Η ΕΡΕΥΝΑ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ



Η ΕΡΕΥΝΑ ΩΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΚΑΙ ΕΠΙΔΙΚΟ ΤΗΣ ΤΑΞΙΚΗΣ ΠΑΛΗΣ
(μικρό σημείωμα)
  Στην Ελλάδα, οι δαπάνες για R&D (έρευνας και ανάπτυξης) ως ποσοστό του ΑΕΠ ανήλθαν στο 0,99% το 2016, από 0,67% το 2011 ή 0.5% παλιότερων εποχών. Σε απόλυτα μεγέθη, η αύξηση υπολογίζεται σε 24,5%, η οποία αν και θεωρείται αξιόλογη, υπολείπεται σημαντικά
του στόχου που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, για να μην μείνει πίσω στον παγκόσμιο ανταγωνισμό ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα για το 2020, για δαπάνες του 3% του ΑΕΠ. Εμάς βέβαια δεν μας ενδιαφέρουν καθόλου οι στόχοι της ΕΕ και τα σχέδια της όμως οι επενδύσεις στον συγκεκριμένο τομέα βελτιώνουν το είδος των παραγόμενων αγαθών (υψηλό ποσοστό προστιθέμενης αξίας), αναπτύσσουν τις εξαγωγές και βελτιώνουν το ισοζύγιο πληρωμών εκεί που για τη χώρα είναι η αχίλλειος πτέρνα , μειώνουν την τεχνολογική εξάρτηση, αποτελούν τη βάση για την ανάπτυξη του επιστημονικού και τεχνολογικού δυναμικού και κάτω από συγκεκριμένους όρους ανάπτυξης της ταξικής πάλης βελτίωσης των όρων εργασίας κοκ.
  Στην ΕΕ-28, οι χώρες του ευρωπαϊκού βορρά που επενδύουν περισσότερο σε R&D είναι εκείνες που εξάγουν σε μεγαλύτερο βαθμό προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Η τάση αυτή αποτυπώνεται στο Γράφημα 4, όπου χώρες, όπως η Σουηδία, η Δανία και η Γερμανία έχουν υψηλό ποσοστό εξαγωγών υψηλής τεχνολογίας ενώ οι δαπάνες για R&D είναι πλησίον ή άνω του 3% του ΑΕΠ.

  Η καθυστέρηση της χώρας σε αυτό τον τομέα, που δείχνει ότι το παραγωγικό μοντέλο  ελάχιστα έχει αλλάξει και η βόμβα που οδήγησε στην κρίση επανοπλίζεται,  φαίνεται και από τη συμμετοχή της στη διεθνοποιημένη παραγωγή όταν η τάση για συμμετοχή στις αλυσίδες παραγωγής αξιών διευρύνεται. Ανοίγοντας μια παρένθεση θα πούμε ότι αυτή η διεθνοποίηση-κοινωνικοποίηση της παραγωγής, υποταγμένη στην κερδοφορία του κεφαλαίου, είναι επί της ουσίας διαδικασίες που έρχονται από το μέλλον, όπου η ανθρωπότητα, πέρα από σύνορα και σκοπιμότητες, θα ρυθμίζει την παραγωγή για την κάλυψη των πραγματικών αναγκών της.
 
  Θα πρέπει να τονίσουμε ότι η χώρα έχει ένα πολύ αξιόλογο εργατικό δυναμικό που μπορεί να υποστηρίξει μια άλλου τύπου ανάπτυξη. Το 80% έχει τριτοβάθμια εκπαίδευση ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον ΟΟΣΑ είναι 66%.
  Αρνητική εξέλιξη με τεράστιες συνέπειες είναι η μετανάστευση εκατοντάδων χιλιάδων νέων επιστημόνων που εκτός από την οικονομική αφαίμαξη πολλών δισεκατομμυρίων σε επενδύσεις ανθρώπινου δυναμικού (είναι κυνική η διαπίστωση μπρος στο δράμα των ανθρώπων που εγκαταλείπουν την πατρίδα τους) αλλάζει τα δεδομένα με τη γήρανση του μέσου όρου του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού και απώλεια του μέρους αυτών των νέων ανθρώπων που είναι ένα σημαντικό κομμάτι του μέλλοντος αυτής της χώρας. Η λοιδωρημένη και απαξιωμένη χώρα μας, από τη στάση και την πολιτική της αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού, γίνεται δωρητής σώματος και αίματος μεταξύ άλλων και των εκμεταλλευτών του ελληνικού λαού.
  Το ερώτημα είναι αφού όλα τα παραπάνω είναι κοινές διαπιστώσεις γιατί δεν γίνονται επενδύσεις στην έρευνα και την ανάπτυξη; Ειδικά από τον ιδιωτικό τομέα. Θα ξεχωρίσουμε μερικές αιτίες:
- Επιχειρήσεις με μικρό αντίστοιχο προσανατολισμό, που το κέρδος τους προέρχεται από εμπορικές δραστηριότητες ή δραστηριότητες παραγωγικές άλλου τύπου.
-Μικρό μέγεθος επιχειρήσεων που δεν μπορεί να υποστηρίξει και να αναλάβει το κόστος
- Κρατικοδίαιτο κεφάλαιο που περιμένει να καρπωθεί τις δημόσιες επενδύσεις και προσπάθειες και τέλος
- ένας δημόσιος τομέας αντίστοιχος του ιδιωτικού που έχει απαξιώσει οποιοδήποτε αντίστοιχο σχεδιασμό και προσπάθεια.
  Και σε αυτόν τον τομέα προβάλει επιτακτική η ανάγκη να βγούμε από την κρίση με νικητή τον κόσμο της εργασίας, τον μόνο που μπορεί να οργανώσει και να επιβάλλει ένα άλλο παραγωγικό μοντέλο όπου οι νέοι επιστήμονες θα βρίσκουν τη θέση τους και οι εργαζόμενοι συνολικά θα σχεδιάζουν το μέλλον τους.

                                    Επιμέλεια: Αλέξανδρος Καπακτσής
ΠΗΓΗ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ :Εβδομαδιαίο οικονομικό δελτίο Alfabank 27-0-2017

Σχόλια