Φάκελος: επέκταση αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια. Γράφουν οι: Δημήτρης Γρηγορόπουλος, Αλέξης Ηρακλείδης, Δημήτρης Κουτσούμπας (ομιλία), Κώστας Μάρκου, Παναγιώτης Μαυροειδής, Άγγελος Συρίγος, Γιώργος Ν. Τζογόπουλος.
Φάκελος: επέκταση αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά
μίλια
Γράφουν οι: Δημήτρης Γρηγορόπουλος, Αλέξης Ηρακλείδης, Δημήτρης Κουτσούμπας (ομιλία),
Κώστας Μάρκου, Παναγιώτης Μαυροειδής, Άγγελος Συρίγος, Γιώργος Ν. Τζογόπουλος. Επτά απόψεις
για το επίμαχο θέμα που ανακινήθηκε πρόσφατα και επηρεάζει τη θέση της χώρας, το μέλλον αυτής και του λαού, τις εξωτερικές της σχέσεις και την εσωτερική
πολιτική κατάσταση.
Επικίνδυνη η προοπτική επέκτασης των χωρικών υδάτων
Δημήτρης Γρηγορόπουλος
Δύο προσεγγίσεις της αστικής τάξης με κοινό
παρανομαστή
Η
ανακοίνωση από τον τέως υπουργό Εξωτερικών N. Κοτζιά ότι έχουν ετοιμαστεί
προεδρικά διατάγματα που επεκτείνουν την αιγιαλίτιδα ζώνη στα 12 ναυτικά μίλια από
τους Οθωνούς μέχρι τα Αντικύθηρα ερμηνεύτηκε με διάφορους τρόπους. Είτε με τη
διάθεση αυτοπροβολής του τέως υπουργού, που αυτάρεσκα δήλωσε οτι επεκτείνει τα
σύνορα της χώρας ή και με τη διάθεση της κυβέρνησης ν’αλλάξει τη δυσάρεστη
ατζέντα των τελευταίων ημερών. Κυρίως όμως αυτή η ενέργεια αποτελεί έκφραση της
επιθετικής τάσης του βαθέος κράτους και της ελληνικής αστικής τάξης.
Πάντως,
η ενέργεια του Κοτζιά για την επέκταση ούτε φωτοβολίδα ήταν ούτε κεραυνός εν
αιθρία. Και στο παρελθόν είχε εκφράσει αυτές τις προθέσεις, ενώ η διαδικασία σύνταξης
των Προεδρικών Διαταγμάτων είναι χρονοβόρα και ασφαλώς εν γνώσει του πρωθυπουργού.
Δύο
σχολές σκέψης, εντός της αστικής πολιτικής, εκφράστηκαν: Η επιθετική που
εγκρίνει την πρωτοβουλία επέκτασης στο Ιόνιο, υποστηρίζοντας πως σύμφωνα με τη Διεθνή
Συνθήκη του 1982 τα παράκτια κράτη δικαιούνται να επεκτείνουν την αιγιαλίτιδα
ζώνη τους χωρίς προσυνεννόηση με τις γειτονικές χώρες. Η επέκταση θα έχει
προφανή οικονομικά οφέλη. Στο βάθος όμως αυτής της σκέψης υπόκειται η επίδειξη
πυγμής στην Τουρκία, η αποσαφήνιση ότι η Ελλάδα ανά πάσα στιγμή έχει το δικαίωμα
και τη δυνατότητα να πάει στα 12 μίλια και στο Αιγαίο.
Η
πιο κατευναστική τάση συμφωνεί, επί της αρχής, με την πρώτη σε όλα, σχεδόν, τα
επίδικα ζητήματα με τη Τουρκία. Υιοθετώντας όμως μια realpolitik, λόγω συσχετισμού
δύναμης, αποφεύγει ανοιχτές διεκδικητικές ενέργειες, μεταθέτοντάς τες σε πιο
πρόσφορο μέλλον. Αυτή η πιο ρεαλιστική τάση, δεν παραγνωρίζει το δικαίωμα της
Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια όχι μόνο στο Ιόνιο αλλά
και στο Αιγαίο, θεωρεί ωστόσο ότι η μονόπλευρη επέκταση της αιγιαλίτιδας στο
Ιόνιο, χωρίς ταυτόχρονη επέκταση και στο Αιγαίο, ισοδυναμεί με παραδοχή της
θέσης της Τουρκίας ότι το Αιγαίο αποτελεί «ειδική περίπτωση».
Η
επέκταση της αιγιαλίτιδας στο Ιόνιο προκάλεσε έντονες αποδοκιμασίες στο
εσωτερικό της χώρας, ενώ η ηγεσία της Τουρκίας αντέδρασε άμεσα,
επαναλαμβάνονοντας την απόφαση της εθνοσυνέλευσης του 1995 ότι η επέκταση από
την Ελλάδα των χωρικών υδάτων στο Αιγαίο αποτελεί casus belli. Στάση Πόντιου
Πιλάτου τήρησε ο Τράμπ και η ΕΕ.
Υπό
την πίεση των αντιδράσεων, ο πρωθυπουργός, εκ των υστέρων, αναγκάστηκε να
ακυρώσει τη διαδικασία των προεδρικών διαταγμάτων, δηλώνοντας ότι το θέμα θα
ρυθμιστεί με σχέδιο νόμου, αφού προηγουμένως συγκληθεί το Συμβούλιο Εξωτερικής
Πολιτικής.
Εύφλεκτη
κατάσταση δημιουργείται και από την έξοδο του τουρκικού ερευνητικού σκάφους
«Μπαρμπαρός» σε περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου που περιλαμβάνει μέρος της
ελληνικής υφαλοκρηπίδας και της κυπριακής ΑΟΖ, των οποίων η Τουρκία δεν αναγνωρίζει τη νομιμότητα. Παρόμοια ή και
οξύτερα επεισόδια θα συμβαίνουν, όσο ελληνική και τουρκική αστική τάξη
επιχειρούν να επιβάλουν μονομερώς τα συμφέροντά τους. Μόνο μια πολιτική
φιλειρηνική και αμοιβαίου σεβασμού μπορεί να λύσει αυτά τα προβλήματα. Μια
τέτοια πολιτική απαιτεί ισχυρό λαϊκό κίνημα και αντικαπιταλιστική
αντιιμπεριαλιστική ανατροπή.
ΠΗΓΗ: Πριν
Όχι στην επέκταση στα 12 μίλια στο Αιγαίο
Αλέξης Ηρακλείδης*
Με τυχόν επέκταση στα 12 μίλια, η Ελλάδα σχεδόν θα
διπλασίαζε την κυριαρχία της στα χωρικά ύδατα του Αιγαίου από 35% που είναι
σήμερα (με τα 6 μίλια) στα 64% και η ανοιχτή θάλασσα θα περιοριστεί από 56% που
είναι τώρα, στο μόλις 26,1%. Το Αιγαίο θα καταστεί κλειστή ελληνική θάλασσα μια
και θα υπάρχει αδιατάρακτη συνέχεια χωρικών υδάτων από το Σούνιο ως τα
Δωδεκάνησα και την Κρήτη.
Η Τουρκία από τα
τέσσερα ανοίγματα που διαθέτει τώρα (με τα 6 μίλια) στην ανοιχτή θάλασσα, θα
είχε μόνο δύο και μάλιστα πολύ στενά, μεταξύ Λέσβου και Χίου και Χίου και
Σάμου, τα οποία όμως θα της επιτρέψουν μόνο μία σύντομη διέλευση στην ανοιχτή
θάλασσα, γιατί στη συνέχεια θα αναγκαστεί να πλεύσει στα ελληνικά χωρικά ύδατα
για να φτάσει στα Στενά ή στη Μεσόγειο. Επιπλέον,
με τη διεύρυνση λύνεται συνολικά το θέμα της υφαλοκρηπίδας σε βάρος της
Τουρκίας.
Όλες αυτές οι δυσμενείς γι' αυτή συνέπειες την έχουν
οδηγήσει στο να δηλώσει ότι η διεύρυνση συνιστά casus belli. Υποστηρίζει ότι
χρειάζεται τις υπάρχουσες διεξόδους στην ανοιχτή θάλασσα για λόγους εμπορικούς,
για να μπορεί να καλύψει τον αυξανόμενο πληθυσμό στα παράλια του Αιγαίου, αλλά
και για λόγους αμυντικούς (εθνικής ασφάλειας).
Επίσης ότι το Αιγαίο ως ημίκλειστη θάλασσα είναι κατ' εξοχήν
ακατάλληλο για μονομερή επέκταση. Η διεύρυνση στα 12 μίλια θα συνιστούσε
«κατάχρηση δικαιώματος» και «μη φιλική πράξη» μια και θα είχε αποτέλεσμα τον
εγκλωβισμό της άλλης παράκτιας γειτονικής χώρας. Άλλωστε με τα υπάρχοντα 6
μίλια εξυπηρετούνται κάλλιστα τα ελληνικά συμφέροντα, προς τι λοιπόν η
επέκταση, μήπως για να βλάψουν οι Έλληνες τους γείτονές τους;
Δεν χωράει αμφιβολία ότι μια διεύρυνση πράγματι θα έθιγε τα
συμφέροντα της Τουρκίας κατά τρόπο καίριο, εγκλωβίζοντάς την τελείως διά θαλάσσης
σε ό,τι αφορά το Αιγαίο, την πιο πλούσια, πληθυσμιακά μεγαλύτερη και ιστορικά
(και τουριστικά) πιο λαμπερή ακτογραμμή από τις τρεις που διαθέτει.
Συνεπώς δικαιολογημένα θεωρεί το ζήτημα αυτό το
σημαντικότερο από τις διαφορές στο Αιγαίο. Είναι
δε σαφές ότι καμία τουρκική κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να σηκώσει το βάρος
απώλειας των υπαρχόντων διαδρόμων που τώρα έχει στην ανοιχτή θάλασσα.
Η ελληνική κυβέρνηση
από την πλευρά της είναι εύλογο να μην είναι έτοιμη να απεμπολήσει ένα δικαίωμα
που της δίνεται ξεκάθαρα από το διεθνές δίκαιο και μάλιστα να το κάνει
μονομερώς σε ένδειξη καλής θέλησης, χωρίς τουλάχιστον απτά και άξια λόγου
ανταλλάγματα σε μια συνολικότερη διαπραγμάτευση για τη διένεξη του Αιγαίου.
Ας δούμε λοιπόν τι
λένε το διεθνές δίκαιο και η διεθνής πρακτική. Όταν υπάρχουν αντικριστές
χώρες και όταν ισχύουν «ειδικές περιστάσεις», με πολλά νησιά ή περίπλοκη
ακτογραμμή, όπως κατ' εξοχήν συμβαίνει στο Αιγαίο, τότε δεν συνιστάται μονομερής οριοθέτηση των χωρικών υδάτων μέχρι τα 12
μίλια από τη μία χώρα, αλλά συμφωνία
μεταξύ των δύο παράκτιων χωρών ή
προσφυγή για επίλυση σε διεθνές δικαστικό όργανο.
Μια μονομερής επέκταση που έχει αποτέλεσμα να βλάπτονται τα
συμφέροντα μιας γειτονικής χώρας, αλλά και τα συμφέροντα και η ναυσιπλοΐα άλλων
κρατών, έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της συνεργασίας που προβλέπεται από τη
Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας, αλλά και σε αντίθεση με τις γενικότερες αρχές
του Χάρτη του ΟΗΕ και του διεθνούς δικαίου που αφορούν την ειρήνη και την
ασφάλεια και τις φιλικές σχέσεις μεταξύ των κρατών.
Συνεπώς οποιαδήποτε αλλαγή πέρα από τα 6 ναυτικά μίλια θα
πρέπει να γίνει με τη σύμφωνη γνώμη της Τουρκίας (όπως ακριβώς είχε γίνει στις
πλέον επιτυχείς μέχρι σήμερα ελληνοτουρκικές συνομιλίες, αυτές που έλαβαν χώρα
το 2002-03), και βέβαια με την όποια
μερική επέκταση να μην κλείσει το Αιγαίο για την τουρκική και τη διεθνή
ναυσιπλοΐα.
Η Ελλάδα έχει βέβαια το νομικό δικαίωμα της επέκτασης έως τα
12 μίλια. Άλλο πράγμα όμως είναι ένα νομικό δικαίωμα και άλλο το κατά πόσο το
νομικό αυτό δικαίωμα συμβάλλει στην πολιτική της εκτόνωσης της έντασης και στην
προσέγγιση μεταξύ των δύο γειτονικών κρατών και των λαών τους που είναι και το
ζητούμενο.
Η επέκταση, όπως
είπαμε, δεν βλάπτει μόνο τα τουρκικά εθνικά συμφέροντα αλλά και τη διεθνή
ναυσιπλοΐα (όλα τα κράτη των οποίων τα πλοία πλέουν στο Αιγαίο), σε μια
θαλάσσια οδό που αποτελεί σημαντικό διεθνή ναυτικό δίαυλο από τη Μαύρη Θάλασσα
στη λοιπή Μεσόγειο και διά του Σουέζ στον Ινδικό Ωκεανό.
*καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και
συγγραφέας δύο βιβλίων για τη διένεξη του Αιγαίου και την επίλυσή του
ΠΗΓΗ: efsyn
Η θέση του ΚΚΕ για το δικαίωμα επέκτασης της αιγιαλίτιδας
ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια.
Η Διεθνής Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, του 1982,
προβλέπει ότι η αιγιαλίτιδα ζώνη (εθνικά χωρικά ύδατα) μπορεί να επεκτείνεται
μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια, και στη ζώνη αυτή η κάθε χώρα ασκεί πλήρη κυριαρχία.
Για τη δε υφαλοκρηπίδα ορίζεται ότι αφορά την εκμετάλλευση του βυθού και του
υπεδάφους του, ενώ η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) καλύπτει όλες τις
οικονομικές δραστηριότητες που μπορούν να αναπτυχθούν στα υπερκείμενα ύδατα
(π.χ. αλιεία, πλατφόρμες άντλησης, πλατφόρμες συντήρησης και επισκευών πλοίων,
δίαυλοι).
Για τα θέματα των κυριαρχικών δικαιωμάτων το ΚΚΕ έχει
ξεκάθαρη θέση εδώ και χρόνια και έχει καταδικάσει την απαράδεκτη απειλή πολέμου
(casus belli) εκ μέρους της Τουρκίας στην περίπτωση που η Ελλάδα επεκτείνει την
αιγιαλίτιδα ζώνη πέραν των 6 ν.μ. που είναι σήμερα. Όπως σημείωσε ο ΓΓ της ΚΕ
του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπας, στην ομιλία του την Τρίτη 23/10 στη
συγκέντρωση της ΚΟ Αττικής ενάντια στις ΝΑΤΟικές βάσεις:
«Το ότι το ΝΑΤΟ και η ΕΕ δεν αποτελούν εγγύηση, δεν
χρειάζεται να πάμε πολύ μακριά για να το δούμε.
Δείτε τι γίνεται στα Ελληνοτουρκικά, όπου η Τουρκία, που
είναι υποτίθεται "σύμμαχός" μας στο ΝΑΤΟ, απειλεί την Ελλάδα με
πόλεμο, εάν αυτή εφαρμόσει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας.
Έχει "γκριζάρει" το μισό Αιγαίο, όπου το ΝΑΤΟ δεν
αναγνωρίζει σύνορα, ενισχύοντας έτσι τις τουρκικές διεκδικήσεις, που
εκδηλώνονται στο πλαίσιο των ανταγωνισμών των αστικών τάξεων.
Η επιθετικότητα της
Τουρκίας στοχεύει στην προώθηση των συμφερόντων της τουρκικής αστικής τάξης,
των μεγάλων οικονομικών ομίλων, να ελέγξουν τις πλουτοπαραγωγικές πηγές σε μια
περιοχή όπου ανακαλύπτονται κοιτάσματα ενεργειακού πλούτου.
Η αναγγελία ΝΑVTEX που εξέδωσε πρόσφατα η Τουρκία, με την
οποία δεσμεύει τη θαλάσσια περιοχή που περιλαμβάνει τα "οικόπεδα" 4
και 5 της κυπριακής ΑΟΖ και μέρος της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, μέχρι το Φλεβάρη
του 2019, και η έξοδος του ερευνητικού πλοίου "Μπαρμπαρός", συνοδεία
πολεμικών πλοίων, προκαλούν μεγάλες ανησυχίες.
Η κυβέρνηση,
υπηρετώντας τα σχέδια της εγχώριας αστικής τάξης, έχει τεράστιες ευθύνες,
γιατί εφησυχάζει το λαό, πότε με τις δήθεν "στρατηγικές σχέσεις" της
χώρας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ, που δήθεν αποτελούν "ασπίδα", και
πότε εφευρίσκοντας προσχήματα περί καλυτέρευσης των ελληνοτουρκικών σχέσεων, αν
και μέρα παρά μέρα διαψεύδεται από τις διαρκείς απειλές Ερντογάν για τα σύνορα
και τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, αλλά και της Κύπρου.
Και μιας και μιλάμε για τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας,
θέλουμε να σημειώσουμε τα εξής: Το ΚΚΕ
έχει τοποθετηθεί εδώ και καιρό για το θέμα της αιγιαλίτιδας ζώνης και της ΑΟΖ,
στη βάση της εφαρμογής του Δικαίου της Θάλασσας, που προβλέπει το δικαίωμα
επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 ναυτικά μίλια. Κι αυτό ισχύει και για
την Ελλάδα.
Μας κάνει εντύπωση, όμως, ότι τέτοια σοβαρά θέματα τίθενται
με επικοινωνιακό τρόπο, στο πόδι, κατά τη διάρκεια μιας υπουργικής παράδοσης -
παραλαβής.
Τα θέματα αυτά, που
έχουν διεθνείς διαστάσεις κι έχουν βρεθεί στο επίκεντρο απειλών και αντιπαραθέσεων,
απαιτούν μεγάλη προσοχή, πορεία
απεμπλοκής από τους σχεδιασμούς των ιμπεριαλιστών, που αξιοποιούν αυτά τα
ζητήματα ανάλογα με το τι εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους κάθε φορά.
Σε κάθε περίπτωση, ο λαός μας δεν πρέπει να εφησυχάζει,
γιατί η πολιτική της κυβέρνησης, που
υπηρετεί αυτούς τους σχεδιασμούς και είναι σήμερα όμηρος των αμερικανοΝΑΤΟικών
συμφερόντων, βάζει τη χώρα σε περιπέτειες και δεν μπορεί να εγγυηθεί τα
κυριαρχικά δικαιώματα».
ΠΗΓΗ: Ριζοσπάστης
Τα «12 μίλια» και η μαχόμενη Αριστερά
Του Κώστα Μάρκου
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, κατά την τελετή παράδοσης του
υπουργείου και ενώπιον του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα, έφερε στη δημοσιότητα τα
σχέδια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ για τμηματική επέκταση της αιγιαλίτιδας
ζώνης της χώρας στο Ιόνιο, στη γραμμή Κυθήρων - Κρήτης και στους «κλειστούς
κόλπους» του Σαρωνικού και του Παγασητικού, από τα 6 στα 12 ν.μ., με Προεδρικά
Διατάγματα (ΠΔ) που είναι «έτοιμα», όπως είπε. Ας σημειωθεί ότι προ της
παραίτησής του, συναντήθηκε επί μακρόν με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
Με αυτό τον τρόπο, ο Ν. Κοτζιάς έθεσε την κυβέρνηση σε
μια ιδιότυπη ομηρία. Ο Αλ. Τσίπρας, ως υπουργός Εξωτερικών πλέον, μετά
τις έντονες εγχώριες αντιδράσεις και τις ανοιχτές τουρκικές απειλές υπαναχώρησε
και αντί ΠΔ, υποσχέθηκε κοινοβουλευτικές διαδικασίες.
Φυσικά και είναι προτιμότερες οι κοινοβουλευτικές
διαδικασίες από τα διατάγματα, αλλά το κύριο θέμα δεν είναι εκεί.
Η Ελλάδα έχει το δικαίωμα της επέκτασης των χωρικών
της υδάτων από τα 6 στα 12 ν.μ., όπως και του καθορισμού των ΑΟΖ, σύμφωνα με το
Διεθνές Δίκαιο. Οι απόψεις μέσα στην Αριστερά που δεν δέχονται γενικά αυτό το
δικαίωμα, δεν καταλαβαίνουν (ή κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν) ότι τα χωρικά
ύδατα και οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες δεν «ανήκουν στα ψάρια», αλλά
αποτελούν ιδιοκτησία των λαών. Έξω από αυτή την οπτική και επειδή είναι γνωστό
ότι τα ψάρια δεν μπορούν να ασκήσουν ιδιοκτησία, το μόνο που απομένει είναι τα
κυριαρχικά λαϊκά δικαιώματα να χαρίζονται στις πολυεθνικές, εγχώριες και ξένες
ή να αφήνονται ανεξέλεγκτα στους χειρισμούς των κυβερνήσεων, της Ελλάδας, της
Τουρκίας, των ΗΠΑ και άλλων.
Δεν είναι τυχαίο, ότι η επαναστατική κυβέρνηση του Χο
Τσι Μινχ επέμεινε στο δικαίωμα αυτό για τα νησιά του κόλπου Τονκίν και ότι η
επίθεση των ΗΠΑ κατά του Βιετνάμ ξεκίνησε ακριβώς από εκεί στις αρχές Αυγούστου
1964 με προβοκάτσια της CIA,
επειδή «Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν αναγνώριζαν το όριο των δώδεκα μιλίων του
Διεθνούς Δικαίου Θαλάσσης στην περίπτωση του Βιετνάμ» (Tim Weiner, Η Ιστορία της CIA – Ερείπια και
Στάχτες, σελ. 346, εκδ. Γκοβόστη).
H αναγνώριση
ενός δικαιώματος δεν αποτελεί παρά μια γενική αρχή. Από εκεί και πέρα αρχίζει η
πολιτική, που οφείλει να απαντήσει στα ερωτήματα, ποιος ασκεί το συγκεκριμένο
δικαίωμα, με ποιο τρόπο και σε ποιο χρόνο.
Και εδώ, το κύριο ζήτημα είναι ότι η ανακίνηση της
επέκτασης των χωρικών υδάτων απηχεί βαθύτερες και επικίνδυνες μεθοδεύσεις
συγκεκριμένων κύκλων της ελληνικής αστικής τάξης για μια επιθετική αντιμετώπιση
της Τουρκίας, με την ανοιχτή παρότρυνση αντίστοιχων κύκλων της αμερικανικής
κυβέρνησης (και άλλων δυτικών χωρών, ειδικά της Γαλλίας), στις συγκεκριμένες
συνθήκες των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην Αν. Μεσόγειο και τη Μ. Ανατολή.
Με την κυβέρνηση Τραμπ και τις ΗΠΑ να πρωτοστατούν σε μια άκρως επικίνδυνη,
τυχοδιωκτική και πολεμοχαρή πολιτική, μαζί με το Ισραήλ και τη Σαουδική Αραβία
και με αξιοποίηση των Κούρδων.
Γνωστοί αμερικανικοί επιθετικοί κύκλοι ωθούν προς
απομόνωση της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο, μέχρι και εξαναγκασμού της «να
εγκαταλείψει το ΝΑΤΟ γιατί μπορεί να το παραλύσει» (βλ. συνέντευξη του αναλυτή
στο American Enterprise Institute, Μάικλ Ρούμπιν,
Επίκαιρα, σελ. 14, τ. 399, 6/10/18).
Συνεπώς, εκτιμήσεις εντός της μαχόμενης Αριστεράς περί
«ίσων αποστάσεων» των ΗΠΑ απέναντι σε Ελλάδα και Τουρκία, στη σημερινή,
συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία, είναι το λιγότερο λανθασμένες. Οι απόψεις αυτές
μένουν στις τυπικές ανακοινώσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και παραβλέπουν την
πραγματικότητα: στην τωρινή συγκυρία, οι ΗΠΑ και οι άλλες μεγάλες, δυτικές
ιμπεριαλιστικές χώρες τάσσονται υπέρ του ελληνικού κεφαλαίου και κατά του
τουρκικού, επιδιώκοντας την υποταγή ή την γεωπολιτική και οικονομική απομόνωση
της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο, ειδικά από τα κοιτάσματα φυσικού αερίου και του
αγωγούς του. Αντίθετα, η Ρωσία και η Κίνα, τάσσονται προσεκτικά και αβέβαια,
για την ώρα, υπέρ της Τουρκίας.
Οι τάσεις αυτές εξάπτουν τις ονειρώξεις του ελληνικού
κεφαλαίου για ένα ρόλο αρχοντοχωριάτη στην Αν. Μεσόγειο και τα Βαλκάνια, ενώ
επιθετικές μερίδες της ελληνικής αστικής τάξης σπρώχνουν προς μια στρατηγική
συμμαχία με τις ΗΠΑ, σε αντιπαλότητα ειδικά με τη Ρωσία και σε ανάλογα
επιθετική, ρεβανσιστική πολιτική απέναντι στην Τουρκία, θέτοντας σε διακύβευση
την ειρήνη στην περιοχή.
Πολιτικοί φορείς αυτής της κατεύθυνσης είναι οι
Καμμένος και Κοτζιάς που ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα είναι ο
καλύτερος εκφραστής της. Για την ώρα, το πάνω χέρι πήρε ο «δοκιμασμένος» δεξιός
εθνικιστής και γνωστός «άνθρωπος των αμερικανών». Η δε κυβέρνηση και ο ΣΥΡΙΖΑ
σύρονται όλο και περισσότερο σε αυτή την κατεύθυνση, παρά υπαρκτές δευτερεύουσες
διαφοροποιήσεις. Πρόκειται για στρατηγικές επιλογές που ήδη βρομίζουν τα χέρια
τους, μολύνουν τη χώρα και δυναμιτίζουν την ειρήνη με τον τουρκικό και τους
άλλους λαούς.
Αυτό σημαίνει προοπτικά, πορεία προς μια πρωτότυπη
«επανάληψη» της μικρο-ιμπεριαλιστικής μικρασιατικής εκστρατείας του 1922. Σε
αυτή την περίπτωση, το δόγμα ορισμένων αριστερών και κομμουνιστικών δυνάμεων,
«πολεμάμε σε κάθε περίπτωση», είναι όχι μόνο πρόωρο και αποπροσανατολιστικό,
αλλά και πολιτικά επικίνδυνο.
Φυσικά, ο δρόμος είναι μακρύς και περίπλοκος. Καθόλου
δεν πρέπει να αποκλείεται, μέσα στις συνεχείς και ακραίες μεταβολές συνθηκών
και συσχετισμών στην εποχή μας, να προσεταιριστούν οι ΗΠΑ την Τουρκία και αυτή
να επιχειρήσει να αρπάξει επιθετικά από την Ελλάδα αυτά που διακηρύττει ότι της
αναλογούν, με την ανοχή ή και την άδεια των ΗΠΑ: ΑΟΖ, υφαλοκρηπίδες, ακόμη και
νησιά, ακόμη και εδάφη. Ας μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία είναι ένας σχετικά
αναπτυγμένος καπιταλισμός, μεσαιομεγάλου ιμπεριαλιστικού βεληνεκούς, με
ακροδεξιό ισλαμιστικό πολιτικό καθεστώς, με έμπειρο και ετοιμοπόλεμο στρατό,
ότι πρόκειται για μια κατοχική δύναμη σε τρεις χώρες (Κύπρο, Συρία, ιδιόμορφα
στο Ιράκ) και με βάσεις σε άλλες χώρες (π.χ. Κατάρ). Αυτό σημαίνει προοπτικά,
πορεία προς μια πρωτότυπη «επανάληψη» της εισβολής της φασιστικής Ιταλίας στην
Ελλάδα το 1940. Σε αυτή την περίπτωση, το δόγμα άλλων αριστερών, «δεν πολεμάμε
σε κάθε περίπτωση», είναι επίσης, όχι μόνο πρόωρο και αποπροσανατολιστικό, αλλά
και πολιτικά επικίνδυνο.
Γυρίζοντας ξανά στο σήμερα, η μαχόμενη αριστερή,
εργατική και λαϊκή πολιτική απαιτείται να καταδικάσει χωρίς περιστροφές τη
σημερινή επιθετική πολιτική της ελληνικής κυβέρνησης υπό την καθοδήγηση των ΗΠΑ
απέναντι στην Τουρκία. Και από αυτή τη σκοπιά, να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε αυθαίρετη
επέκταση των χωρικών υδάτων και στο μονομερή καθορισμό των ΑΟΖ με επικυρίαρχο
τις ΗΠΑ, χωρίς να λογαριάζει τον τουρκικό λαό, τα δικά του δικαιώματα και τις
αμοιβαίες υποχρεώσεις, όπως και των άλλων λαών της περιοχής και του κόσμου
όλου. Δεν μπορεί παρά να λαμβάνεται υπόψη ότι και οι λαοί της Τουρκίας ζουν σε
μια χώρα που έχει εκτεταμένες ακτογραμμές σε όλη σχεδόν την Αν. Μεσόγειο. Και
δεν μπορεί να πετιούνται στην άκρη λόγω ενός μικρού νησιού ή, πολύ περισσότερο,
μιας βραχονησίδας.
Για όλους αυτούς τους λόγους, χρειάζεται μια
σχεδιασμένη «λαϊκή», αριστερή εξωτερική πολιτική που θα πείθει τον τουρκικό λαό
για τις ειρηνικές προθέσεις, θα απομονώνει τις πολεμοχαρείς τουρκικές
κυβερνήσεις, θα αξιοποιεί αντιθέσεις στους κόλπους της τουρκικής αστικής τάξης.
Και ταυτόχρονα, θα πείθει τον ελληνικό λαό ότι δεν
φοβάται τα casus belli καμιάς
εθνοσυνέλευσης, ότι δεν σκύβει το κεφάλι στις απειλές και τις τρομοκρατικές
προπολεμικές ενέργειες του Ερντογάν και του τουρκικού κεφαλαίου.
Όλα αυτά, στο γενικότερο πλαίσιο του αγώνα για
αντιιμπεριαλιστική ανεξαρτησία, για λαϊκή κυριαρχία με εργατική ηγεμονία και
στις δυο πλευρές του Αιγαίου, με αντικαπιταλιστική και κομμουνιστική προοπτική.
Μόνο η ανεξαρτησία από κάθε ιμπεριαλιστική δύναμη και η λαϊκή κυριαρχία μπορεί
να εξασφαλίσει την ειρήνη και τη συνεργασία των λαών Ελλάδας και Τουρκίας, στο
Αιγαίο, τη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Η πρόσδεση και υποταγή σήμερα στις ΗΠΑ, το
ΝΑΤΟ και την ΕΕ, αύριο σε άλλους ιμπεριαλιστές, σημαίνει άμεση εμπλοκή στους
ανταγωνισμούς τους. Σημαίνει διαρκή ανασφάλεια, πολέμους και προσφυγιά. Αυτό
δείχνει η ιστορία.
ΠΗΓΗ: Kommon
Για τα 12 μίλια. Όχι παιχνίδια με την
πολεμική φωτιά
Παναγιώτης Μαυροειδής
Μπορούν να βρεθούν επιχειρήματα έτσι ώστε να δικαιολογηθεί
μια χαρά ότι τα σύνορα της Ελλάδας με οποιαδήποτε γειτονική χώρα θα μπορούσαν
θεωρητικά να είναι κάπως διαφορετικά.
Γνωρίζουμε ότι διαμορφώθηκαν ως αποτέλεσμα πολέμων, όχι
μόνο τοπικών αλλά και παγκόσμιων. Έχει χυθεί πολύ μελάνι και ακόμη περισσότερο
αίμα για αυτή τη χάραξη.
Ο κοινός νους λέει ότι η επαναχάραξη των συνόρων,
ειδικά στα Βαλκάνια τουλάχιστον στην καπιταλιστική εποχή που ζούμε, δεν μπορεί
παρά να οδηγήσει σε ποταμούς αίματος και δακρύων, μαζί και εθνοκαθάρσεων και
κατοχών.
Ποιος ανόητος τυχοδιώκτης θα έθετε θέμα συνόρων στη στεριά ή
στη θάλασσα;
Ούτε καν οι κατά καιρούς αστικές κυβερνήσεις της Δεξιάς,
τότε που ο Βορράς ανήκε στο λεγόμενο υπαρκτό σοσιαλισμό.
Η ανακίνηση του θέματος της επέκτασης της αιγιαλίτιδας
ζώνης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί ξεκάθαρα
επικίνδυνη και τυχοδιωκτική ενέργεια.
Ασφαλώς η κίνηση αυτή συμφέρει στις ΗΠΑ που
θέλουν να δοκιμάσουν τις αντοχές της Τουρκίας ή /και να την «κοντύνουν», ώστε
να τη συνετίσουν και να τη φέρουν πάλι στο μαντρί.
Σίγουρα, συμφέρει το αντιδραστικό καθεστώς Ερντογάν που
διψά για μια πολεμική ενέργεια, ώστε αφενός να εμπεδώσει το καθεστώς τρόμου στο
εσωτερικό και αφετέρου να εκβιάσει πολεμικά να μπουν στο τραπέζι πολιτικές
απαιτήσεις για τη συμμετοχή της Τουρκίας στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων
στην Ανατολική Μεσόγειο.
Προφανώς, οι παλικαρισμοί για τα 12 μίλια βολεύουν
την ελληνική αστική τάξη και τις κυβερνήσεις της, ώστε να ταΐζεται
εθνικιστικό σανό ο άνεργος , ο απολυμένος και όχι μόνο. Οπωσδήποτε, αυτό το
πεδίο είναι το καλύτερο για να κάνουν πάρτι οι στρατόκαυλοι και οι φασίστες.
Όμως στο τέλος τέλος, όλα αυτά σημαίνουν πόλεμο, αίμα,
ταπείνωση και ήττα για την εργαζόμενη πλειοψηφία στην Ελλάδα. Σημαίνει
αλληλοσφαγή των λαών.
Για ποιο λόγο;
Για ποιο λόγο θα γινόταν καλύτερη η ζωή με χωρικά ύδατα στα
12 μίλια αντί για τα 6;
Χωρίς μισόλογα λοιπόν. Απλά , ρητά, με σαφήνεια: Όχι
στο παιχνίδια πολεμικής φωτιάς!
Η κομμουνιστική Αριστερά, επιθετικά πρέπει να προβάλλει τη
μοναδική ρεαλιστική και φιλειρηνική προοπτική για τους λαούς που περνάει μέσα
από την εναντίωση σε κάθε ενέργεια που στοχεύει στην αλλαγή του
σημερινού status quo στα σύνορα, σε στεριά και θάλασσα.
Αν και η Αριστερά πιπιλίζει την καραμέλα του «δικαιώματος επέκτασης» και
παριστάνει τον παντογνώστη δικηγόρο των Διεθνών Συνθηκών που διαβάζονται κατά
το δοκούν, τότε ακριβώς, ο κίνδυνος του πολέμου έρχεται πολύ περισσότερο κοντά.
Και εδώ οι ευθύνες είναι τεράστιες!
Πηγή: ΠΡΙΝ
Αιγαίο: Γιατί η εξαίρεση του από τα 12 ναυτικά μίλια
είναι λάθος
Του Άγγελου Συρίγου,
Κατά την παράδοση-παραλαβή του υπουργείου Εξωτερικών ο
απερχόμενος υπουργός Νίκος Κοτζιάς αναφέρθηκε (α) σε επέκταση των ελληνικών
χωρικών υδάτων ξεκινώντας από το Ιόνιο και (β) σε υιοθέτηση ευθειών γραμμών
βάσεως και κλείσιμο κόλπων. Υπάρχουν πολλά σημεία που παραμένουν άγνωστα ως
προς τον ακριβή σχεδιασμό. Πρέπει όμως να αναφερθούν κάποια σημεία:
Εδώ και πολλά χρόνια είμαστε η μοναδική χώρα του
κόσμου που έχει χωρικά ύδατα 6 μιλίων. Όλες οι υπόλοιπες χώρες έχουν
12 μίλια. Ο λόγος που η Ελλάδα παραμένει στα 6 μίλια είναι πολύ απλά διότι σε
περίπτωση επεκτάσεως, οι Τούρκοι απειλούν με πόλεμο. Επιπλέον, έχουν ντύσει με
νομικό ένδυμα την απαίτησή τους να μην αυξηθούν τα ελληνικά χωρικά ύδατα στο
Αιγαίο. Λένε ότι ολόκληρο το Αιγαίο είναι μια θάλασσα όπου επικρατούν «ειδικές
περιστάσεις». Επομένως, δεν επιτρέπεται επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων.
Το επιχείρημα είναι αστείο από πλευράς διεθνούς δικαίου.
Σε όλο τον κόσμο έχουν αυξηθεί τα χωρικά ύδατα των κρατών σε 12 μίλια. Σε
τελική ανάλυση, το Αιγαίο δεν μπορεί να έχει πιο στρατηγική σημασία από το
θαλάσσιο στενό του Ορμούζ, από το οποίο περνά καθημερινώς ο μεγαλύτερος όγκος
πετρελαίου προς τη Δύση. Το στενό του Ορμούζ ανήκει καθ’ ολοκληρίαν στα χωρικά
ύδατα του Ιράν και του Ομάν. Όταν το Ιράν και το Ομάν επέκτειναν το 1978 τα
χωρικά τους ύδατα στα 12 μίλια κανείς δεν εναντιώθηκε σε αυτή την κίνηση.
Έχοντας αυτά τα δεδομένα κατά νου, η επέκταση των χωρικών
υδάτων είναι κατ’ αρχήν καλοδεχούμενη. Πρέπει, όμως, να γίνει σωστά. Η πρόταση για επέκταση των ελληνικών
χωρικών υδάτων σταδιακά, ξεκινώντας ως πρώτο βήμα το Ιόνιο (από τους Οθωνούς
μέχρι τα Αντικύθηρα) είναι λανθασμένη. Επιβεβαιώνει ότι στο Αιγαίο ισχύουν
οι «ειδικές περιστάσεις» των Τούρκων. Ούτε είναι σωστή η αντίληψη ότι σε πρώτο
βήμα θα προχωρήσουμε στο Ιόνιο και σε δεύτερο βήμα θα πάμε και στο Αιγαίο. Λόγω
των τουρκικών αντιδράσεων και πιέσεων, θα είναι δύσκολο να προχωρήσουμε μετά
την πρώτη επέκταση στο Ιόνιο, σε άλλες επεκτάσεις σε άλλες περιοχές.
Το σωστό θα ήταν να
υπάρξει με ένα μόνον βήμα επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο και μαζί κάπου
στο Αιγαίο. Επί παραδείγματι, η επέκταση μπορεί να περιλαμβάνει ολόκληρη
την Κρήτη ή ολόκληρη την Πελοπόννησο. Οι Τούρκοι δεν έχουν ποτέ διεκδικήσει
θαλάσσιες περιοχές γύρω από την Κρήτη ή την Πελοπόννησο. Σίγουρα θα αντιδράσουν
σε μία τέτοια επέκταση, αλλά δεν έχουν έδαφος να δημιουργήσουν επεισόδιο. Έτσι,
όμως, αντιμετωπίζεται με ουσιαστικό τρόπο το επιχείρημά τους που λέει ότι δεν
επεκτείνουμε χωρικά ύδατα οπουδήποτε στο Αιγαίο. Επομένως, ναι στην επέκταση
των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο μόνον εάν περιλαμβάνει και τμήμα του Αιγαίου.
Ευθείες γραμμές βάσης και κλείσιμο κόλπων
Το θέμα των γραμμών βάσεως αφορά στη διαχωριστική γραμμή
μεταξύ ακτής και θάλασσας. Από εκείνο το σημείο που αποκαλείται «γραμμή βάσεως»
αρχίζουν να μετρώνται όλες οι θαλάσσιες ζώνες (χωρικά ύδατα, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ)
Το διεθνές δίκαιο δέχεται δύο μεθόδους υπολογισμού των γραμμών βάσεως.
• Η πρώτη ονομάζεται κανονική (ή φυσική) γραμμή βάσεως και
ακολουθεί σε γενικές γραμμές πιστά τη φυσική ακτογραμμή.
• Η δεύτερη ονομάζεται ευθεία γραμμή βάσεως και
χρησιμοποιείται σε περιοχές όπου βαθιές κολπώσεις ή συστάδες νησιών και
σκοπέλων σε κοντινή απόσταση από τις ακτές, εμποδίζουν την πιστή παρακολούθηση
της φυσικής ακτογραμμής. Η ευθεία γραμμή βασίζεται σε νοητές γραμμές που
ενώνουν διάφορα σημεία της ακτογραμμής. Αφήνουν προς τη μεριά της ξηράς όλες
εκείνες τις γεωγραφικές ιδιοτροπίες που εμποδίζουν την πιστή παρακολούθηση της
ακτογραμμής. Δεν πρέπει να αφίστανται σημαντικά από τη γενική κατεύθυνση της
ακτής.
Οι ευθείες γραμμές βάσεως δίνουν πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα
στο παράκτιο κράτος να επεκτείνει τις θαλάσσιες ζώνες του. Όσο πιο μακριά
επιλεγούν από τις ακτές τα σημεία χαράξεως των συγκεκριμένων γραμμών, τόσο
μεγαλύτερες περιοχές θα προσπορισθεί η χώρα που επιλέγει το συγκεκριμένο
σύστημα, υπό τη μορφή χωρικών υδάτων, υφαλοκρηπίδας κλπ. Επίσης, το διεθνές
δίκαιο δίνει το δικαίωμα να κλείσουν τα ανοίγματα των κόλπων με γραμμές που
φθάνουν στα 24 ναυτικά μίλια.
Η Ελλάδα, τουλάχιστον από το 1936, ακολουθεί το παραδοσιακό
σύστημα των κανονικών γραμμών βάσεως. Επίσης, δεν έχει κλείσει τους κόλπους
της. Η πολυσχιδής ελληνική ακτογραμμή (από τις μεγαλύτερες στον κόσμο) δίνει τη
δυνατότητα διαφορετικής χαράξεως των ευθειών γραμμών βάσεως. Προς τον σκοπό
αυτό, το 1983 και το 1988 δύο επιτροπές εμπειρογνωμόνων κατέγραψαν τους
διαφορετικούς τρόπους μετρήσεως των ευθειών γραμμών βάσεως και αναφέρθηκαν στα
πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των προτεινόμενων λύσεων. Ουδέποτε δόθηκε
συνέχεια στο έργο εκείνων των επιτροπών.
Ταιριάζουν στην Ελλάδα
Η Τουρκία έχει από το 1964 θεσπίσει το σύστημα των ευθειών
γραμμών βάσεως. Δεν είναι, όμως, βέβαιον ότι το χρησιμοποιεί. Πολλοί χάρτες που
έχουν κυκλοφορήσει τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι βασίζονται στη φυσική
ακτογραμμή και όχι στις ευθείες γραμμές βάσεως.
Οι ευθείες γραμμές βάσεως ταιριάζουν στην ποικιλομορφία των
ακτών της Ελλάδος. Η υιοθέτησή τους δεν θα οδηγήσει σε σημαντική αύξηση των
ελληνικών υδάτων. Στο Αιγαίο, η αύξηση των θαλάσσιων χώρων υπό ελληνική εθνική
κυριαρχία εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 3,3% ή σε 6.250 τετρ. χλμ. θαλάσσιου
χώρου. Μπορεί να μην είναι σημαντικό, αλλά το συγκεκριμένο ποσοστό δεν είναι
ευκαταφρόνητο.
Όπως και στο θέμα των χωρικών υδάτων, θα ήταν μεγάλο λάθος
να μην περιλαμβάνονται και περιοχές του Αιγαίου στο κλείσιμο των κόλπων και
στην υιοθέτηση ευθειών γραμμών βάσεων. Επιπλέον, δεν είναι κατανοητό για ποιο
λόγο συνδέονται η αύξηση των χωρικών υδάτων με τις ευθείες γραμμές ή το
κλείσιμο των κόλπων. Οι δύο τελευταίες κινήσεις μπορούν να γίνουν ανά πάσα
στιγμή.
Οι Τούρκοι ουδέποτε έχουν αναφερθεί σε τέτοιες κινήσεις,
ούτε τις έχουν θεωρήσει αιτία πολέμου. Η ισχυρή πιθανότητα τουρκικής
διαμαρτυρίας δεν πρέπει να μας αποτρέπει από τη θέσπιση τους. Ως αρχή πρέπει να
έχουμε ότι σε κάθε βήμα σχεδιασμού είτε αυτό αφορά σε υιοθέτηση ευθειών γραμμών
βάσεων, είτε σε κλείσιμο κόλπων, είτε σε αύξηση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια
πρέπει πάντα να περιλαμβάνονται και περιοχές του Αιγαίου.
ΠΗΓΗ: SLPRESS
Τι κινδύνους κρύβει και τι ευκαιρίες φέρνει η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 μίλια
Γιώργος Ν.
Τζογόπουλος
Η χρησιμοποίηση του όρου
«τμηματική» αναφορικά με την επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας από 6
ναυτικά μίλια σε 12 σημαίνει πως η επέκταση αυτή δεν αφορά τις θαλάσσιες
εκείνες ζώνες που θα επηρέαζαν την Τουρκία, δηλαδή τα νησιά του Αιγαίου. Το
μήνυμα, λοιπόν, το οποίο στέλνεται είναι διφορούμενο .
Η μη επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας από 6 σε 12
ναυτικά μίλια έχει αποτελέσει πάγια θέση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής για
περισσότερες από δύο δεκαετίες. Οποιαδήποτε αναθεώρηση της στάσης αυτής θα
είναι σημαντική εξέλιξη, εγκαινιάζοντας μια νέα προσέγγιση. Η δημόσια συζήτηση
που έχει ξεκινήσει εδώ και περίπου μία εβδομάδα επί του θέματος αφορά την
πιθανή τμηματική επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας, με την Τουρκία να
εμπλέκεται έμμεσα.
O επιθετικός προσδιορισμός «τμηματική» είναι απαραίτητος,
καθώς γίνεται λόγος για ορισμένες μόνο θαλάσσιες ζώνες. Σε γενικές γραμμές, οι
ζώνες αυτές ξεκινούν από τα Διαπόντια Νησιά και φτάνουν μέχρι τα Αντικύθηρα,
από τα Αντικύθηρα μέχρι την Κρήτη και από τον Σαρωνικό μέχρι τον Παγασητικό
Κόλπο.
Αυτό αναφέρεται σε άρθρο στα «Νέα» όπου τονίζεται πως η
διαδικασία είναι νομικά και τεχνικά πολύπλοκη και πραγματοποιείται σε
διαφορετικά στάδια.
Το πρώτο είναι να κλείσουν οι υπάρχοντες κόλποι, το δεύτερο
να φτιαχτούν μαζί με τους κόλπους οι ευθείες γραμμές βάσης και το τρίτο να
γίνει η επέκταση χωρικών υδάτων. Τα άρθρα 7 και 10 της Σύμβασης του Δικαίου της
Θάλασσας του 1982 ορίζουν τον ακριβή τρόπο με τον οποίο πραγματοποιούνται οι
μετρήσεις και οι χαράξεις. Η εν λόγω Σύμβαση έχει κυρωθεί στην ελληνική Βουλή
το 1995 και αποτυπώνει εθιμικό δίκαιο.
Η λογική της απόφασης
Επεκτείνοντας τα χωρικά της ύδατα, η Ελλάδα επεκτείνει
αυτόματα την κυριαρχία της. Οι δυνατότητες στους τομείς της αλιείας, του
περιβάλλοντος και πιθανώς της ενέργειας αυξάνονται. Αυτό συμβαίνει διότι το
εύρος της υφαλοκρηπίδας θα αρχίσει να μετριέται από το σημείο που τελειώνουν τα
12 ναυτικά μίλια και όχι τα 6.
Πρακτικά, η Ελλάδα μπορεί, έτσι, να διευκολυνθεί στις
διαπραγματεύσεις της για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αλβανία, με τη θέση της
τελευταίας όμως να παραμένει άγνωστη ως προς αυτό. Θα μπορούσε να ισχύει το
ίδιο για τις σχετικές διαπραγματεύσεις της με την Ιταλία, αλλά η Ελλάδα
πρόκειται να σεβαστεί τη διμερή συμφωνία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας
που υπεγράφη στις 24 Μαΐου 1977.
Από μία περισσότερο θεωρητική οπτική γωνία η Ελλάδα δείχνει
πως είναι ενεργή στην εξωτερική της πολιτική, λαμβάνοντας αποφάσεις που αφορούν
την κυριαρχία της. Η τμηματική επέκταση των χωρικών υδάτων είναι πρακτική που
έχει εφαρμοστεί από την Τουρκία. Τα χωρικά ύδατα της γειτονικής χώρας
εκτείνονται στα 12 ναυτικά μίλια στη Μαύρη Θάλασσα και στην ακτή της κατά μήκος
της Ανατολικής Μεσογείου μετά τον κόλπο της Αττάλειας. Βέβαια, αυτά συνέβησαν
υπό άλλες συνθήκες κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Ο κίνδυνος
Η χρησιμοποίηση του όρου «τμηματική» αναφορικά με την
επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας από 6 ναυτικά μίλια σε 12 σημαίνει πως
η επέκταση αυτή δεν αφορά τις θαλάσσιες εκείνες ζώνες που θα επηρέαζαν την
Τουρκία, δηλαδή τα νησιά του Αιγαίου. Το μήνυμα, λοιπόν, το οποίο στέλνεται
είναι διφορούμενο. Από τη μία πλευρά, η Ελλάδα μπορεί, πράγματι, να κάνει χρήση
του δικαιώματος από τα Διαπόντια Νησιά μέχρι τα Αντικύθηρα, από τα Αντικύθηρα
μέχρι την Κρήτη και από τον Σαρωνικό μέχρι τον Παγασητικό Κόλπο.
Από την άλλη, όμως, κινούμενη με βάση τον ρεαλισμό,
σταματάει στις προαναφερθείσες ζώνες. Με τον τρόπο αυτόν, ελλοχεύει ο κίνδυνος
δικαίωσης της πολιτικής θέσης της Τουρκίας περί «ειδικών συνθηκών» στο Αιγαίο.
Η Ελλάδα, δηλαδή, αν και πράττει με σύνεση και με βάση το διεθνές δίκαιο, ίσως
δίδει την εντύπωση ότι αποδέχεται τον τουρκικό ισχυρισμό ή πως φοβάται την
Αγκυρα και προχωρεί μέχρι εκεί μόνο που μπορεί. Και βέβαια ο αρνητικός
συνειρμός που γίνεται είναι πως αποδοχή περιορισμένων χωρικών υδάτων για τα
νησιά μπορεί να συνεπάγεται τη μειωμένη επήρειά τους σε θέματα σχετιζόμενα με
την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα.
Το πλαίσιο
Ελλάδα και Τουρκία έχουν χωρικά ύδατα 6 ναυτικών μιλίων στο
Αιγαίο. Σκοπίμως, η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση της Θάλασσας του
1982, έτσι ώστε να θεωρεί το Αιγαίο ως μια περίπτωση ιδιόμορφου αρχιπελάγους
που, κατά την άποψή της, δεν αντιμετωπίζεται με τις πάγιες προβλέψεις του
διεθνούς δικαίου. Η γειτονική χώρα ανησυχεί για το ενδεχόμενο στραγγαλισμού
της, αφού η επέκταση των χωρικών υδάτων σε 12 ναυτικά μίλια θα αύξανε τα
σχετικά ποσοστά της Ελλάδας από 43,5% σε 71%, ενώ της Τουρκίας από 7,5% σε
μόλις 8,8% του Αιγαίου.
Έτσι, με απόφαση της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης το 1995, τυχόν
επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο θα αποτελέσει αιτία πολέμου
(casus belli). Η Τουρκία επανέλαβε τη θέση της μέσα στην εβδομάδα. Το ελληνικό
υπουργείο Εξωτερικών απάντησε πως η Ελλάδα έχει το δικαίωμα να επεκτείνει τα
χωρικά της ύδατα όποτε και όπως η ίδια κρίνει.
Οι δυνατότητες
Η σχεδόν βέβαιη – αν και όχι επίσημη – απομάκρυνση
της Τουρκίας από τον ευρωπαϊκό δρόμο επιβάλλει αναθεώρηση του δόγματος της
ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Από τη στιγμή, δηλαδή, που τα ελληνοτουρκικά
προβλήματα δεν επιλύονται με την ελπίδα ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση,
χρειάζεται προσαρμογή στην πραγματικότητα, όπως άλλωστε αυτή βιώνεται
καθημερινά στην Ανατολική Μεσόγειο. Στο πλαίσιο αυτό, πάντως, η επέκταση των
χωρικών υδάτων στο Αιγαίο ενέχει μεγάλους κινδύνους όχι μόνο λόγω του «casus
belli» αλλά και επειδή θα υπάρξουν συνέπειες για το εύρος των διεθνών υδάτων
και για θαλάσσια περάσματα που χρησιμοποιούνται από τη διεθνή ναυσιπλοΐα. Η αμερικανική υποστήριξη σε μια τέτοια
πρωτοβουλία της Ελλάδας κάθε άλλο παρά μπορεί να θεωρείται δεδομένη.
Συνεπώς, το ερώτημα που θα απαντηθεί μόνο με την πάροδο του
χρόνου είναι αν καλύτερη λύση συνιστά η τμηματική επέκταση των χωρικών υδάτων
χωρίς ουσιαστική δυνατότητα συμπερίληψης του Αιγαίου και με το προαναφερθέν
ρίσκο ή η τήρηση στάσης αναμονής με θεωρητικό σκοπό τη συνολική διευθέτηση του
ζητήματος – μέσω διερευνητικών επαφών με την Τουρκία – κάποια στιγμή
στο μέλλον.
Ο δρ Γιώργος Ν.
Τζογόπουλος είναι επιστημονικός συνεργάτης στο Begin – Sadat Centre for
Strategic Studies (Ισραήλ) και διδάσκων Διεθνών Σχέσεων στο Δημοκρίτειο
Πανεπιστήμιο Θράκης
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου