Για τις φαρμακοβιομηχανίες το κέρδος είναι πάνω από την υγεία. Ασυδοσία τιμών.


Για τις φαρμακοβιομηχανίες το κέρδος είναι πάνω από την υγεία. Ασυδοσία τιμών.

Το όνομα του Νίρμαλ Μουλάι ήταν μέχρι πρότινος άγνωστο. Έγινε παγκοσμίως γνωστός αφότου διαβάσαμε πως ο διευθύνων σύμβουλος της φαρμακοβιομηχανίας Nostrum Laboratories που εδρεύει στο Μιζούρι, πρόσφατα στήριξε την απόφαση της εταιρείας του να τετραπλασιάσει την τιμή ενός αντιβιοτικού,
από τα 474,75 στα 2.392 δολάρια το μπουκάλι, υποστηρίζοντας πως «είναι ηθική υποχρέωση των επιχειρηματιών να πουλάνε τα φάρμακα όσο ακριβότερα γίνεται και να βγάζουν λεφτά με κάθε ευκαιρία».
Το αντιβιοτικό Nitrofurantoin ωστόσο όπως αποδεικνύεται από τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας περιλαμβάνεται στη λίστα με τα «απαραίτητα φάρμακα» και καταναλώνεται από πολλούς ασθενείς. Χορηγείται για τη θεραπεία των λοιμώξεων της ουροδόχου κύστης, ενώ κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1953.
Ο Μουλάι διευκρίνισε πως η αύξηση της τιμής ήταν ουσιαστικά η «απάντηση» στην επίσης άνοδο του κόστους του φαρμάκου Furadantin το οποίο παράγεται από την ανταγωνιστική εταιρεία Casper Pharma και θεραπεύει τις ίδιες παθήσεις με το Nitrofurantoin. Η Casper Pharma αύξησε την τιμή του προϊόντος της κατά 182% συνολικά από τα τέλη του 2015 έως το Μάρτιο του 2018, με αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή το ένα μπουκάλι να κοστολογείται στα 2.800 δολάρια. Η εν λόγω εταιρεία δεν θέλησε να κάνει κάποιο σχόλιο για την άνοδο της τιμής. Γεγονός πάντως είναι ότι ο ανταγωνισμός κερδών εδώ οδήγησε την κούρσα στα ουράνια και όχι στα τάρταρα όπως μας δουλεύουν οι απολογητές του συστήματος. Προφανώς όταν υπάρχει μονοπώληση και κάτι άλλο συμβαίνει…
Ο CEO της Nostrum Laboratories εμμένοντας στην απόφασή του να αυξήσει το κόστος των φαρμάκων, εξήγησε συν τοις άλλοις πως το θέμα δεν είναι μόνο ο ανταγωνισμός αλλά και το γεγονός πως πρέπει στο τέλος της μέρας στην τσέπη του επιχειρηματία να υπάρχει κάποιο κέρδος. Συνέκρινε μάλιστα την ιδιότητά του με αυτή ενός εμπόρου τέχνης ο οποίος έχει το δικαίωμα να αυξήσει την τιμή ενός πίνακα και να το πουλήσει ακόμα και για μισό εκατομμύριο δολάρια παραπάνω.
Την ίδια ώρα υπεραμύνθηκε των ενεργειών του Μάρτιν Σκρέλι, ο οποίος επίσης έγινε γνωστός το 2015 για την απόφασή του να αυξήσει την τιμή ενός φαρμάκου για το AIDS και τον καρκίνο από τα 13,50 στα 750 δολάρια ανά δισκίο. Να σημειώσουμε στο σημείο αυτό πως ο Σκρέλι νωρίτερα το 2018 φυλακίστηκε με κατηγορίες για την εμπλοκή του σε απάτη.
«Συμφωνώ με την κίνηση του Σκρέλι να προχωρήσει σε αύξηση της τιμής, είναι δικαίωμα του να το κάνει ώστε να ανταμείψει και τους μετόχους του», σημείωσε ο Μουλάι ενώ για την ακρίβεια επεσήμανε πως μπορούσε να κάνει πράξη μια άνοδο τέτοιου μεγέθους επειδή η εταιρεία του ήταν η μόνη που παρήγαγε το εν λόγω φάρμακο. «Αυτοί είναι οι κανόνες της καπιταλιστικής κοινωνίας και όποιος δεν τους ακολουθήσει δεν μπορεί να επιβιώσει στην αγορά», συμπλήρωσε.

Αναφέρεται πως εταιρείες όπως η Nostrum και η Casper κατάφεραν να αυξήσουν τις τιμές των προϊόντων τους σε τέτοιο βαθμό εξαιτίας της έλλειψης αποθέματος σε υγρή μορφή που προέκυψε μετά τους νέους κανονισμούς που υιοθέτησε η Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων της Αμερικής.
Σε μήνυμα που δημοσίευσε ο διευθύνων σύμβουλος της Nostrum στο LinkedIn μετά την αρχική συνέντευξη, διευκρίνισε πως η απόφαση για την αύξηση της τιμής του αντιβιοτικού δεν έχει οριστικοποιηθεί και πως το ποσοστό της θα διαμορφωθεί από τους κανόνες της αγοράς και τον ανταγωνισμό.
Να σημειωθεί πως το φάρμακο της Nostrum χορηγείται σε μορφή δισκίου αλλά και σε σιρόπι. Σε γενικές γραμμές, τα σιρόπια χορηγούνται σε ασθενείς που δεν δύνανται να καταναλώσουν χάπια -όπως τα παιδιά και οι ηλικιωμένοι- και συνήθως κοστίζουν περισσότερο επειδή η σύνθεση τους είναι πιο περίπλοκη. Εντύπωση βέβαια προκαλεί το γεγονός πως το ίδιο φάρμακο δεν κοστολογείται το ίδιο ακριβά σε άλλες χώρες, όπως για παράδειγμα στη Βρετανία που κοστίζει 446 λίρες το μπουκάλι.
Έχουμε γράψει και παλιότερα: Το φάρμακο είτε είναι πρωτοποριακό, αυθεντικό, γενόσημο, ακριβό ή φθηνό είναι εμπόρευμα. Και σαν τέτοιο υπόκειται στους νόμους του καπιταλιστικού συστήματος που καθορίζουν την οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας όπως και κάθε άλλο εμπόρευμα…
…Θα μπορούσαμε να παραθέτουμε σοκαριστικά στοιχεία για τη δράση των φαρμακευτικών βιομηχανιών επί μακρόν. Αυτό που πρέπει να κρατήσουμε είναι ότι είναι αφέλεια να πιστεύει κανείς ότι οι μεγάλες και "σοβαρές" εταιρείες παίρνουν υπ' όψιν τους τη δημόσια υγεία περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Παρεμπιπτόντως το προσέχουν, ενώ κύριο μέλημα τους είναι τα κέρδη και η διανομή τους στους ιδιοκτήτες και μετόχους. Τα κέρδη δεν προέρχονται όπως νομίζουν αφελώς ορισμένοι από την ίαση των ανθρώπων που επιτυγχάνεται με τα φάρμακα-εμπορεύματα των εταιρειών αλλά από τη χρήση τους από τους ασθενείς. Η διαφορά δεν είναι μόνο λεπτή αλλά είναι κρίσιμη σε όλο το στάδιο παραγωγής του εμπορεύματος-φάρμακο και καθορίζει από στρατηγικές χάραξης ιατρικών μελετών έως και τις προτεραιότητες στην προώθηση και διακίνηση του. Είναι χαρακτηριστικό των στρεβλώσεων το γεγονός που περιγράφεται σε έρευνα της ΕΕ ότικατά την περίοδο 2000 – 2007, οι εταιρείες παραγωγής αρχέτυπων δαπανούσαν παγκοσμίως κατά μέσο όρο το 17% του κύκλου εργασιών τους από τα συνταγογραφούμενα φάρμακα σε Ερευνα&Ανάπτυξη. Από αυτό μόνο 1,5% περίπου του κύκλου εργασιών δαπανήθηκε για βασική έρευνα, δηλαδή έρευνα για τον εντοπισμό ενδεχόμενων νέων φαρμάκων, και το υπόλοιπο κυρίως σε προκλινική έρευνα και δοκιμές. Οι δαπάνες για δραστηριότητες μάρκετινγκ και εμπορικής προώθησης αντιπροσώπευαν το 23% του κύκλου εργασιών τους, ποσοστό περίπου κατά ένα τρίτο υψηλότερο από τις συνολικές δαπάνες τους για έρευνα και ανάπτυξη.
Οτιδήποτε έχει σχέση με την υγεία, από την πρόληψη και την περίθαλψη έως την έρευνα, την εκπαίδευση, τα μέσα και το φάρμακο θα έπρεπε να είναι ήδη αποκλειστικά δημόσια υπόθεση και ευθύνη και κάθε ιδιωτική προσπάθεια αποκόμισης οποιουδήποτε κέρδους από αυτά όχι μόνο να είναι παράνομη αλλά και να αποτελεί ειδεχθές έγκλημα.
Αλλιώς θα βιώνουμε καθημερινά ιστορίες όπως αυτή που αναφέραμε στην αρχή για να μας υπενθυμίζουν:
"Αυτή είναι η καπιταλιστική κοινωνία… "
Επιμέλεια: Αλέξανδρος Καπακτσής

Σχόλια