«Η Επιβολή του Κράτους. Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Λαμία, 1945-1949»


«Η Επιβολή του Κράτους. Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Λαμία, 1945-1949»

 «Συμμοριόπληκτοι», έκτακτο στρατοδικείο, δημόσιες «τελετές». Μια πόλη, ένας τόπος στη δίνη του Εμφυλίου Πολέμου. Λαμία, 1945-1949...»

Η εισαγωγή της σύντομης σύνοψης στο οπισθόφυλλο του βιβλίου της ιστορικού Βασιλικής Λάζου με τίτλο: «Η Επιβολή του Κράτους.
Ο Εμφύλιος Πόλεμος στη Λαμία, 1945-1949», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Ταξιδευτής», αποτυπώνει πλήρως το θέμα, το κλίμα, την περιοχή και το πλαίσιο, μέσα στο οποίο κινήθηκε η ερευνητική δουλειά της συγγραφέως στη συγκεκριμένη έκδοση, η οποία παρουσιάστηκε από την ίδια και από συναδέλφους της πανεπιστημιακούς, στη Θεσσαλονίκη.

Όψεις μιας «εφιαλτικής καθημερινότητας» αναδεικνύονται μέσα από τις σελίδες του βιβλίου και μαζί με αυτές, πτυχές, οι οποίες μόνο «εν παρόδω» είχαν προσελκύσει την προσοχή της επιστημονικής έρευνας. Η επιλογή του τόπου έχει ιδιαίτερη σημασία. Η Λαμία ήταν το «κέντρο μιας ευρύτερης περιοχής, που συμμετείχε μαζικά στην ΕΑΜική Αντίσταση». Ήταν, επίσης, πατρίδα του 'Αρη Βελουχιώτη». Ήταν, ακόμη, βάση εξόρμησης των επιχειρήσεων του Εθνικού Στρατού εναντίον των ισχυρών ερεισμάτων Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος (ΔΣΕ), στη Ρούμελη». Υπήρξε, τέλος, «χώρος υποδοχής χιλιάδων «συμμοριόπληκτων» και διοικητικό και οικονομικό κέντρο της Στερεάς Ελλάδας».

Για όλους αυτούς τους λόγους, η Λαμία αποτελεί παράδειγμα μελέτης επαρχιακής πόλης -  με κομβική, ωστόσο, θέση - που βίωσε την πολιτική και στρατιωτική συγκυρία του εμφυλίου. Εβδομήντα χρόνια μετά από τη συγκρότηση του ΔΣΕ το βιβλίο εξιστορεί την πορεία, από «τη διαφωνία του 'Αρη Βελουχιώτη με τη Βάρκιζα και την προσπάθεια δημιουργίας ενός νέου ΕΑΜ», ως την έξοδο των πρώτων ομάδων ένοπλων καταδιωκόμενων και «τη μετατροπή τους σε Δημοκρατικό Στρατό Ρούμελης». Επίσης, καταγράφει την ατμόσφαιρα «τρόμου», τη «λευκή τρομοκρατία» και την «επιβολή της κρατικής καταστολής», την «κυρίαρχη παρουσία του Εθνικού Στρατού στην περίκλειστη πόλη (της Λαμίας) και την επιχείρηση «συστράτευσης» του πληθυσμού με το μέρος της, μέσω μιας «κεντρικά οργανωμένης προπαγανδιστικής εκστρατείας».

Όσα παρουσιάζει στο βιβλίο της, η συγγραφέας, τεκμηριώνονται «μέσα από αδημοσίευτο και πρωτότυπο αρχειακό υλικό, που πρόσφατα ήρθε στην επιφάνεια» και παρουσιάζεται με φόντο τις στρατιωτικές επιχειρήσεις του εμφυλίου και τις εξελίξεις στην κεντρική και τοπική πολιτική σκηνή. «Ο πόλεμος παύει να είναι μια στρατιωτική αναμέτρηση που διεξάγεται «κάπου στα βουνά». Γίνεται άμεσος, καθημερινός» τονίζεται στο βιβλίο.

Μιλώντας για το βιβλίο της, η συγγραφέας του Βασιλική Λάζου επεσήμανε τις διαφοροποιήσεις που υπήρξαν, σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα στην περιοχή και σε ότι αφορά και την ένταση, αλλά και τους τρόπους καταστολής του αστικού κράτους στην περιοχή της Λαμίας.

«Είναι άλλο το πλαίσιο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, του ΕΑΜ - το ΕΑΜ είναι ένα μέτωπο - και είναι άλλο το πλαίσιο του εμφυλίου πολέμου. Το αστικό κράτος υπήρχε και έπρεπε να παλινορθωθεί και να ξαναεπιβάλει την παρουσία του και στο πλαίσιο αυτό εφαρμόζει μέτρα σε βάρος του λαϊκού κινήματος - το απομονώνει για το εξοντώσει ευχερέστερα - και των κατασταλτικών αυτών μηχανισμών. Βλέπουμε ότι εφαρμόζεται μια πληθώρα μεθόδων. Από τις παρακρατικές συνοδείες και την άκρατη βία της πρώτης περιόδου, τη βία που είναι κεντρικά οργανωμένη αλλά  εμφανίζεται ανεξέλεγκτη, μέχρι και  τη θεσμική καταστολή, την δικαστική καταστολή με το Γ' Ψήφισμα, τις εξορίες, δηλαδή μια πληθώρα μέτρων που στρέφονται κατά του πληθυσμού».

«Αυτό που είδα μέσα από την έρευνα είναι ότι γενικότερα, ο πληθυσμός, όχι μόνο όσοι συντάσσονται με το ΚΚΕ, αλλά και όσοι δεν ανήκουν σε αυτή την πολιτική κατεύθυνση,  πείθονται, εξαναγκάζονται να μπουν σε αυτή τη διαδικασία της καταστολής, θέλοντας και μη. Δηλαδή, μέσα από τις δημόσιες τελετές εξαναγκάζεται ο πληθυσμός να συνδράμει στην «εθνική» προσπάθεια, με την έννοια της εθνικοφροσύνης. Τους αναγκάζουν. Και πώς; Τους εκβιάζουν. Ένα παράδειγμα, είναι οι κηδείες των στρατιωτών. Κλείνουν αναγκαστικά τα καταστήματα, μετρούν παρουσίες. Όποιος δεν εμφανίζεται καταγγέλλεται στον τοπικό τύπο. Σχολιάζεται, ακόμη και το γιατί δεν εμφανίστηκε κάποιος, ποια ήταν τα κίνητρα του; Μήπως είναι κρυπτοκομμουνιστής, ή συμπαθών; Όποιος δε συντάσσεται με το εθνικό κράτος δεν έχει μέλλον, ουσιαστικά, στην κοινωνία. Αυτός είναι ένας εξαναγκασμός της κοινωνίας και μια απομόνωση όλων των υπολοίπων, μέσα από τις κατασταλτικές πολιτικές».

Η κ. Λάζου στάθηκε ιδιαίτερα στο πώς οι οργανώσεις του κομμουνιστικού κινήματος εξακολουθούν και υπάρχουν, μέσα στις πόλεις και «αντέχουν», παρά τη σφοδρή κατασταλτική δράση.

«Ακόμη και μέσα στη σκληρή καταστολή βλέπουμε να υπάρχουν οργανώσεις πόλεων (του ΚΚΕ) εδώ και πάλι έχουμε ένα έλλειμμα γνώσεων. Τώρα αρχίζουμε να το ψάχνουμε λίγο παραπάνω. Να σας πω, κάτι που δεν αφορά τη Λαμία, αφορά την Καρδίτσα. Το 1948 μπαίνει ο ΔΣΕ στην Καρδίτσα για δύο μέρες. Ε, λοιπόν, έχει οργάνωση. Στα τέλη του 1948. Στο Βόλο, η οργάνωση υπάρχει το 1949. Στη Θεσσαλονίκη, υπάρχει οργάνωση. Δηλαδή, παρά την σκληρή καταστολή. Και αυτό το βλέπουμε και μετέπειτα. Δηλαδή, πώς προκύπτει η δημοκρατική παράταξη, πως προκύπτει η ΕΔΑ; Ποιος είναι αυτός ο κόσμος που έχει υποστεί καταστολή και όμως ανασυντάσσεται με την αριστερά - το κομμουνιστικό κόμμα είναι παράνομο - και ανασυντάσσεται με την αριστερά. Ίσως υποχωρεί μπροστά στη βία των κατασταλτικών μηχανισμών, όμως, δεν εξαφανίζεται».

Τοποθετήσεις Γ. Μαργαρίτη, Θ. Σφήκα, Γ. Λεοντιάδη

Για το βιβλίο της κ. Λάζου μίλησαν, επίσης, ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Γιώργος Μαργαρίτης, ο καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ, Θανάσης Σφήκας και ο ιστορικός Γιώργος Λεοντιάδης. Τη συζήτηση συντόνισε η ΜΔΕ Πολιτικής Ιστορίας του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Μαρία Τσαρτσιανίδου.

«Εκτελέστηκαν στη Λαμία 210 άνθρωποι, από το Έκτακτο Στρατοδικείο Λαμίας,  οι 180 από αυτούς το 1948» είπε ο κ. Σφήκας, αναφερόμενος στα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκδοση. Για να δώσει το κλίμα, που αποτυπώνεται στις δίκες αναφέρθηκε στην περίπτωση ενός βοσκού από τον Πύργο Υπάτης, που οδηγήθηκε στο δικαστήριο με μόνο ένα μάρτυρα κατηγορίας, ο οποίος, το μόνο που του καταλόγισε είναι ότι «έδινε ψωμί σε κομμουνιστές που περνούσαν από το μαντρί του». «Ο βασιλικός επίτροπος πρότεινε αθώωση του κατηγορουμένου, αλλά οι στρατοδίκες τον καταδίκασαν σε δεκατέσσερα χρόνια φυλακή» είπε ο κ. Σφήκας. Ανέφερε, επίσης, τη «δυσφορία» που εκφράζεται σε γράμμα του νομάρχη Φωκίδας προς το «Λαϊκό Κόμμα» για την «αισχρά» συμπεριφορά των παρακρατικών, καθώς και σε άλλη επιστολή βουλευτών της περιοχής όπου καταγγέλλεται η ανεξέλεγκτη δράση των «εθνικοφρόνων»... «Στο ίδιο πλαίσιο επίδειξης της σκληρότητας απέναντι στον αντίπαλο και κατατρομοκράτησης του πληθυσμού εντάσσεται και η δημόσια έκθεση κεφαλών, ή πτωμάτων του Δημοκρατικού Στρατού...» πρόσθεσε ο κ. Σφήκας.

«Ο όγκος του υλικού ξεπερνάει την καταστολή του κράτους. Ακόμη και μέσα από τα υλικά του δικαστηρίου βγαίνουν άλλα υλικά για την πολιτική, την κοινωνική δραστηριότητα. Δεν είναι απλώς μια αφήγηση, για το πώς το μετεμφυλιακό κράτος κέρδισε και επιβλήθηκε στην περιοχή αυτή, είναι μια υπέρβαση του τίτλου» είπε ο κ. Μαργαρίτης. Αφού αναφέρθηκε στον πλούτο των πηγών και των πληροφοριών, που αναδεικνύει και  παρουσιάζει η συγγραφέας για την τεκμηρίωση, πρόσθεσε: «Αν θέλουμε να συζητήσουμε για εμφύλιο είναι η αναγκαία η αναφορά στο βιβλίο της Β. Λάζου. Για την ίδια, θα ευχόμουν, να ανασάνει λίγο, να σταματήσει λίγο το «κυνήγι» των πηγών και την έρευνα και να μας δώσει έργα, που θα ταξινομούν αυτό το σπουδαίο, αλλά εξαιρετικά ογκώδες υλικό που έχουμε, σε συγκροτημένο έργο, όπως είναι αυτό το βιβλίο».

«Το μέτωπο δεν ήταν μόνο αντικομμουνιστικό, αλλά και βαθύτατα ταξικό, Υπήρχε μια σκανδαλώδη ατιμωρησία, για τους συνεργάτες των κατακτητών. Στα πρακτικά των δικών δεν εγγράφονταν απολογίες» τόνισε, μεταξύ άλλων, ο κ. Λεοντιάδης και αφού αναφέρθηκε σε στοιχεία της έρευνας για τη ζωή μέσα στην πόλη, πρόσθεσε: «Θα είχε ενδιαφέρον να μας δείξει τους πολύ σύνθετους δρόμους. που οδήγησαν αγροτικούς πληθυσμούς στην ριζοσπαστικοποίηση. Αυτό θα ήταν καλό θέμα για ένα επόμενο βιβλίο της».

Ακολούθησε συζήτηση με παρευρισκόμενους στην εκδήλωση.

Η Βασιλική Λάζου είναι ιστορικός, ειδικό διδακτικό προσωπικό (ΕΔΙΠ) στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ και πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στο Πανεπιστήμιο του Έσσεξ στη Μ. Βρετανία, με αντικείμενο την προφορική και τη συγκριτική ιστορία. Υποστήριξε τη  διδακτορική της διατριβή το 2010 στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Από το 2012 έως το 2015 ήταν μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Έχει λάβει μέρος σε συνέδρια και έχει δημοσιεύσει άρθρα για την περίοδο 1940-1949 σε συλλογικούς τόμους, σε επιστημονικά περιοδικά και τον Τύπο. Διατέλεσε επιμελήτρια των ιστορικών εντύπων εφημερίδων και επί σειρά ετών μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρείας Διάσωσης Ιστορικών Αρχείων (ΕΔΙΑ). Είναι συγγραφέας της μονογραφίας «Η επιβολή του κράτους. Ο εμφύλιος πόλεμος στη Λαμία, 1945-1949» που κυκλοφόρησε το 2016 από τις εκδόσεις «Ταξιδευτής» και συν-επιμελήτρια του συλλογικού τόμου «Κατοχική βία 1939-1945. Η ελληνική και ευρωπαϊκή εμπειρία», εκδόσεις Ασίνη, 2016.



Φάνης Γρηγοριάδης

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ


Σχόλια