεντρικής προσωπικότητας του διάσημου συγγραφέα.
Το πλέον χαρακτηριστικό και γνωστό γεγονός ήταν ότι, όταν
ο Ουγκό πέθανε τα πορνεία στο Παρίσι έκλεισαν μία μέρα σε ένδειξη πένθους,
δίνοντας τη δυνατότητα στις γυναίκες να αποχαιρετήσουν τον διάσημο πελάτη
τους.
Ο κριτικός λογοτεχνίας, συγγραφέας και εκδότης Εντμόν ντε
Γκονκούρ ισχυρίστηκε μάλιστα ότι ένας αστυνομικός του είχε πει ότι οι
εργάτριες του σεξ φόρεσαν για εσώρουχο ένα κομμάτι μαύρο κρεπ ύφασμα σε ένδειξη
σεβασμού.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ο Ουγκώ υπήρξε
πιθανότητα ο πιο δραστήριος sex addict του 19ου αιώνα.
Για παράδειγμα, έλεγε ότι τη γαμήλια νύχτα έκανε σεξ με τη
σύζυγο του Αντέλ Φουσέ εννέα φορές. Και μπορεί να έχασε σύντομα το ενδιαφέρον
του για την Φουσέ -ούτως ή άλλως, ήταν ένας δυσαρμονικός γάμος- όμως, το Παρίσι
ήταν γεμάτο οίκους ανοχής, που κρατούσαν το ενδιαφέρον του Ουγκώ «ζωντανό»
πρωί, μεσημέρι και βράδυ.
Σύμφωνα με τον αστικό μύθο ακόμη και η κηδεία του
κατέληξε σε... πάρτι, ενώ ένας άλλος μύθος λέει, ότι το Παρίσι εννέα μήνες
αργότερα έζησε ένα μίνι baby boom.
Όταν ήταν νέος και επί ένα έτος ήταν αναγκασμένος να μένει
σε μία σοφίτα επί της οδού Ντι Ντραγκόν, παρέα με ποντίκια, έγραφε ωστόσο με
μεγάλη επιμέλεια, επιμονή και αυτοπεποίθηση, αρετές που δεν του έλειψαν ποτέ
στη ζωή του.
Όταν διαπραγματευόταν με τον εκδότη του την αμοιβή για
τους Αθλίους ζήτησε περισσότερα χρήματα από όσα είχε λάβει
ποτέ συγγραφέας.
Ο βιογράφος του Ντέιβιντ Μπέλος υποστηρίζει ότι τα
300.000 γαλλικά φράγκα -με σημερινές τιμές, 3.800.000 δολάρια- παραμένει
μέχρι τις μέρες μας η υψηλότερη αμοιβή για λογοτεχνικό έργο.
Ευτυχώς για τον εκδότη η επένδυση απέδωσε: Ήταν τόσο μεγάλη
η ανυπομονησία για το βιβλίο ώστε όταν κυκλοφόρησε εργάτες στο Παρίσι έκαναν ουρές έξω από τα βιβλιοπωλεία περιμένοντας
να γεμίσουν τα καροτσάκια τους με αντίτυπα του βιβλίου τα οποία στη συνέχεια
πουλούσαν στους συναδέλφους τους. Ένα βιβλίο που λάτρεψαν και λατρεύουν οι
εργαζόμενοι και οι νέοι, οι ταπεινοί και καταφρονεμένοι όχι μόνο της Γαλλίας
αλά όλου του κόσμου.
Επίσης, ο Ουγκώ έγραφε γυμνός. Όταν έγραφε (και
υπήρξε παραγωγικός) έμενε κλειδωμένος στο δωμάτιο του μόνο με τα χαρτιά και την
πένα του. Σύμφωνα με μαρτυρίες, έδινε τα ρούχα του στους υπηρέτες με την
αυστηρή οδηγία να μην του τα επιστρέψουν μέχρι να τελειώσει το κεφάλαιο που
έγραφε.
Στα απομνημονεύματα της, η σύζυγος του αναφέρει ότι την
περίοδο που έγραφε την Παναγία των Παρισίων ο Ουγκώ αγόρασε ένα «τεράστιο
πλεκτό γκρι σάλι» με το οποίο τυλιγόταν από την κορυφή μέχρι τα νύχια για να
μην μπει στον πειρασμό να βγει από το δωμάτιο του και να αφήσει το χειρόγραφο
του μισοτελειωμένο.
Όταν βρισκόταν στο Παρίσι λάμβανε γράμματα που είχαν μόνο το
όνομα του και το όνομα της οδού που έμενε ενώ εξόριστος στο νησί Γκέρνσεϋ πολλά
γράμματα που έφθαναν σε αυτόν από αναγνώστες και μη έγραφαν σαν διεύθυνση
"κάπου στον Ωκεανό".
Ο Βίκτωρ Ουγκώ πέθανε στις 22 Μαΐου 1885 σε ηλικία 83 ετών
έχοντας λάβει εν ζωή σπάνια δόξα για πνευματικό δημιουργό. Στη Γαλλία κηρύχθηκε
εθνικό πένθος. Την ημέρα της κηδείας του (1η Ιουνίου) περίπου 2.000.000
άνθρωποι συνόδευσαν τον επιφανή νεκρό από την Αψίδα του Θριάμβου στο Πάνθεον,
το οποίο ορίστηκε ως τελευταία του κατοικία.
Επιμέλεια: Πάνος
Ευθυμίου
ΠΗΓΗ: The
Guardian, Huffington post, Wikipedia
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου