"Η καταδίωξη"



 "Η καταδίωξη"
Από την Κινηματογραφική λέσχη εργαζομένων της ΕΡΤ3


Η Κινηματογραφική Λέσχη των εργαζομένων της ΕΡΤ3 και το ΚΕMΕΣ εκκινούν το νέο τους αφιέρωμα “Αμερικανικό Πολιτικό Σινεμά” με ταινίες που αγγίζουν πολλαπλούς προβληματισμούς της μεγάλης χώρας, με κορυφαίες σκηνοθετικές υπογραφές όπως των Άρθουρ Πεν, Φρεντ Τσίνεμαν, Τζον Φράνκενχάιμερ, Φράνσις Φορντ Κόπολα και πρωταγωνιστές μεγάλους σταρ όπως τους Μάρλον Μπράντο, Τζέιν Φόντα, Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Βανέσα Ρεντγκρέιβ, Φρανκ Σινάτρα, Τζιν Χάκμαν.
Πρώτη ταινία του αφιερώματος τη Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου στις 21:00 στην αίθουσα ΒΑΚΟΥΡΑ 1 (Ιωάννου Μιχαήλ 8, τηλ. 2310233665) το κοινωνικό δράμα του Άρθουρ Πεν «Η καταδίωξη» (ΗΠΑ, 1966) με τους Μάρλον Μπράντο, Τζέιν Φόντα, Ρόμπερτ Ρέντφορντ, Άντζι Ντίκινσον, Ρόμπερτ Ντιβάλ, Τζέιμς Φοξ.
rear window : Η υπόθεση συνοπτικά: Στο Τέξας ο Μπάμπερ Ριβς ένας κρατούμενος των φυλακών δραπετεύει και ως λαθρεπιβάτης των τρένων οδεύει προς την πόλη του. Εκεί που με το που μαθαίνεται η δραπέτευση αναστατώνονται όλοι γιατί η γυναίκα του δραπέτη έχει γίνει ερωμένη του Ρότζερς του συμμαθητή του που είναι γιος του πετρελαιά της περιοχής. Ο τελευταίος έντρομος πιέζει το σερίφη να καθαρίσει μόνο που αυτός στο τέλος και με μεγάλο κόστος υπερασπίζεται το νεαρό δραπέτη από το λιντσάρισμα. 
Είναι μια ταινία που χρόνια τώρα απορούσα γιατί δεν πολυπαίζεται σήμερα. Εγώ τη θυμάμαι σαν μια πολλή καλή ταινία με γρήγορα ρυθμό και σασπένς. Και ψάχνοντας τώρα στοιχεία για να σας την παρουσιάσω -μόνο σε αγγλόφωνα blogs βρήκα-  έπεσα έκπληκτος πάνω σε ένα φοβερό παρασκήνιο για το πώς φτιάχτηκε αυτή η ταινία, πως θάφτηκε από την αμερικάνικη κριτική, πήγε άπατη από εισιτήρια εκεί ενώ είχε μεγάλη επιτυχία εδώ στην Ευρώπη.

Όλα ξεκίνησαν από τον παραγωγό της τον Sam Spiegel, έναν μεγαλοκαρχαρία του Χόλυγουντ με πολλές αντιπάθειες και προκλητικές επεμβάσεις στα σενάρια και τα casting. Το συγκεκριμένο σενάριο που το είχε πρωτογράψει πριν 7 χρόνια η θεατρική συγγραφέας Lillian Helman.  Βασιζόταν στο ομώνυμο θεατρικό έργο (1952) και μετέπειτα μυθιστόρημα (1956) του Horton Foote. Ξεσαλωμένος ο Σπίγκελ από τη μεγάλη επιτυχία που είχε κάνει λίγα χρόνια πριν με το «Ο Λώρενς της Αραβίας» του είχε αλλάξει τα φώτα. Μόνο που η μεγάλη του παρέμβαση:  να είναι ο δραπέτης και η γυναίκα του Αφροαμερικανοί για να μεγαλώνει ο τρόμος των κατοίκων της πόλης δεν έγινε δεκτή από κανέναν σκηνοθέτη. Ούτε από τους: David Lean, Ελία Καζάν, Γουίλιαμ Γουάιλερ, Fred Zinnemann, και   Joseph L. Mankiewicz που στράφηκε στην αρχή ούτε από τον ανερχόμενο νεαρό Άρθουρ Πεν που προσέλαβε στο τέλος. Γιατί όλοι τους ήξεραν το έργο, ήταν προοδευτικοί άνθρωποι και δεν ήθελαν να ενισχύσουν τη ρατσιστική βία της εποχής. Μόνο που χωρίς να τον ρωτήσει του επέβαλε έναν δικό του  κάμεραμαν και όταν αυτός αρρώστησε του επέβαλε και τον δεύτερο που δεν είχε όμως πείρα από νυχτερινά πλάνα και είχε πολλά τέτοια η ταινία. Ο μεγάλος χαμός έγινε με τους ηθοποιούς: Ο Μάρλον Μπράντο στην αρχή προοριζόταν για γιος του πετραιλαιά Ρότζερς αλλά μετά από 7 χρόνια ήταν πλέον μεγάλος και τον έβαλαν για σερίφη. Μόνο που τότε ο Μάρλον ήταν στις πολύ κακές  του γιατί είχε αρρωστήσει σε μια αποστολή της UNICEF στην Ινδία. Λέει ο έρημος ο Πεν ότι του έβγαλε την πίστη στα γυρίσματα. Του έλεγε να προσπαθήσει να ξεφύγει λιγάκι από το μπραντικό στυλάκι του μουρμουρίσματος καθώς ο σερίφης πρέπει να μιλάει πιο δυνατά. Μουλάρι ο άλλος! Στις κακές της ήτανε και η Τζαίην Φόντα γιατί δε είχε ξεπεράσει ακόμη τη στενοχώρια της που δεν της εμπιστεύτηκε ο Ντέϊβιντ Λιν τη Λάρα του «Δόκτωρ Ζιβάγκο». Και πήγε μόνο και μόνο επειδή της το ζήτησε ο Μπράντο καθώς ο πατέρας της ήταν στενός φίλος και συμμαθητής της μάνας του στη σχολή θεάτρου που έβγαλαν. Μόνο που γρήγορα άλλαξε γιατί γνωρίστηκε στα γυρίσματα και ταιριάξανε με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ. Για τον οποίο ο Πεν λέει τα καλύτερα λόγια καθώς δεν τον είχε ακούσει καθόλου, ήταν η δεύτερη ταινία του, αλλά έδειξε τον μεγαλύτερο επαγγελματισμό. Πήγαινε λέει νύχτα στο χώρο που θα γίνονταν τα γυρίσματα της καταδίωξης και έτρεχε με τις ώρες για να είναι πιο φυσικός. Το έργο έχει και την πρώτη εμφάνιση στον κινηματογράφο –είχε παίξει μέχρι τότε μόνο στην τηλεόραση- του Ρόμπερτ Ντυβάλ. Και για πρώτη     φορά μαθαίνω ότι έπαιζε και η αδελφή του Μάρλον Μπράντο η Jocely.

Τarantella Cinematheque

Η Καταδίωξη γυρίστηκε ακριβώς σε μια περίοδο όπου οι αντιθέσεις της αμερικανικής υπαίθρου είχαν φτάσει σε έσχατο σημείο και αναγόμενη στο σημερινό κόσμο της κρίσης όπου οι εξαθλιωμένοι άνθρωποι μετατρέπονται σε λύκους παραμένει επίκαιρη και καυστική.
Η οικονομική καταπίεση που ασκεί ένας μεγαλοεπιχειρηματίας σε μια μικρή πόλη έχει γεμίσει την καθημερινότητα των κατοίκων με μια διαρκή υποκρισία. Μόνο ο σερίφης της πόλης (Μάρλον Μπράντο) κατορθώνει να διατηρεί την αξιοπρέπειά του, παρόλο που έχει υποβαθμιστεί σε “φύλακα της πολιτείας” και, ουσιαστικά, της ιδιοκτησίας του μεγαλοεπιχειρηματία.
Όταν συντελείται η απόδραση ενός καταδίκου (Ρόμπερτ Ρέντφορντ), τότε η φαινομενική ηρεμία της πόλης διαταράσσεται.
Ο κατάδικος είναι φίλος του πλούσιου γιού (Τζέιμς Φοξ), που έχει δεσμό με τη γυναίκα του δραπέτη (Τζέην Φόντα)

Οι πολίτες αποφασίζουν να συνδράμουν αυτόκλητα τον σερίφη, μετατρεπόμενοι από σκλάβους σε τραμπούκους η καταδίωξη μετατρέπεται σε ένα ξέσπασμα απίστευτης βιαιότητας.
Η αρετή της ταινίας βρίσκεται στο ότι καταφέρνει να συνδυάσει τον γρήγορο ρυθμό παράλληλα με την οξύτατη κοινωνική κριτική.

Η πόλη σκιαγραφείται ως ένας μικρόκοσμος με κύριο γνώρισμα την καθημερινή απρέπεια των κατοίκων του.

Η οικονομική εξάρτηση τούς έχει στερήσει κάθε ηθικό φραγμό ώστε να πετύχουν αυτό που θέλουν.

Από την κριτική δε γλυτώνουν ούτε οι φτωχότεροι της ιστορίας, αφού είναι πάντοτε πρόθυμοι να μιμηθούν, όσο μπορούν, τους πλούσιους στην εξαγορά συνειδήσεων. Μόνο ο σερίφης αρνείται να πάρει χρήματα, κερδίζοντας το σεβασμό του θεατή για τη διατήρηση της ακεραιότητάς του μέσα σε ένα διεφθαρμένο πλαίσιο. Φυσικά, πιο σοκαριστική παραμένει η σκηνή με την μίμηση του κυνηγιού από την μεθυσμένη ομήγυρη, προάγγελος της τελικής σκηνής που θυμίζει Κόλαση.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η ταινία αποτέλεσε μεγάλη καλλιτεχνική και εισπρακτική αποτυχία στην εποχή της. Τελικά, τα νοήματά της κατόρθωσαν να αντέξουν στο χρόνο, δικαιώνοντας όλους τους συντελεστές για τη συμμετοχή τους στο εγχείρημα. Στη σημερινή εποχή, με μια ολόκληρη κοινωνία να μην εμφανίζει σχεδόν καθόλου ψήγματα αλληλεγγύης λόγω οικονομικής και κυρίως ηθικής ανεπάρκειας των μελών της, Η Καταδίωξη φαντάζει ένα τραγικά επίκαιρο σχόλιο.
Ακόμη και οι δεύτεροι ρόλοι είναι εξαιρετικοί με την Άντζι Ντίκινσον στο ρόλο της στωικής γυναίκας του Μάρλον, ο Ρόμπερτ Ντυβάλ ως Τραπεζίτης κερατάς της πόλης,o Εϊ Τζί Μάρσαλ ως αδίστακτος αφέντης ,ο παραγωγός Σπήγκελ απέλυσε τον Πέν στο μοντάζ γιατί η ταινία έβγαινε πολύ "αριστερή " Μοναδική η στιγμή όταν πρός το τέλος ο Μάρλον τουλουμιασμένος στο ξύλο από τους μπράβους τείνει το χέρι του στην Άντζι.

Το φίλμ το πρωτοείδε ο υπογράφων (Τarantella Cinematheque) έφηβος στη ταράτσα του Αελλώ

Την ταινία θα προλογίσει ο Αλέξης Ν. Δερμεντζόγλου, ενώ στους θεατές θα διανεμηθεί έντυπη ανάλυση του Κώστα Τσιναρίδη. Στο τέλος της προβολής θα ακολουθήσει μακρά συζήτηση με το κοινό.

Το προς συζήτηση θέμα στο μάθημα για τον κινηματογράφο θα είναι: Η καθυστερημένη ύπαιθρος στο σινεμά.


Σχόλια