Αφιέρωμα στην Οκτωβριανή Επανάσταση



Η ΟΚΤΩΒΡΙΑΝΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ: ΛΑΘΟΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ;
                                                                         Του Ευτύχη Μπιτσάκη
Απόσπασμα από το βιβλίο του "Ένα φάντασμα πλανιέται" του 1992 με την δική του ιστορική και πολιτική αξία που φέρει και το κλίμα της εποχής.

  Στον εξελικτισμό και στις τυπικές ασυνέχειες της παραδοσιακής σκέψης, η διαλεκτική αντιπαραθέτει την αντίληψη του ιστορικού γίγνεσθαι ως ενιαίας διαδικασίας με αποφασιστικές στιγμές-άλματα.
Το επαναστατικό άλμα είναι η κορυφαία στιγμή μιας λιγότερο ή περισσότερο μακράς περιόδου ωρίμανσης των κοινωνικών αντιθέσεων, ανάπτυξης των κοινωνικών αγώνων, οργάνωσης της επαναστατικής τάξης, ενδεχομένως κατάκτησης επιμέρους εξουσιών — στοιχείων "αντικοινωνίας” και δυαδικής εξουσίας. Το νέο προετοιμάζεται στο εσωτερικό του παλαιού ως η ιστορική του άρνηση. Από τις επιμέρους ρήξεις, οι επαναστατικές δυνάμεις αγωνίζονται για τη συνολική ρήξη.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση ήταν η επαναστατική υπέρβαση των εσωτερικών αντινομιών της τσαρικής αυτοκρατορίας, που είχαν οξυνθεί εξαιτίας των συνεπειών του πολέμου. Η επανάσταση ωστόσο ξέσπασε και νίκησε χάρη στην οργάνωση, την πείρα και την προετοιμασία του ρωσικού προλεταριάτου και των άλλων επαναστατικών δυνάμεων της Ρωσίας. Και βέβαια στο κοσμοϊστορικό αυτό γεγονός καθοριστικός ήταν ο ρόλος του Λένιν, για τον οποίον η πολιτική έμοιαζε «περισσότερο με την άλγεβρα παρά με την αριθμητική, κι ακόμα περισσότερο με τα ανώτερα μαθηματικά παρά με τα στοιχειώδη». Η θέση του Λένιν: Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ, ήταν το πολιτικό αποκρυστάλλωμα της μελέτης των αντιθέσεων της ρωσικής κοινωνίας στο γίγνεσθαι τους, στην αδιάκοπη αναδιάταξη των σχέσεών τους, της μετατροπής της ενότητας σε «πόλεμο», όπου ο ένας από τους δύο πόλους της αντίθεσης θα έπρεπε να εξαφανιστεί. Η θεωρητική σκέψη και σε αυτή την περίπτωση είχε προβλέψει αυτό που δεν φαινόταν ακόμα: τη δεσπόζουσα τάση μέσα στο φαινομενικό χάος των γεγονότων — τη δυνατότητα της επανάστασης.

Προλεταριακή επανάσταση σε μη αναπτυγμένη βιομηχανικά χώρα; Μια τέτοια προοπτική δεν ερχόταν ήδη σε αντίθεση με την άποψη του Μαρξ, ότι η επανάσταση θα ήταν το αποτέλεσμα της σύγκρουσης των αναπτυγμένων παραγωγικών δυνάμεων με τον παλαιό τρόπο παραγωγής, με την άποψη ότι η κοινωνία δεν μπορεί να ξεπεράσει με διατάγματα ένα ολόκληρο ιστορικό στάδιο; Φυσικά ο Λένιν γνώριζε τις απόψεις του Μαρξ. Εξετάζοντας ωστόσο το σύνολο των αντιθέσεων στον αλληλοκαθορισμό και στην κίνησή τους, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η επανάσταση είναι δυνατή σε μη αναπτυγμένες χώρες: στους αδύνατους κρίκους της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας.

Η θέση του Λένιν εξάλλου δεν ερχόταν σε αντίθεση με τις αντιλήψεις του Μαρξ και του Ένγκελς, για δυο λόγους. Πρώτον, επειδή η Ρωσία του 1917 δεν ήταν απλώς μια υποανάπτυκτη χώρα, αλλά μια χώρα με έντονες αντιθέσεις: φεουδαρχία, σχετικά και άνισα αναπτυγμένη βιομηχανία, επιστήμη, τέχνη και προλεταριάτο και ταυτόχρονα κατάλοιπα της παλαιός κοινωνίας των γενών —ύπαρξη κοινοτικής ιδιοκτησίας της γης. Και δεύτερον, επειδή ο Μαρξ και ο Ένγκελς είχαν διαβλέψει τη δυνατότητα για επαναστατική έκρηξη στη Ρωσία, όχι απλά αστικοδημοκρατική, αλλά κομμουνιστική.

Πράγματι, περιγράφοντας την άθλια οικονομική και κοινωνική κατάσταση της προεπαναστατικής Ρωσίας, ο Ένγκελς έγραφε το 1875: «Εδώ ενώνονται όλοι οι όροι της επανάστασης που θα την αρχίσουν οι ανώτερες τάξεις της πρωτεύουσας, ίσως μάλιστα η ίδια η κυβέρνηση, που οι αγρότες όμως πρέπει να την οδηγήσουν πέρα και πάνω από την πρώτη συνταγματική της φάση»1. Η πρώτη φάση της επανάστασης ήταν πράγματι αστικοδημοκρατική. Σύντομα όμως οι εργάτες, οι αγρότες και οι στρατιώτες τη μετέτρεψαν σε σοσιαλιστική. Εξάλλου ο Μαρξ, σε γράμμα του στη Βέρα Ζάσουλιτς, είχε επισημάνει ότι η κοινότητα θα μπορούσε να αποτελέσει «αναγεννητικό στοιχείο» και να επιτρέψει μια ανάπτυξη «με την κομμουνιστική έννοια». Τέλος ο Ένγκελς, στον πρόλογο της ρωσικής έκδοσης του Κομμουνιστικού Μανιφέστου (1882), τόνιζε: «Εάν η Ρωσική Επανάσταση αποτελέσει το σύνθημα για μια προλεταριακή επανάσταση στη Δύση, έτσι που οι δυο μαζί να συμπληρώνουν η μια την άλλη, τότε η τωρινή κοινή ιδιοκτησία της γης μπορεί να χρησιμεύσει σαν αφετηρία για μια κομμουνιστική εξέλιξη[1]». Η ρωσική επανάσταση ξέσπασε και πράγματι αποτέλεσε το σύνθημα για το προλεταριάτο της Δύσης. Αλλά οι επαναστάσεις στη Δύση ηττήθηκαν. Η ήττα αυτή ήταν μια από τις όψεις της τραγωδίας της Σοβιετικής Ένωσης.

Κατά την άποψη του Κάουτσκι, γενικότερα των σοσιαλδημοκρατών, καθώς και των μενσεβίκων, η Ρωσία δεν ήταν ώριμη για τη σοσιαλιστική επανάσταση, λόγω της οικονομικής της καθυστέρησης. Άρα στη Ρωσία ήταν δυνατή μόνο η αστική επανάσταση. Συνεπώς η επανάσταση του ’17 έπρεπε να σταματήσει στο στάδιο της πτώσης του τσαρισμού. Σύμφωνα με αυτή την οικονομίστικη-μηχανιστική αντίληψη των κοινωνικών φαινομένων, το ότι η επανάσταση του Ί7 ξεπέρασε αυτό το στάδιο, γράφει ειρωνικά η Λούξεμπουργκ, ήταν «απλό λάθος της ριζοσπαστικής πτέρυγας του ρωσικού εργατικού κινήματος, των Μπολσεβίκων, και όλες οι απογοητεύσεις που δημιούργησε η επανάσταση στη μετέπειτα πορεία της, όλες οι δυσχέρειες των οποίων υπήρξε θύμα, παρουσιάζονται σαν αποτέλεσμα του μοιραίου αυτού λάθους»[2]. Η ίδια άποψη υποστηρίζεται σήμερα από πολλούς.

Ωστε η Ρωσική Επανάσταση δεν έπρεπε να γίνει; Έπρεπε να σταματήσει στο αστικοδημοκρατικό στάδιο; Το ρωσικό προλεταριάτο έπρεπε να αφεθεί στην εκμετάλλευση της ανερχόμενης αστικής τάξης, να περάσει όλες τις οδύνες του βιομηχανικού καπιταλισμού και τα μαρτύρια του «φιλελεύθερου» κράτους, για να διεκδικήσει κάποτε την εξουσία; Αλλά η επανάσταση δεν έρχεται με ραντεβού στο άμεσο ή στο απώτερο μέλλον. Ξεσπάει κάποια στιγμή και τότε την ολοκληρώνεις ή την προδίδεις.

Η κατάσταση στη Ρωσία του '17 ήταν ώριμη για την επαναστατική έκρηξη. Όπως γράφει πάλι η Ρόζα Λούξεμπουργκ, «η Ρωσική Επανάσταση επιβεβαίωσε τα βασικά διδάγματα όλων των επαναστάσεων, που έχουν καθεμιά απ’ αυτές για ζωτικό τους νόμο: να προχωρήσει εμπρός με μια ορμή πολύ γρήγορη και αποφασιστική, χτυπώντας με σιδερένιο χέρι όλα τα εμπόδια και προωθώντας τους σκοπούς της ολοένα και πιο πέρα, ή να οπισθοχωρήσει όσο γίνεται περισσότερο πιο πίσω και από το αδύνατο σημείο της αφετηρίας της και να τσακιστεί από την αντεπανάσταση. Να σταματήσεις, να κάνεις βήμα σημειωτόν και να αρκεσθείς στο πρώτο στάδιο που έφτασες είναι αδύνατο μέσα στην Επανάσταση»[3].

Οι σημερινοί τιμητές του Λένιν λησμονούν το βασικό αυτό νόμο. Λησμονούν ότι αν η επανάσταση σταματούσε στο αστικοδημοκρατικό στάδιο, τότε η συνέχεια δεν θα ήταν ο αστικός φιλελευθερισμός, αλλά η αντεπανάσταση. Το δίλημμα της ρωσικής επανάστασης ήταν: νίκη της αντεπανάστασης ή δικτατορία του προλεταριάτου. Το πρόβλημα λοιπόν δεν ήταν αυτό. Ήταν άλλο: Η περαιτέρω ανάπτυξη της Επανάστασης στη Ρωσία ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την τύχη της επανάστασης του ευρωπαϊκού προλεταριάτου, άρα με την παγκόσμια επανάσταση. Αυτό το είχαν συνειδητοποιήσει και ο Λένιν, και ο Τρότσκι, και η Ρόζα Λούξεμπουργκ, η οποία έγραφε προφητικά: «Δεν είναι η ανωριμότητα της Ρωσίας, αλλά η ανωριμότητα του γερμανικού προλεταριάτου στο να εκπληρώσει την ιστορική του αποστολή εκείνο που απέδειξε η πορεία του πολέμου και της Ρωσικής Επανάστασης [...]. Τα πεπρωμένα της Ρωσικής Επανάστασης ήταν εντελώς εξαρτημένα από την παγκόσμια επανάσταση»[4].

Το δίλημμα λοιπόν, αν έπρεπε να γίνει η Οκτωβριανή Επανάσταση; που απασχολεί σήμερα πολλούς, είναι ψευτοδίλημμα. Αλλού βρίσκεται η τραγωδία της πρώτης νικηφόρας προλεταριακής επανάστασης: στην υποανά- πτυξη, στην ιμπεριαλιστική επέμβαση και στην περικύκλωση. Στη χιτλερική επίθεση μετά από 24 χρόνια, στην πάγια απειλή του ιμπεριαλισμού καθώς και στην ήττα της παγκόσμιας επαναστατικής διαδικασίας μετά το Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Πράγματι, για τους κλασικούς του μαρξισμού, η παγκοσμιοποίηση της κεφαλαιοκρατικής αγοράς θα συνεπαγόταν την παγκοσμιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης: η σοσιαλιστική επανάσταση θα ήταν μια παγκόσμια διαδικασία. Οι κλασικοί πρόβλεπαν, βέβαια, το ξέσπασμά της κυρίως στις αναπτυγμένες κεφαλαιοκρατικές χώρες. Ωστόσο η ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού, η αποικιοκρατία, οι πόλεμοι και οι αντιθέσεις του συστήματος έκαναν, όπως ήδη σημειώθηκε, πιθανή την επανάσταση και σε μη αναπτυγμένες χώρες.

Η επανάσταση καταπνίγηκε στη Γερμανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Αντίθετα πέτυχε στην καθυστερημένη Ρωσία. Όπως σημείωνε ο Λένιν, «ο σύμμαχος, το διεθνές προλεταριάτο, δεν ήλθε να βοηθήσει τη νεαρή σοβιετική εξουσία». Τι έπρεπε λοιπόν να κάνουν οι μπολσεβίκοι; Μπροστά στη διεθνή απομόνωση και στην ιμπεριαλιστική επέμβαση, έπρεπε να παραδώσουν την εξουσία; Να αποδεχτούν τη δικτατορία των αστών και των φεουδαρχών;

Ποια ήταν όμως η τύχη της προλεταριακής επανάστασης στην Ευρώπη;

Στις 9 Νοεμβρίου τοο1918 ξέσπασε η επανάσταση στη Γερμανία. Στο Πρόγραμμα του Γενάρη (1919) τονιζόταν ότι η προλεταριακή επανάσταση δεν συνεπάγεται την τρομοκρατία* Δεν έχει ανάγκη να χύνει αίμα, επειδή στόχος της δεν είναι οι άνθρωποι, αλλά οι θεσμοί και τα πράγματα. Ρομαντικοί επαναστάτες! Αθώοι μπροστά στην αγριότητα του καπιταλισμού. Λίγες μέρες αργότερα η εξέγερση πνίγηκε στο αίμα από εκείνους που δεν λογαριάζουν τις ανθρώπινες ζωές προκειμένου να σώσουν τα προνόμιά τους. Όπως γράφει ο Ρ. Λίνχαρτ, η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ, που είχαν συντάξει τις παραπάνω γραμμές, δολοφονήθηκαν από το γερμανικό στρατό, με εντολή, μιας «σοσιαλδημοκρατικής» κυβέρνησης[5]. Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, τα έργα τους πυρπολήθηκαν δημόσια και καταστράφηκε το μνημείο που είχαν υψώσει προς τιμήν τους οι εργάτες του Βερολίνου.

Η κόκκινη Ρόζα χάθηκε κι αυτή Ποιος ξέρει πού το κορμί της παραχώσαν Έλεγε την αλήθεια στους φτωχούς Γι' αυτό κι οι πλούσιοι τη σκοτώσαν.

Μπ. Μπρεχτ

Την ίδια εποχή δημιουργήθηκε η εφήμερη Ουγγρική Δημοκρατία των Συμβουλίων (έζησε 133 ημέρες). Συντρίφτηκε και αυτή μετά από ηρωική αντίσταση στα ιμπεριαλιστικά στρατεύματα. Η αντίδραση παρέδωσε τη χώρα στα ρουμανικά, τσεχοσλοβακικά, γαλλικά κ.λπ. στρατεύματα, που άνοιξαν το δρόμο στη φασιστική τρομοκρατία του Χόρτι. Την ίδια τύχη είχε και η εφήμερη σοσιαλιστική δημοκρατία στη Σλοβακία.

Οι Ρώσοι επαναστάτες είχαν λοιπόν μείνει μόνοι, αβοήθητοι. Και δεν ήταν μόνο αυτό. Δεκατέσσερις χώρες (ανάμεσά τους και η Ελλάδα) προσπάθησαν, ως γνωστόν, επί τρία χρόνια να πνίξουν στο αίμα τη νεαρή σοβιετική δημοκρατία. Και μαζί με τις ξένες στρατιές, οι Λευκοί αντεπαναστάτες, ο Κολτσάκ, ο Ντενίκιν και άλλοι. Οι καταστροφές από τον πόλεμο, η υποανάπτυξη, ο εμφύλιος πόλεμος και η εξωτερική επέμβαση σφράγισαν την πορεία της Σοβιετικής Ένωσης: πόλεμος, χειμώνας, αποδιοργάνωση της παραγωγής, των συγκοινωνιών και της διοίκησης. Μια χώρα κατεστραμμένη και αβοήθητη αντιμετώπισε το πλήθος των εχθρών. Και μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, ο χειρότερος εχθρός ήταν η πείνα. Οι εκθέσεις του Λένιν εκείνη την εποχή μαρτυρούν την τραγική κατάσταση στην οποία βρισκόταν η χώρα: «Να αντιμετωπίσουν το στοιχειωδέστερο πρόβλημα κάθε ανθρώπινης κοινότητας: να νικήσουν την πείνα» (Έκθεση για τον αγώνα εναντίον της πείνας, 4.6.18). Και τον επόμενο χρόνο, στην 8η Συνδιάσκεψη του κόμματος των Μπολσεβίκων (Δεκέμβριος 1919): «Το πρόβλημα της τροφοδοσίας βρίσκεται στη βάση όλων των προβλημάτων [...]. Ένα άλλο ουσιαστικό πρόβλημα είναι το πρόβλημα των καυσίμων [...]. Τα ξύλα πρέπει να μας σώσουν». Συνθήματα για την επιβίωση και ταυτόχρονα συνθήματα για τον πόλεμο: «Όλα για την τροφοδοσία». «Όλα για τα καύσιμα». «Όλα για τη συγκομιδή». Και ταυτόχρονα: «Όλοι εναντίον του Κολτσάκ». «Όλοι εναντίον του Ντενίκιν»6.

Οι μπολσεβίκοι και οι λαοί της Σοβιετικής Ένωσης δεν κατέθεσαν τα όπλα. Η νεαρή Σοβιετική Ένωση είχε νικήσει. Αλλά με ποιες θυσίες; Και με ποιες συνέπειες; Ας κάνουμε ένα άλμα στο χρόνο, εβδομήντα και πλέον χρόνια προς τα πίσω. Και ας δούμε ποια δημοκρατία θα μπορούσε να ανθίσει μέσα στον πόλεμο και στο λιμό.

Η ρωσική επανάσταση ακολούθησε τη φυσιολογική της πορεία. Από αστικοδημοκρατική το Φλεβάρη, εξελίχθηκε σε σοσιαλιστική τον Οκτώβρη. Αντιμετώπισε τα επόμενα χρόνια την εσωτερική αντεπανάσταση, την ξένη επέμβαση και το λιμό. Η κατάσταση αυτή επέβαλε τη συγκεντρωτική και ανελέητη μορφή του πολεμικού κομμουνισμού. Την ίδια εποχή εντούτοις εδραιωνόταν και έπαιρνε μορφή η εξουσία των σοβιέτ. Ωστόσο στον πολεμικό κομμουνισμό, που τον επέβαλαν οι καπιταλιστές, γεννιόταν ήδη το πρώτο σπέρμα της άρνησης της εργατικής δημοκρατίας. (Ο πολεμικός κομμουνισμός κράτησε μέχρι το 1921, μέχρι τη συντριβή της αντεπανάστασης. Τότε εγκαινιάσθηκε η Νέα Οικονομική Πολιτική, η λεγόμενη ΝΕΠ.) Ήδη από τότε ο Λένιν έβλεπε τους κινδύνους για την εργατική δημοκρατία και αγωνιζόταν να τη συνδυάσει με τη στρατιωτική πειθαρχία που απαιτούσαν οι καιροί. Αλλά ως πού μπορούσε να ξεπεραστεί η τραγική αντίφαση σ’ αυτό τον τιτάνιο αγώνα;

Αυτό είναι ένα πρώτο ζήτημα που θέλουν να λησμονούν οι σημερινοί τιμητές του Λένιν και του μαρξισμού — αστοί, σοσιαλδημοκράτες και ανανήψαντες. Κατηγορούν τον Λένιν για κατάργηση της Δημοκρατίας. Αλλά πώς μπορούσε να ανθίσει η Δημοκρατία (η εργατική όχι η αστική) σε μια χώρα χωρίς δημοκρατικές παραδόσεις, με εσωτερική αντεπανάσταση, κυκλωμένη από εχθρικούς στρατούς, κατεστραμμένη από τον πόλεμο; Οι σημερινοί κήνσορες θέλουν να αγνοούν αυτές τις συνθήκες, για τις οποίες ευθύνεται ο κόσμος τον οποίο στηρίζουν ιδεολογικά. Πώς ήταν λοιπόν δυνατόν να ξεπεραστεί η αντίφαση ανάμεσα στον αναγκαίο συγκεντρωτισμό και την επιδιωκόμενη ανάπτυξη της εργατικής δημοκρατίας;

Ας δώσω καλύτερα το λόγο στον πιο αρμόδιο μετά τον Λένιν και τον Τρότσκι — στη Ρόζα Λούξεμπουργκ: «Μέσα σε συνθήκες τόσο δύσκολες, ακόμα και ο πιο γιγάντιος ιδεαλισμός και η πιο σταθερή επαναστατική δράση δεν θα ήταν καθόλου ικανές να πραγματοποιήσουν ούτε τη δημοκρατία, ούτε το σοσιαλισμό, αλλά μόνον αδύναμα και παραμορφωμένα στοιχεία, τόσο από το ένα, όσο και από το άλλο [...]. Γιατί μόνον μια πικρή διαπίστωση, όπως αυτή, θα μας επιτρέψει να μετρήσουμε όλο το μέγεθος της ευθύνης που έχει το διεθνές προλεταριάτο σε ό,τι αφορά την τύχη της ρωσικής επανάστασης [... ] και οι πιο υπέροχες θυσίες του προλεταριάτου σε μια μόνη χώρα, θα το περιπλέξουν αναπόφευκτα σε ένα κυκεώνα αντιφάσεων και σφαλμάτων»[6]. Και αφού αναφέρεται στις αντικειμενικές δυσκολίες και κάνει κριτική σε ορισμένα αντιδημοκρατικά μέτρα των Λένιν και Τρότσκι, η Ρόζα Λούξεμπουργκ συνεχίζει: «Ό,τι συμβαίνει στη Ρωσία είναι ευκολονόητο. Είναι μια αναπόφευκτη αλυσίδα από αιτίες και αποτελέσματα, που αφετηρία και τέρμα τους στέκει: η αδράνεια του γερμανικού προλεταριάτου και η κατοχή της Ρωσίας από το γερμανικό ιμπεριαλισμό. Θα ήταν σαν να ζητάει κανείς υπεράνθρωπα πράγματα από τον Λένιν και τους συντρόφους του το να περιμένουμε κάτω από τέτοιες συνθήκες να δημιουργήσουν ως διά μαγείας την ωραιότερη από τις δημοκρατίες, την υποδειγματικότερη δικτατορία του προλεταριάτου και μια ανθούσα σοσιαλιστική οικονομία. Με την αποφασιστικά επαναστατική τους στάση, με την υποδειγματική τους δραστηριότητα και την αδιάσειστη πίστη τους στο διεθνή σοσιαλισμό πρόσφεραν ό,τι πραγματικά μπορούσε να προσφερθεί κάτω από δύσκολες συνθήκες. Ο κίνδυνος αρχίζει από τη στιγμή που μεταβάλλοντας την ανάγκη σε αρετή, αποκρυσταλλώνουν θεωρητικά την αναγκαστική, χάρις στους μοιραίους αυτούς όρους, τακτική τους και θέλουν να την επιβάλουν στο διεθνές προλεταριάτο σαν αξιομίμητο πρότυπο σοσιαλιστικής τακτικής». Και η μεγάλη επαναστάτρια συνεχίζει: «Οι Μπολσεβίκοι έδειξαν ότι στάθηκαν ικανοί για καθετί που θα μπορούσε να επιτύχει ένα γνήσιο επαναστατικό κόμμα μέσα στα όρια των ιστορικών δυνατοτήτων. Δεν πρέπει να θέλουμε να κάνουν θαύματα. Γιατί θαύμα θα ήταν μια υποδειγματική και αναμάρτητη προλεταριακή επανάσταση σε μια απομονωμένη χώρα, εξαντλημένη από τον πόλεμο, στραγγαλισμένη από τον ιμπεριαλισμό και προδομένη από το διεθνές προλεταριάτο».

Σήμερα, μετά την «αναδόμηση», η παθητική φωνή της Ρόζας έρχεται από τα βάθη του χρόνου σαν ένα προφητικό ρέκβιεμ της Ρωσικής Επανάστασης. Μπορούσαν στις συνθήκες του πολεμικού κομμουνισμού, κυκλωμένοι από παντού, να εφαρμόσουν την τέλεια προλεταριακή δημοκρατία; Όχι! Αλλά η μετέπειτα αντεπαναστατική δικτατορία της γραφειοκρατίας με επικεφαλής τον Στάλιν ήταν αναπόφευκτη; Πάλι όχι! Ήδη ο Λένιν αγωνιζόταν υπεράνθρωπα να αποφύγει τη διολίσθηση προς τη δικτατορία του μηχανισμού. Τέλος, η σημερινή σήψη και κατάρρευση ήταν αναπόφευκτες; Η Ιστορία είναι ιστορία χωρίς υποκείμενο, άρα οι άνθρωποι και οι ηγέτες είναι ανεύθυνοι, εφόσον κάποιος μοιραίος υπερκαθορισμός είχε προσδιορίσει την αναπόδραστη κατάληξη; Και πάλι, όχι! Αλλά γι’ αυτά τα ερωτήματα, στη συνέχεια του κεφαλαίου.









[1] Μαρξ, Ενγκελς, Διαλεχτά Εργα, Έκδοση ΚΕ του ΚΚΕ, τ. II, σ. 57.


[2] Βλ. Η. Λούξεμπουργκ, Η Ρωσική Επανάσταση, ύψιλον/βιβλία, 1980.


[3] Στο ίδιο, σ. 33.


[4] Στο ίδιο, σ. 22.

[5] Κ. Linhari, Lenine, les pay sans, Taylor, Scuil, Paris, 1976, o. 13.



[6] Ρ. Λούξεμπουργκ, Η Ρωσική Επανάσταση, ό.π., σσ. 23-24.

Σχόλια